Σάββατο 10 Ιουλίου 2021

Once Upon A Time In The West 1968

Once Upon A Time In The West 1968

Κάποτε στη Δύση


Σκηνοθεσία: Sergio Leone

Σενάριο: Sergio Donati, Sergio Leone, Dario Argento,

Bernardo Bertolucci

Είδος: Drama, WESTERN

Διάρκεια: 02:45

Γλώσσα: Italian

Παίζουν:

Claudia Cardinale: Jill McBain

Henry Fonda: Frank

Jason Robards: Manuel 'Cheyenne' Gutiérrez

Charles Bronson: Harmonica

Gabriele Ferzetti: Morton - Railroad Baron

 

Μπορεί να είμαστε κολλημένοι με τους... καλούς, τους κακούς και τους άσχημους, αλλά ο Sergio Leone έδωσε την καλύτερη ταινία του —κατά γενική ομολογία— το 1969, κι αυτή φυσικά δεν είναι άλλη από το Κάποτε στη Δύση. Η παλιά άγρια Δύση συναντάει την οικονομική ανάπτυξη που φέρνει ο σιδηρόδρομος με κομβικό σημείο τη γη που ανήκει σε μια χήρα (Cardinale). Η μουσική του Ennio Morricone που χαρακτηρίζει όλες τις ταινίες του Leone βρίσκεται επίσης εδώ. Και ειδικότερα εδώ, ο κάθε χαρακτήρας έχει το δικό του μουσικό θέμα και όλη η ταινία θα λέγαμε ότι εξελίσσεται με βάση τη μουσική. Όλο το κινηματογραφικό σύμπαν του Leone βρίσκεται παρών: οι αδίστακτοι, λιγομίλητοι χαρακτήρες, τα πολύ έντονα κοντινά πλάνα όπου μόνο τα μάτια μιλάνε, οι παρατεταμένες σιωπές, οι περίτεχνες κινήσεις της κάμερας. Και για πρώτη ίσως φορά, βλέπουμε τον Fonda σε ρόλο κακού και τον Bronson στην καλύτερη ταινία της καριέρας του. Εξάλλου, δεν χρειάστηκε να μιλήσει πολύ! Μια φυσαρμόνικα ήταν αρκετή.

«Φαντάσου αυτό: Η κάμερα ζουμάρει από τη μέση και κάτω έναν άντρα που βγάζει το πιστόλι του και πυροβολεί ένα παιδί που τρέχει. Στη συνέχεια μετακινείται προς τα πάνω και κεντράρει στο πρόσωπό του: Είσαι εσύ.» Με αυτόν τον τρόπο πείστηκε ο αιώνιος κινηματογραφικά καλοκάγαθος Henry Fonda από τον Sergio Leone να αναλάβει τη θέση του John Wayne που είχε αρνηθεί το ρόλο στο Κάποτε στη Δύση, προκαλώντας την απορία ή ακόμη και το σοκ στους απροετοίμαστους θεατές της εποχής. Και αν τα κοντινά εκφραστικά πλάνα προσώπων ήταν εκείνα που είχαν αναδείξει το ταλέντο του σκηνοθέτη στις δύο προηγούμενες μεγάλες του επιτυχίες –Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος και Για μια χούφτα δολάρια-, στην πρώτη του μεγάλη παραγωγή ο Ιταλός σκηνοθέτης προσθέτει στο εικονολόγιό του λυρικά, ατμοσφαιρικά γενικά πλάνα δίνοντάς της την αίσθηση του επικού. Αργόσυρτοι ρυθμοί της κάμερας, μεγάλης διάρκειας σκηνές, μεγαλοπρεπή traveling, πληθώρα χαρακτήρων και ένα εξαιρετικό cast συμπληρώνουν κομμάτι-κομμάτι τη σύνθεση αυτού του επιθετικού προσδιορισμού. Η κινηματογραφική γραφή του Leone διακρίνεται –όπως και σε κάθε ταινία της φιλμογραφίας του- σε κάθε πλάνο, ορίζοντας εκείνον τον έντονα προσωπικό τρόπο απεικόνισης που τον έκανε αποδεκτό ακόμη και από τη μερίδα του κοινού που απεχθάνεται τα western. Τα western της παλιάς σχολής. Κι αυτό επειδή ο Leone κατόρθωσε να εισάγει στο είδος την προσωπική του αισθητική, σχηματοποιώντας τις ταινίες του με τη διατήρηση των επιρροών του στο παρασκήνιο -στη συγκεκριμένη περίπτωση διακριτικά ανάμεσα στο Rio Bravo και το Shane-, επιδεικνύοντας παράλληλα απεριόριστο σεβασμό στο είδος που υπηρετεί. Παρά την αργή ανάπτυξή του, το φιλμ δεν υστερεί σε δράση, πολύ περισσότερο δε σε κεντρικούς χαρακτήρες.

Έτσι έχουμε έναν παράλυτο μεγαλοεπιχειρηματία (Gabriele Ferzetti) που θέλει να περάσει γραμμές του τρένου που θα διασχίζουν τη δύση. Για την εκπλήρωση του στόχου του προσλαμβάνει έναν αδίστακτο δολοφόνο (Henry Fonda) να απομακρύνει από τη μέση έναν ξεροκέφαλο κτηματία (Frank Wolff) που του απαγορεύει τη διέλευση από την περιουσία του. Μια περιουσία που θα περάσει τελικά στα χέρια της γυναίκας του Jill (Claudia Cardinale), η οποία με τη σειρά της θα προσλάβει δύο πιστολέρο για προστασία (Jason Robards στο ρόλο του Cheyenne και Charles Bronson ως Harmonica). Τα κεντρικά στοιχεία από μόνα τους καταμαρτυρούν την βίαιη εξέλιξη της ιστορίας, που συχνά αγγίζει τα όρια της υπερβολής μα όχι και του γραφικού. Στη συγχώνευση σκληρότητας και λυρισμού συμβαδίζει απόλυτα η εξαιρετική μουσική επένδυση του Ennio Morricone -μόνιμου συνεργάτη του Leone- η οποία μάλιστα συχνά προϋπήρχε των κινηματογραφούμενων σκηνών, καθοδηγώντας ουσιαστικά τον σκηνοθέτη στον τρόπο καταγραφής τους. Απ’ όποια πλευρά και να την πιάσεις, η ταινία είναι ένα αριστούργημα της έβδομης τέχνης και μια από τις καλύτερες ταινίες στο είδος της, που μπορεί να συγκριθεί μόνο με άλλες δουλειές του ίδιου σκηνοθέτη. Ίσως η άποψη να αποκτά μεγαλύτερη αξία από τη στιγμή που προέρχεται από κάποιον που απεχθάνεται τα western όσο και τον αρακά. Και πιστέψτε με, δεν τρώω ποτέ αρακά…


  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου