Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1962. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1962. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2022

What Ever Happened to Baby Jane?1962

What Ever Happened to Baby Jane?1962

Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν;


Σκηνοθεσία: Robert Aldrich

Σενάριο: Henry Farr, Lukas Heller

Είδος: Drama, Horror ΔΕ 60, Thriller

Διάρκεια: 2h 14m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Bette Davis: Baby Jane Hudson

Joan Crawford: Blanche Hudson

Victor Buono: Edwin Flagg

Wesley Addy: Marty Mc Donald

Julie Allred: Baby Jane Hudson, in 1917

Anne Barton: Cora Hudson (as Ann Barton)

Marjorie Bennett: Dehlia Flagg

 

Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν; (πρωτότυπος αγγλικός τίτλος: What Ever Happened To Baby Jane?) είναι ο τίτλος ψυχολογικού θρίλερ, παραγωγής 1962 σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Όλντριτς με πρωταγωνίστριες τις Μπέτι Ντέιβις και Τζόαν Κρόφορντ. Η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Χένρι Φάρελ και τη διασκευή σεναρίου έκανε ο Λούκας Χέλερ.

Υπόθεση

Η Μπέιμπι Τζέιν Χάτσον (Μπέτι Ντέιβις) και η Μπλανς Χάτσον (Τζόαν Κρόφορντ), είναι δυο αδελφές που μένουν μαζί σε μια ρημαγμένη έπαυλη του Χόλυγουντ με ζωντανές τις αναμνήσεις του παρελθόντος. Η πρώτη υπήρξε παιδί θαύμα και αστέρι της επιθεώρησης, αλλά δεν κατάφερε να έχει την ίδια επιτυχία μετά την ενηλικίωσή της και η δεύτερη υπήρξε μεγάλο αστέρι του Χόλιγουντ που αναγκάστηκε να αποσυρθεί στο μεταίχμιο της δόξας λόγω ενός ατυχήματος που την άφησε ανάπηρη και για το οποίο θεωρήθηκε υπεύθυνη η Μπέιμπι Τζέιν. Μετά το ατύχημα που άφησε τη Μπλανς καθηλωμένη σε αναπηρική καρέκλα, η αντιζηλία μεταξύ των δυο αδελφών λαμβάνει ομηρικές διαστάσεις καθώς η Τζέιν άρχισε σιγά σιγά να τρελαίνεται και να έχει τον έλεγχο πάνω στη ζωή της αδελφής της. Όταν η Τζέιν πληροφορείται ότι η αδελφή της σκοπεύει να την κλείσει σε ψυχιατρική κλινική, καταστρώνει σχέδιο εξόντωσης της Μπλανς. Δεν ξέρει όμως ότι η Μπλανς κρύβει ένα μεγάλο μυστικό που έχει να κάνει με τα πραγματικά γεγονότα του ατυχήματός της, το οποίο όταν βγει στην επιφάνεια πρόκειται να προκαλέσει τραγικές αλλαγές στη συμπεριφορά της Τζέιν.

Παραλειπόμενα

Το 1962 η Μπέτι Ντέιβις δέχτηκε να συμπρωταγωνιστήσει μαζί με την μεγάλη της αντίπαλο Τζόαν Κρόφορντ στην ταινία τρόμου Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν; του Ρόμπερτ Όλντριτς, πιστεύοντας ότι ο ρόλος της, ως πρώην παιδί θαύμα Μπέιμπι Τζέιν Χάτσον, θ´αναβίωνε την καριέρα της και θα´χε απήχηση στο κοινό που είχε λατρέψει την Ψυχώ του Χίτσκοκ δυο χρόνια πριν. Έτσι πνίγοντας τον εγωισμό της συνεργάστηκε με την μισητή της αντίπαλο, χωρίς να δημιουργήσει προβλήματα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Τα προβλήματα ξεκίνησαν όταν τελείωσαν τα γυρίσματα, με εκτόξευση αρνητικών δηλώσεων κι απ´τις δυο πλευρές, στο μεταξύ η Ντέιβις έλαβε και την ενδέκατη υποψηφιότητά της για τα όσκαρ, ενώ η ακαδημία αγνόησε την Κρόφορντ. Η Κρόφορντ πικραμένη τότε, στράφηκε δημόσια εναντίον της Ντέιβις, ζήτησε λοιπόν απ'τις υπόλοιπες υποψηφίους να την άφηναν να δεχτεί εκείνη το βραβείο, σε περίπτωση νίκης, ενώ εκείνες ήταν απούσες. Η Ντέιβις, της οποίας η ερμηνεία είχε λάβει πολύ καλές κριτικές θεωρούνταν το φαβορί, όμως την βραδιά των όσκαρ το βραβείο πήγε στην Αν Μπάνκροφτ, η οποία λόγω θεατρικών υποχρεώσεων δεν είχε μπορέσει να παραβρεθεί στην τελετή. Μόλις το όνομα της νικήτριας ανακοινώθηκε η Ντέιβις πάγωσε κι η Κρόφορντ την προσπέρασε για να παραλάβει το Όσκαρ για λογαριασμό της Μπάνκροφτ. Η Ντέιβις αργότερα σχολίασε: Αν είχα κερδίσει το όσκαρ, η ταινία μας θα έκανε επιπλέον εισπράξεις ένα εκατομμύριο δολάρια. Η Τζόαν χάρηκε που δεν κέρδισα.

      Η ηθοποιός δεν είχε πει ακόμα την τελευταία λέξη. Δυο χρόνια αργότερα στα γυρίσματα της ταινίας Το μυστικό της Σάρλοτ, που επρόκειτο να την επανενώσει με την Κρόφορντ, η Ντέιβις ανάγκασε την αντίπαλό της να αποχωρήσει από την ταινία. 

Τετάρτη 28 Ιουλίου 2021

The Premature Burial 1962

 The Premature Burial 1962

Μια Κραυγή Στην Ομίχλη

Σκηνοθεσία: Roger Corman

Σενάριο: Charles Beaumont, Ray Russell, Edgar Allan Poe

Είδος: Drama, Horror ΔΕ 60, Mystery

Διάρκεια: 1h 21min

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Ray Milland: Guy Carrell

Hazel Court: Emily Gault

Richard Ney: Miles Archer

Heather Angel: Kate Carrell

Alan Napier: Dr. Gideon Gault

John Dierkes: Sweeney

 

Ακόμα μια από τις ιστορικές μεταφορές του Edgar Allan Poe από τον μεγάλο Roger Corman που διαφοροποιείται κυρίως λόγω της απουσίας του Vincent Price από τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο λόγος ήταν ότι η ταινία είχε αρχικά γυριστεί για την εταιρία Pathe, πράγμα που απέκλειε την συνεργασία με τον δεσμευμένο με συμβόλαιο από την American International Pictures, Vince. Στην πορεία, βέβαια, η AIP αγόρασε την παραγωγή από την Pathe μετά από αποφασιστική κίνηση του θρυλικού αρχηγού της, Zamuel Z. Arkoff, αλλά ήδη η παραγωγή είχε ξεκινήσει και έτσι ο Ray Milland παρέμεινε πρωταγωνιστής σε μια από τις λιγότερο σημαντικές παραγωγές του Roger Corman εκείνης της περιόδου.

Ο Milland υποδύεται τον Guy Carrell, έναν σκοτεινό τύπο που έχει χρόνια φοβία και ψύχωση με το ενδεχόμενο να θαφτεί ζωντανός. Σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του, ο πατέρας του υπέφερε από καταληψία, μια ασθένεια που κατά τη διάρκεια κρίσεων ο ασθενής παρουσιάζει όλα τα συμπτώματα του θανάτου χωρίς όμως να έχει πεθάνει. Αυτό δεν το γνώριζαν οι συγγενείς που τον έθαψαν ζωντανό. Όμως ο Guy είναι αποφασισμένος να μην του συμβεί κάτι τέτοιο και φτιάχνει τον δικό του οικογενειακό τάφο γεμάτο παροχές ώστε κάποιος που πιθανότατα θα θαφτεί εκεί ζωντανός να μπορεί να την κοπανήσει χωρίς πολλά προβλήματα.

Δυστυχώς γι αυτόν, την ψύχωση του δε μοιράζεται και η σύζυγος του, Emily, που υποδύεται η τακτική στις μεταφορές του Poe, Hazel Court, που προσπαθεί να τον κάνει να ευχαριστηθεί λίγο τη ζωή μαζί της θέτοντας του το αρχαίο δίλημμα σε ανθρώπινες σχέσεις, «ή την κρύπτη ή εμένα».

Φυσιολογικά, ο Guy διαλέγει το κορίτσι και καταστρέφει την κρύπτη σε μια λαμπρή τελετή με παρόντες τον γιατρό πατέρα της Emily (Alan Napier) και τον οικογενειακό τους φίλο Miles Archer (Richard Ney) που κάποτε ήταν ερωτευμένος με την Emily. Ο τελευταίος θέλει να τελειώνει με την φοβία του Guy και του προτείνει να ανοίξουν τον τάφο του πατέρα του για να του αποδείξουν μια και καλή ότι οι φόβοι του δεν έχουν βάση, αλλά το θέαμα δεν είναι αυτό που περίμεναν κάτι που προκαλεί τον Guy να υποστεί καρδιακή προσβολή. Ή μήπως είναι τα πρώτα συμπτώματα καταληψίας που τόσο φοβόταν ο μονόχνοτος ευγενής;

Γενικά το PREMATURE BURIAL είναι από τις υποεκτιμημένες δουλειές του Corman από την περίοδο Edgar Allan Poe του και αυτό κυρίως της απουσίας του Vincent Price. Από την άλλη, έχει όλα σχεδόν εκείνα τα στοιχεία που συναντάμε σε όλες τις δουλειές του Αμερικανού παραγωγού και σκηνοθέτη και συγκεκριμένα την έντονη αδιαπέραστη γοτθική ατμόσφαιρα και την συνεχιζόμενη αίσθηση απειλής να πλανάται στον αέρα. Όμως το κύριο ενδιαφέρον στο PREMATURE BURIAL είναι το ψυχολογικό κομμάτι και συγκεκριμένα ο διαταραγμένος ψυχισμός του πρωταγωνιστή, κάτι που διαφοροποιεί θεματικά τη συγκεκριμένη ταινία από το παρόμοιο σε υπόθεση και ανώτερο από κάθε άποψη PIT AND THE PENDULUM.

Το ότι ο Vincent Price θα «είχε» το ρόλο του Guy πολύ πιο άνετα από τον Ray Milland είναι ξεκάθαρο, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι ο τότε σούπερ- γκόμενος του παγκόσμιου σινεμά Milland δεν τα πάει καλά. Κάθε άλλο, μάλιστα. Με μια κοντρολαρισμένη ερμηνεία που αποφεύγει τους θεατρινισμούς καταφέρνει και μεταδίδει στο θεατή τις μεταπτώσεις στον ψυχισμό του όσο και τον φανατισμό και την ψύχωση του με το ενδεχόμενο να καταλήξει θαμμένος ζωντανός. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, πρόκειται για έναν πολύ σημαντικό χαρακτήρα για την εξέλιξη της ταινίας, που πιθανότατα να ήταν αρκετά πιο επιτυχημένος στα έμπειρα χέρια του Price.

Πάντως η αλήθεια είναι ότι το σενάριο του Charles Beaumont αφήνει αρκετές ανοιχτές τρύπες και θα μπορούσε να είναι καλύτερο, κι αυτό είναι το βασικό πρόβλημα του PREMATURE BURIAL. Ότι μεταπηδάει από μια καθαρά ψυχολογική σκοπιά σε τυπικά μονοπάτια μυστηρίου και προς το φινάλε γίνεται ολίγον τι κοινότυπο και χωρίς λογική. Πριν από αυτό όμως υπάρχει άλλη μια επίδειξη της μοναδικής ικανότητας του Roger Corman και του μόνιμου καλλιτεχνικού διευθυντή του, Daniel Haller, να κάνουν τέτοιου τύπου παραγωγές των 200.000 δολαρίων να μοιάζουν πλούσιες και τεχνικά άρτιες με την ατμόσφαιρα σήμα- κατατεθέν να φτάνει σε επίπεδα που απολαύσαμε στα THE MASQUE OF THE RED DEATH και THE HAUNTED PALACE.

Εκτός από αυτό, υπάρχουν και κάποιες αληθινά ανατριχιαστικές και παραισθησιακές σκηνές, όπως η ονειρική σεκάνς του Milland δοσμένη με τα γνώριμα πολύχρωμα φίλτρα που είδαμε και στο PIT AND THE PENDULUM, και η τελική σκηνή που η όμορφη Hazel Court νιώθει τον τρόμο της ψύχωσης του άνδρα της. Σε αυτήν την κατεύθυνση, το όλο κλίμα είναι έντονα κλειστοφοβικό και σε ορισμένες στιγμές αποκαρδιωτικό και γενικά καλύπτει τις κακοτοπιές του σεναρίου που ιδίως προς το φινάλε είναι πολλές.

Σίγουρα δεν πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες μεταφορές Poe από τον Roger Corman, αλλά σε κάθε περίπτωση βλέπεται πολύ ευχάριστα ξανά και ξανά και είναι μια ακόμα άξια προσθήκη στον κατάλογο τεράστιων στιγμών της σκηνής του τρόμου εκείνης της περιόδου που οι fans θα εκτιμήσουν δεόντως.



 

Κυριακή 20 Ιουνίου 2021

Advise And Consent 1962

Advise And Consent 1962

Θύελλα στην Ουάσιγκτον

 


Σκηνοθεσία: Otto Preminger

Σενάριο: Allen Drury, Wendell Mayes

Είδος: Drama, Thriller

Διάρκεια: 02:19

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Franchot Tone: The President

Lew Ayres: The Vice President

Henry Fonda: Robert Leffingwell

Walter Pidgeon: Senate Majority Leader

Charles Laughton: Senator Seabright Cooley

 

Ο πρόεδρος της Αμερικής αποφασίζει να διορίσει έναν πολύ καλό επιστήμονα (Henry Fonda) στη θέση του υπουργού εξωτερικών. Η απόφαση θα εγκριθεί μέσω της Γερουσίας. Επειδή όμως η αντίπαλη παράταξη, με πρωτεργάτη τον Charles Laughton, έχει προηγούμενα με τον υποψήφιο θα τον καλέσει σε επιτροπή για να κρίνει αν είναι κατάλληλος για τη θέση. Πλουσιότατο καστ στην πολιτική ταινία Advise & Consent του Ότο Πρέμινγκερ, η οποία σε σημεία (λόγω δίκης) φέρνει στο μυαλό την «Ανατομία ενός εγκλήματος». Η ουσία όμως εδώ βρίσκεται στο παρασκήνιο και στα όσα κανονίζονται από πίσω. Ο νεαρός που θα τοποθετηθεί επικεφαλής της επιτροπής θα είναι της ιδίας παράταξης του προέδρου αλλά όταν ανακαλύψει κάποια βρώμικη ιστορία στο παρελθόν του Fonda δεν θα υποκύψει και δεν θα κάνει πίσω για να περάσει η θέληση του προέδρου. Κάπου εκεί λες, «κοίτα τους Αμερικανούς, έχουν κότσια». Αλλά μετά αρχίζουν οι απειλές και τα μυστικά που βρίσκονται καλά κρυμμένα (κατά το αγγλικό skeletons in the closet) θα αποκαλυφθούν με τραγικές συνέπειες. Πάει ο ιδεαλισμός, πάνε όλα. Το ειρωνικό τέλος απλά μάς στέλνει αδιάβαστους σ`αυτή την κορυφαία ταινία.

Τελευταία ταινία του ηλικιωμένου Laughton, στην οποία όμως όλοι και κανένας δεν είναι πρωταγωνιστές. Και να ευχαριστήσουμε τον Μπουκάτσα που μας κίνησε την περιέργεια για την εν λόγω ταινία.


 

Mamma Roma 1962

Mamma Roma 1962

Μάμα Ρόμα


Σκηνοθεσία: Pier Paolo Pasolini

Σενάριο: Pier Paolo Pasolini

Είδος: Drama, Ιταλικά

Διάρκεια: 01:46

Γλώσσα: Ιταλικά

Παίζουν:

Anna Magnani: Mamma Roma

Ettore Garofolo: Ettore

Franco Citti: Carmine

Silvana Corsini: Bruna

Luisa Loiano: Biancofiore

 

Το "Mamma Roma" θεωρείται ασφαλώς η επιτομή του ιταλικού κινηματογράφου του 60. Γιατί κουβαλά τα λάθη και τις δυνατότητες του ιταλικού νεορεαλισμού. Και γιατί αποτελεί φόρο τιμής σε μία ηθοποιό-φετίχ του κλασικού ιταλικού σινεμά, την Anna Magnani. Πάνω από όλα όμως, είναι και μία αστείρευτη σπουδή στην σκηνοθετική βιρτουοζιτέ του Pier Paolo Pasolini, στην αφοπλιστική δημιουργική του ικανότητα που συμπυκνώνεται στο επαναλαμβανόμενο traveling στην αρχή και στο τελευταίο μέρος της ταινίας. Η Magnani περιπλανιέται στα πεζοδρόμια της νυχτερινής Ρώμης. Η κάμερα προηγείται και την έλκει κοντά της σε όλη τη διαδρομή. Κάτω από τον μεθυστικό γαλαξία των ντελιριακών, αναμμένων φαναριών, η Mamma Roma αφηγείται και στοχάζεται. Χειμαρρώδης, κυνική, ασυγκράτητη ξεσπά και αναπολεί. Πού και πού αφήνει το σκουριασμένο γέλιο της να τραντάξει το λευκό πανί. Οι ακροατές της, άντρες όλων των κατηγοριών, εναλλάσσονται σε αυτή την αδιάκοπη εξιστόρηση. Χάνονται στο σκοτάδι, για να δώσουν τη θέση τους στον επόμενο. Ο ρόλος τους είναι προσχηματικός και απρόσωπος, όπως όλοι οι πελάτες της ξακουστής αυτής πουτάνας. Στο μεθυστικό της νυχτερινό ταξίδι, η "Mamma", η ματρόνα της Ρώμης, αναζητά τον μοναδικό άντρα της ζωής της. Τον γιο της.

Εξάλλου, αυτή είναι η ιστορία μίας μάνας και ενός γιου. Ο καθένας διασχίζει την απόσταση που του αναλογεί για να έρθει πιο κοντά στον άλλον. Αλλά και πιο κοντά στον εαυτό του. Η Mamma Roma επωφελείται από τον γάμο του προστάτη της και αποφασίζει να αφήσει πίσω της τις δεκαετίες στα πεζοδρόμια. Πιάνει δουλειά στην λαϊκή αγορά της πόλης και φέρνει από την επαρχία τον παρατημένο, δεκαεξάχρονο γιο της. Χορτασμένη από άνδρες και ελεύθερη καθηκόντων, αφοσιώνεται στην ανατροφή του "δικού της" άνδρα. Μία ανατροφή που ξεκινά ανορθόδοξα και κορυφώνεται δραματικά. Το παρελθόν της μπορεί να είναι άγνωστο στον νεαρό Ettore, η ηθική της όμως καθορίζει τη σχέση τους. Απελευθερωμένη και κυριαρχική, η Mamma βρίσκεται παντού στον νέο τόπο που ο μικρός καλείται να συνηθίσει. Οι αλήτες που του κρατούν συντροφιά, οι πλανόδιοι και οι γυναίκες που προσφέρονται να τον ανδρώσουν με το αζημίωτο, όλοι γνωρίζουν πως είναι ο γιος της Mamma. Η ενηλικίωσή του κάτω από τον καυτό ήλιο των εργατικών κατοικιών και το αποπνιχτικό μητρικό γέλιο δεν ολοκληρώνεται ποτέ.

Μία τέτοια σχέση δεν θα μπορούσε να κινηματογραφηθεί πουθενά αλλού παρά μόνο στην Ιταλική γη. Εκεί που ο ήλιος καυτηριάζει και διαλύει κάθε εικόνα και κάθε συναίσθημα. Τα κατάμαυρα μαλλιά της Magnani περιφέρονται σαν προάγγελος του θρήνου, η μορφή η δική της και του Ettore εξαϋλώνεται μπροστά στο σαρωτικό φως που γκρεμίζει κάθε πρωί το παράθυρό τους. Το λευκό πουκάμισο του μικρού, τον αφήνει απροστάτευτο και εκτεθειμένο, έναν συνεχή στόχο σε αυτή την αφιλόξενη γη. Δεν είναι όμως μονάχα τοπολογικό το πλεονέκτημα του φιλμικού αυτού κόσμου. Μονάχα σε μία τέτοια πραγματικότητα θα μπορούσαν να ανατραφούν πνεύματα σαν εκείνο του Pasolini. Ο φυσικός φωτισμός προσφέρει στον καμβά του το δραματικότερο δυνατό chiaroscuro. Τα κάδρα του κουβαλούν μία ανάσα αναγεννησιακή και η κάμερα πλησιάζει σαν ένας αχόρταγος παρατηρητής, όλο και πιο κοντά, όλο και πιο υπνωτισμένα.

Η εμφάνιση του Lamberto Maggiorani στην σκηνή του νοσοκομείου, σε μία σκηνή ανθολογίας, προφανή αναφορά στο Ladri di Biciclette του De Sica, υπενθυμίζει την αχίλλειο πτέρνα του ιταλικού σινεμά: τον μελοδραματισμό που επαληθεύεται στο φινάλε του "Mamma Roma", αφήνοντας το διαβρωτικό σημάδι του σε άλλο ένα αριστούργημα του ιταλικού κινηματογράφου.


  

Il Sorpasso 1962

 Il Sorpasso 1962

Ο Φανφαρόνος

 


Σκηνοθεσία: Dino Risi

Σενάριο: Dino Risi, Ettore Scola, Ruggero Maccari

Είδος: Comedy, Ιταλικά, Drama

Διάρκεια: 01:46

Γλώσσα: Ιταλικά

Παίζουν:

Vittorio Gassman: Bruno Cortona

Jean-Louis Trintignant: Roberto Mariani

Catherine Spaak: Lilli Cortona

Claudio Gora: Danilo Borelli 'Bibi'

Luciana Angiolillo: Gianna Cortona

 

Ο Roberto, (Jean-Louis Trintignant), ένας συνεσταλμένος φοιτητής της νομικής θα γνωρίσει τον Bruno, (Vittorio Gassman), έναν 40χρονο ευκατάστατο κύριο, με τον οποίο θα ξεκινήσουν ένα ταξίδι με καμπριολέ αυτοκίνητο στην ιταλική ύπαιθρο. Στην πορεία του ταξιδιού, θα επισκεφτούν συγγενείς τους, θα σταματήσουν σε διάφορες παραλίες και εξοχικά κέντρα, ενώ θα έχουν και απρόοπτες συναντήσεις. Έτσι ο Bruno θα μυήσει τον νεαρό Roberto σε έναν κόσμο που ήταν άγνωστος μέχρι τότε, ενώ οι ξέφρενες στιγμές του ταξιδιού τους θα έχουν δραματική κατάληξη.

Δεν πάει πολύς καιρός, που κάποιος φίλος υποστήριζε με θέρμη ότι οι γεωγραφικές συντεταγμένες του Μαρίενμπαντ δεν αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία του Alain Resnais. Συνεπώς, διεκδικούσε το δικαίωμα να το επικαλείται (και… να το αναπολεί, όπως το γριφώδες ζευγάρι του φιλμ) χωρίς να έχει παρακολουθήσει ούτε λεπτό από το « Πέρσι στο Μαρίενμπαντ». Με την ίδια περίπου λογική, ο «Φανφαρόνος» του Dino Risi δε δημιουργεί ένα μυθοπλαστικό σύστημα ερμητικά κλειστό πέραν του κοινού της –αντιθέτως, αποτελεί σημείο αναφοράς που κυοφορείται ως τραύμα και διχασμός στην αντρική ψυχή, και αντιστρόφως: ένα νευραλγικό κομμάτι της αυστηρά αρσενικής μυθολογίας εγγράφεται συμπτυγμένο σε αυτό το αλησμόνητο road movie. Όπου ένας άστατος τυχοδιώκτης από το πουθενά, ένας σαγηνευτής που δε διστάζει να φάει τα μούτρα του (το μότο της ζωής του είναι «Βούτα!») παρασέρνει σε μια 24ωρη περιπλάνηση, επίσης στο πουθενά, έναν εσωστρεφή φοιτητή της Νομικής (η δική του απάντηση είναι «Σκέφτομαι πού θα πέσω» -τραγικά ειρωνική, όπως θα αποδειχθεί).

Διατυπώνοντας το ίδιο απεγνωσμένο αίτημα για ελευθερία με την «Αταλάντη» του Jean Vigo, o «Φανφαρόνος» τον ξεπερνά σε τραγικότητα για να μοιραστεί το βάθρο του με τον γκονταρικό «Τρελό Πιερό». Ας μην ξεχνάμε πως ο αυθεντικός τίτλος της ταινίας αναφέρεται σε μια Προσπέραση: μια τυφλή εμμονή για περισσότερη ταχύτητα, περισσότερη ηδονή, περισσότερες εμπειρίες σε λιγότερο χρόνο. Πρόκειται για τις ψευδαισθήσεις που καλλιέργησε και ακύρωσε στο πέρασμά της η δεκαετία του ’60. «Ζήστε σαν αυριανοί νεκροί!», ήταν το υπαρξιστικό πρόσταγμα του Αλμπέρ Καμύ στα καμπαρέ του Παρισιού, και το δίδυμο του φιλμ θα εκβιάσει την κατά λέξη τήρησή του. Πώς; Μέσω της, καθαρά συμβολικής, ύβρεως των αυτοκινητιστικών προσπεράσεων. Η εποχή θα τιμωρήσει τα τέκνα της, όπως υπαινίσσεται και το «Γυμνοί στον ήλιο».

Μιας και περί ύβρεως ο λόγος, ο Dino Risi δομεί αυτήν την ταινία δρόμου με την απόλυτη ενότητα χώρου και χρόνου της αρχαίας τραγωδίας. Ένα μεγάλο ταξίδι της μέρας μέσα στη νύχτα… και ξανά προς τη μέρα, κατά τη διάρκεια του οποίου οι Gassman- Trintignant θα αναπτύξουν μια σχέση λανθάνουσας ομοφυλοφιλίας (υπό την έννοια της αλληλοϋποστήριξης ελλειμματικών ανδρισμών) και εκατέρωθεν υφαρπαγής ενέργειας. Η ίδια χωροχρονική ενότητα κάνει τον «Φανφαρόνο» να μοιάζει με εμφανώς παραλλαγμένο απομεινάρι του νεορεαλισμού –και το οδοιπορικό της μάταιης αναζήτησης να συγγενεύει δομικά με τον « Κλέφτη Ποδηλάτων».

Κι όμως, όλα τα εσωτερικά στοιχεία αυτής της σύγχρονης τραγωδίας είναι οξυμένα σε τόνο κωμικό. Οι δύο όψιμοι φίλοι βολοδέρνουν μεταξύ παρεξηγήσεων, καβγάδων και αστείων αμφίβολης ποιότητας –και απομένουν οι γυναίκες, σα διασκορπισμένα μέλη ενός χορού, να υπενθυμίζουν την αντρική πτώση μέσω του πονηρού και επιτιμητικού τους βλέμματος. Έστω και διαμέσου μιας φωτογραφίας, σαν κι αυτή που κουβαλά μαζί του ο ντροπαλός φοιτητής. Αυτός που, λίγο πριν το οριστικό φινάλε, θα εκμυστηρευτεί στον ιδιότυπο μέντορά του «Μαζί σου πέρασα την ομορφότερη μέρα της ζωής μου» και η ματιά του θα διασταυρωθεί με αυτήν ενός ανέμελου μπόμπιρα. Σε αυτήν τη σκηνή, της ύστατης προσπέρασης, κάθε επιμέρους στοιχείο -οι γωνίες λήψης, το μοντάζ, η γεωμετρία της παραπάνω διασταύρωσης- είναι κυριολεκτικά αξεπέραστο, ενώ η σύνθεσή τους προκαλεί αιμορραγία σε όσους είχαν αντιληφθεί τα σημάδια της προοικονομίας. Με άλλα λόγια, σε όσους συν-δημιούργησαν (ο θεατής είναι το ένα από τα δύο δρώντα υποκείμενα μιας σχέσης θέασης, ας μην υποτιμά το ρόλο του) τον «Φανφαρόνο» με σημείο αναφοράς το (υπαρκτό ή ενδεχόμενο) βίωμα. Εάν, λοιπόν, ο πολύ αγαπητός Τσαγκαρουσιάνος επέλεξε να αφιερώσει το Brokeback Mountain στους φορείς μιας «νέας μελαγχολίας», ο καημός του, τρόπον τινά προγονικού, φιλμ του Dino Risi μοιάζει αιώνιος.

 


Una Vita Violenta 1962

Una Vita Violenta 1962

Μια βίαιη ζωή

 


Σκηνοθεσία: Paolo Heusch, Brunello Rondi

Σενάριο: Pier Paolo Pasolini, Ennio De Concini,

Franco Brusati, Paolo Heusch, Brunello Rondi

Είδος: Drama, Ιταλικά

Διάρκεια: 01:55

Γλώσσα: Ιταλικά

Παίζουν:

Franco Citti: Tommaso

Serena Vergano: Irene

Alfredo Leggi: Cagone

Angelo Maria Santiamantini: Lello

Benito Poliani: Zucabbo

 

Ο τίτλος επιλέχθηκε από Παζολίνι με την πρόθεση να τονίσει το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της ζωής του Θωμά, ένα αγόρι από την πόλη των πενήντα ετών: γι 'αυτόν, όπως και για άλλα μέλη της συμμορίας του, των κακοποιών, η βία είναι στην ημερήσια διάταξη , και δεν μπορεί να είναι διαφορετικά, δεδομένων των αντίξοων συνθηκών της ζωής που αναδύονται με σαφήνεια στο μυθιστόρημα.


 

Vulcano, Figlio Di Giove 1962

Vulcano, Figlio Di Giove 1962

ΗΦΑΙΣΤΟΣ Ο Θεός της Φωτιάς

 


Σκηνοθεσία: Ambrogio MolteniGino StaffordBenito Ilforte

Είδος: Action, Fantasy, Ιταλικά

Διάρκεια: 01:16

Γλώσσα: Ιταλικά

Παίζουν:

Bella Cortez: Aetna- Η νύμφη της Σικελίας

Iloosh Khoshabe: ΄Κφαιστος

Liliana Zagra: Sicilian Rebel Girl

Furio Meniconi: Δίας

Roger Browne: Άρης – θεός του πολέμου

 

Ο Ήφαιστος είναι ο θεός της φωτιάς και της μεταλλουργίας στην ελληνική μυθολογία. Ήταν γιος του Δία και της Ήρας. Αυτό αναφέρεται στους ομηρικούς στίχους, τους οποίους ακολούθησαν οι μεταγενέστεροι συγγραφείς. Ωστόσο, ο Ησίοδος παρουσιάζει το θεό ως τέκνο της Ήρας και μόνο, που γεννήθηκε με παρθενογένεση, χωρίς τη συμμετοχή πατέρα.

"Το σιδηρουργείου του Ηφαίστου", έργο του Ντιέγκο Βελάσκεθ. 

Γεννήθηκε άσχημος και παραμορφωμένος, τόσο που η ίδια η μητέρα του, η Ήρα, τον πέταξε από τον Όλυμπο από τη ντροπή της. Ο θεός-βρέφος έπεσε στη θάλασσα, όπου τον περισυνέλεξαν η Θέτις και η Ευρυνόμη, οι οποίες τον ανέθρεψαν για εννέα χρόνια. Μόλις μεγάλωσε, ο θεός έστησε αμέσως το πρώτο του σιδηρουργείο στο βυθό του Αιγαίου, σφυρηλατώντας εκεί όμορφα αντικείμενα για τις δύο αυτές θεότητες.

Μια μέρα, η Ήρα, ζηλεύοντας τα κοσμήματα της Θέτιδας, ρώτησε επίμονα τη Νηρηίδα για την προέλευσή τους και, όταν ανακάλυψε ότι τα είχε φιλοτεχνήσει ο γιος που η ίδια είχε περιφρονήσει, πήγε, τον πήρε μαζί της και τον ξανάφερε στο βουνό των θεών. Εκεί, του προσέφερε ένα σιδηρουργείο με 20 φυσερά και του έδωσε για σύζυγο την πανέμορφη Αφροδίτη.

Η επιστροφή του Ηφαίστου στον Όλυμπο με τον Διόνυσο και τον θίασό του.

Σχετικώς με την επάνοδο του Ηφαίστου στις κορφές του Ολύμπου υπάρχει και άλλη εκδοχή, σύμφωνα με την οποία έστειλε δώρο στη μητέρα του ένα μοναδικής τέχνης θρόνο, στον οποίο μόλις κάθισε εκείνη παγιδεύθηκε αυτόματα από αόρατα δεσμά και υποχρεώθηκε να ζητήσει τη βοήθεια του περιφρονημένου γιού της προκειμένου να ελευθερωθεί.

Στην Ιλιάδα η Αφροδίτη εμφανίζεται να απατά τον Ήφαιστο με τον γοητευτικό Άρη πάνω στη συζυγική του κλίνη, όπου όμως ο άσχημος όσο και έξυπνος θεός της φωτιάς τους αιφνιδιάζει μια μέρα παγιδεύοντάς τους σε ένα λεπτό χρυσό δίχτυ και μετά τους εκθέτει μπροστά σε όλους τους άλλους θεούς. Ο Ησίοδος πάντως εμφανίζει ως σύζυγο του Ηφαίστου την Αγλαΐα, τη νεότερη από τις Χάριτες.

Σε κάποιο μεταγενέστερο επεισόδιο, ο Δίας ξανάριξε τον θεό-σιδηρουργό από την κατοικία των θεών, επειδή αυτός είχε σπεύσει να βοηθήσει την Ήρα όταν εκείνη ήταν κρεμασμένη από τον ουράνιο θόλο, τιμωρημένη για τη θύελλα που είχε στείλει κατά του Ηρακλή. Αυτή τη φορά, η μοίρα του Ηφαίστου ήταν να πέσει σε ξηρά, στη νήσο Λήμνο, όπου τον βρήκαν το δειλινό, εξαντλημένο και με σπασμένα και τα δυο του πόδια από την πτώση στο σκληρό έδαφος, οι Σίντιοι. Η περίθαλψη και η φιλοξενία των φτωχών αυτών ανθρώπων κατέστησε από τότε το νησί τους τον αγαπημένο τόπο του θεού πάνω στη γη των θνητών. Εκεί, πάνω στο όρος Μόσχυλος, ξανάφτιαξε το, μόνιμο αυτή τη φορά, εργαστήρι του. Εκεί θα δημιουργήσει πολλά έξοχα αντικείμενα που του παραγγέλλουν οι θεοί, καθώς και όπλα για μερικούς ανθρώπους.

Ανάμεσα στα χειροτεχνήματα του Ηφαίστου ξεχωρίζει η πήλινη γυναίκα, η Πανδώρα, την οποία ο Δίας έδωσε ως σύζυγο στον Επιμηθέα για να τον εκδικηθεί εξαιτίας της προσβολής που του είχε κάνει ο αδελφός του Προμηθέας με το κλέψιμο της φωτιάς.

Ήφαιστος και ηφαίστεια

Το όνομα του Ηφαίστου δόθηκε στα «ηφαίστεια όρη», τα γνωστά σήμερα στη Γεωλογία ως ηφαίστεια, που με τη σειρά τους βάπτισαν και ολόκληρο κλάδο της, την Ηφαιστειολογία. Είναι προφανές το γιατί οι άνθρωποι φαντάζονταν ότι κάτω από ένα βουνό που έβγαζε καπνό, φωτιά και επιπλέον βροντώδεις ήχους είχε το σιδηρουργείο του ένας θεός. Για τον ίδιο λόγο, εκτός από το Μόσχυλο (που επί αιώνες εξέπεμπε αναθυμιάσεις), άλλες εκδοχές θέλουν το σιδηρουργείο του Ηφαίστου να «υποκρύπτεται» σε άλλα ηφαιστειογενή μέρη, συνήθως στην Αίτνα, στον Βεζούβιο ή στις Αιολίδες Νήσους.


 

LE DIABLE ET LES DIX COMMANDEMENTS 1962

LE DIABLE ET LES DIX COMMANDEMENTS 1962

Ο διάβολος και οι δέκα εντολές


Σκηνοθεσία: Julien Duvivier

Σενάριο: David Alexander, Michel Audiard, René Barjavel,

Maurice Bessy, Julien Duvivier

Είδος: Comedy, Crime, Drama, Γαλλικά

Διάρκεια: 02:23

Γλώσσα: Γαλλικά

Παίζουν:

Michel Simon: Jérôme Chambard (segments Dieu en vain ne jureras

Lucien Baroux: l'évêque

Claude Nollier: La mère supérieure (segments Dieu en vain ne jureras

Françoise Arnoul: Françoise Beaufort (segment Luxurieux point ne seras)

Micheline Presle: Micheline Allan (segment Luxurieux point ne seras)

 

Δέκα μικρές ιστορίες που αναφέρονται στις Δέκα Εντολές και στην... συμμετοχή του διαβόλου, ώστε αυτές να παραβιαστούν!!

Ο διάβολος και οι δέκα εντολές (Le diable et les dix commandements) του Ζιλιέν Ντιβιβιέ, ένα επεισοδιακό, κωμικοτραγικό, δεκαμερές φιλμ, συχνά υπερβολικό ή κάπως κυνικό. Παρέλαση ηθοποιών, κωμικών τε και τραγικών: Μισέλ Σιμόν, Σαρλ Αζναβούρ, Λίνο Βεντούρα, Μελ Φερέρ, Φερναντέλ (ο θεός), Ντανιέλ Νταριέ, Ζαν-Κλοντ Μπριαλί, Λουί Ντε Φινές.


  

La Jetee 1962

 

La Jetee 1962

Σταθμός Αποχαιρετισμού


Σκηνοθεσία: Chris Marker

Σενάριο: Chris Marker

Είδος: Action, Documentary, Romance, Science Fiction, Γαλλικά

Διάρκεια: 00:28

Γλώσσα: Γαλλικά

Παίζουν:

Jean Négroni: Narrator

Hélène Chatelain: The Woman

Davos Hanich: The Man

Jacques Ledoux: The Experimenter

André Heinrich

 

Στο Παρίσι, μετά τον 3ο παγκόσμιο πόλεμο, οι λιγοστοί επιζήσαντες έχουν ελλείψεις σε φάρμακα, φαγητό και πηγές ενέργειας, γι`αυτό αποφασίζουν να στείλουν έναν άνθρωπο στο παρελθόν με την μηχανή του χρόνου για να τους φέρει προμήθειες.

Δίπλα δίπλα με το 12 Monkeys, το ιδιοφυές La Jetee του Chris Marker, ένα φιλμ που σύμφωνα με τον Gilliam ενέπνευσε την ταινία του (ο Gilliam προσθέτει γελώντας ότι οι Αμερικάνοι δεν μπορούν να ξεχωρίσουν την διαφορά μεταξύ Inspired By και Based on). To La Jetee έχει πάντα μια ιδιαίτερη θέση στην μνήμη όσων το έχουν δει, μιας και πρόκειται για μια «ταινία» 28 λεπτών, η οποία αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά (εκτός από ένα φευγαλέο πλάνο με κίνηση) από μια σειρά ασπρόμαυρων φωτογραφιών. Η υπόθεση είναι σχεδόν η ίδια, μόνο που τη θέση του ιού έχει πάρει ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος και οι επιζώντες πλέον έχουν να αντιμετωπίσουν ελλείψεις σε φάρμακα και πηγές ενέργειας. Έτσι, οι σκιώδεις επιστήμονες χρησιμοποιούν κρατούμενους ως «πρεσβευτές» στο παρελθόν και το μέλλον-αλλά κανείς δεν αντέχει το σοκ του ταξιδιού στο χρόνο. Ο ήρωάς μας (Davos Hanich), με το όνειρο του ανθρώπου που σκοτώνεται στο αεροδρόμιο είναι πιο κατάλληλος για το ταξίδι, μιας και η μνήμη του αυτή θα τον βοηθήσει να προσαρμοστεί στην νέα πραγματικότητα που θα αντιμετωπίσει. To τολμηρό εγχείρημα του Marker, μινιμαλιστικό και υπνωτιστικό μέσω της ασπρόμαυρης απλότητάς του είναι ένα έργο τέχνης αποτελούμενο από μικρότερα-δηλαδή τις φωτογραφίες. Εναλλάσσοντας νεκρές φύσεις και τα εκφραστικά πρόσωπα των πρωταγωνιστών του, ο Marker δίνει μια αξιοπρόσεκτη ροή στην διήγησή του (η οποία υποστηρίζεται και από την απόκοσμη φωνή του αφηγητή) και μέσα στα 28 λεπτά η ταινία εξελίσσεται με το βάθος ενός full feature film. Σε αντίθεση με το 12 Monkeys, το La Jetee κλίνει περισσότερο προς την «καταδικασμένη ιστορία αγάπης» μιας που ο Άντρας, αφού εκτελέσει την αποστολή του δραπετεύει ξανά στο παρελθόν για να ζήσει με την Γυναίκα (Helene Chatelain), με το φινάλε φυσικά να είναι η επιβεβαίωση της απαισιόδοξης μνήμης/προφητείας.

Δηλαδή: η αποβάθρα. Πρόκειται για τη μικρού μήκους ταινία του Γάλλου Chris Marker, η οποία αποτέλεσε τη βάση για τη δημιουργία του Terry Gilliam, τους 12 Πίθηκους. Το στόρι είναι περίπου το ίδιο. Βρισκόμαστε σε μια μελλοντική εποχή όπου το Παρίσι (και ο υπόλοιπος κόσμος) έχει καταστραφεί και οι άνθρωποι ζούνε κάτω απ` τη γη. Ξεκινάνε κάποια στιγμή πειράματα με το ταξίδι στο χρόνο για να δούνε πώς θα είναι το μέλλον της Γης! Για πειραματόζωο, διαλέγουν έναν κύριο που έχει μια έντονη εικόνα από το παρελθόν του σε μια αποβάθρα αεροδρομίου...

Το αξιοσημείωτο σ`αυτήν την ταινία του 1962 είναι το γεγονός ότι αποτελεί μια συρραφή φωτογραφιών, οι οποίες με τη βοήθεια του αφηγητή και κάποιων background ήχων σού δίνουν την αίσθηση της κινηματογραφικής ταινίας. Δηλαδή δεν υπάρχει καθόλου κινούμενη εικόνα (χμ, εκτός από 2-3 δευτερόλεπτα σε ένα ενδιαφέρον σημείο της ταινίας). Κάτι σαν φωτο-ρομάντζο... Θα μου πείτε, είναι πιο εύκολο να δείξεις εικόνες του κατεστραμμένου Παρισιού δείχνοντας απλά εικόνες του Β` Παγκοσμίου Πολέμου! Όπως και να `χει, η ιστορία είναι ιδιοφυής και το όλο πείραμα, τελικά, είναι ενδιαφέρον.


 

Zatôichi monogatari 1962

Zatôichi monogatari 1962

Η Ιστορία του Zatoichi

  


Σκηνοθεσία: Kazuo Mori

Σενάριο: Minoru Inuzuka

Είδος: Action, Adventure, Martial Arts, ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗ

Διάρκεια: 01:12

Γλώσσα: Japanese

Παίζουν:

Shintar Katsu: Zatôichi / Blind Man Ichi / Masseur Ichi

Masayo Mari: Tane / Tatekichi's sister / Seisuke's ex-lover

Yoshie Mizutani: Yahei / Father of Tane and Tatekichi

Ryûzô Shimada: Shigezô of Sasagawa / Sasagawa yakuza boss

Hajime Mitamura: Hanji of Matsugishi

 

Ο τυφλός χειρομαλάκτης Ζατοΐτσι προσλαμβάνεται από έναν αρχηγό συμμορίας γιακούζα, καθώς πιστεύει ότι ο πόλεμος είναι αναπόφευκτος με την αντίπαλη συμμορία. Ο Ζατοΐτσι έχει φήμη άριστου χειριστή του σπαθιού κι ο αρχηγός πιστεύει ότι ορθώς ξόδεψε αυτά τα λεφτά. Ο αρχηγός της αντίπαλης συμμορίας μαθαίνει τα νέα και προσλαμβάνει έναν ρόνιν. Ο Ζατοΐτσι στην εμφάνιση δείχνει πολύ ταπεινός κι όλοι όταν τον βλέπουν πιστεύουν ότι αποτελεί περίγελο της φεουδαλικής γιαπωνέζικης κοινωνίας. Όλα αυτά όμως μέχρι να βγάλει από το θηκάρι το σπαθί του…


Otoshiana 1962

 

Otoshiana 1962

Ο Λάκκος


Σκηνοθεσία: Hiroshi Teshigahara

Σενάριο: Kobo Abe

Είδος: Crime, Drama, Fantasy, ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗ

Διάρκεια: 01:37

Γλώσσα: Japanese

Παίζουν:

Hisashi Igawa: Miner

Sumie Sasaki: Shopkeeper

Sen Yano: Toyama

Hideo Kanze: Policeman

Kunie Tanaka: Man in white suit

 

Ο Hiroshi Teshigahara στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο, που αποτελεί και το πρώτο μέρος της επιτυχημένης συνεργασίας του με τον σπουδαίο βιβλιογράφο Kobo Abe, θα κινηματογραφήσει μια εκπληκτική ταινία που αναδεικνύει την καλλιτεχνική ευρωστία του μεγάλου Ιάπωνα σκηνοθέτη. Ο επίσης ζωγράφος Hiroshi Teshigahara θα κατασκευάσει αδιαμφισβήτητου κάλλους σκηνές που αποτυπώνουν με γλυπτική ακρίβεια τις αχανής ανοικοδόμητες Γιαπωνέζικες εκτάσεις.

Στο Otoshiana ο θεατής θα πέσει εξ' αρχής σε έναν "Λάκκο" γεμισμένο με συμβολισμούς και αμφισημίες. Γεγονός που δίνει μια σουρεαλιστική και αλληγορική χροιά στην ταινία, που όμως ταυτόχρονα λειτουργεί σαν ένα ρεαλιστικό πορτραίτο των απάνθρωπων εργασιακών συνθηκών της μεταπολεμικής Ιαπωνίας. Συγκεκριμένα, στην πρώτη σκηνή παρακολουθούμε έναν κατατρεγμένο ανθρακωρύχο με τη συνοδεία του γιου του να εγκαταλείπουν τη σκληρή δουλειά του χωριού για μια καλύτερη, (αλλά και άγνωστη) μοίρα. Οι εργάτες εμφανίζονται εξαθλιωμένοι και πλήρως υποταγμένοι στην καταπιεστική εργοδοσία, σκλάβοι των βασικών τους αναγκών. Έτσι, όταν έρχεται η προοπτική μιας καλύτερης δουλειάς, ο άπορος πατέρας ενδίδει δίχως δεύτερη σκέψη.

Μόνο που αυτή η προοπτική δεν είναι παρά μια παγίδα της εργοδοσίας με σκοπό να πλήξει ακόμα περισσότερο την εργατική τάξη τραυματίζοντας και τον θεσμό των συνδικάτων. Ο ανθρακωρύχος, πιόνι ενός καλοστημένου σχεδίου και σωσίας προέδρου συνδικάτου, θα δολοφονηθεί από μια παραδόξως ακατανόητη φυσιογνωμία. Ο Hiroshi Teshigahara μέσω ενός πλήθους αψεγάδιαστων εικαστικών στοιχείων, συμβολισμών και μυστηριακής φύσης προβληματισμών θα θέσει την ταινία του σε μια ονειρική βάση. Σε ένα ύφος που μας παραπέμπει ευθύς αμέσως στο ύστερο cinema του Tarkovsky, όντας η αυθεντία του είδους. Τα γεγονότα που ακολουθούν, με επίκεντρο μια γυναίκα μάρτυρα του προαναφερθέν φονικού, θα περιπλέξουν την κατάσταση και θα ανασύρουν στην επιφάνεια μια κοινωνία δολοπλοκίας, διαφθοράς και ηθικού παρηκμασμού.

Μεγάλο ενδιαφέρον ενέχει και ο τρόπος που χρησιμοποιεί δραματουργικά ο Τεσιγκαχάρα τους νεκρούς ήρωες. Συγκεκριμένα, αυτοί εμφανίζονται με τη μορφή φαντασμάτων και συνυπάρχουν στον κόσμο των ζωντανών, όντας όμως αόρατοι για τους τελευταίους. Η λεπτή ειρωνεία είναι διάχυτη και σε συνδυασμό με τα ντοκιμαντεριστικά πλάνα προσδίδουν μια "απομυθοποιητική" αντικειμενικότητα στην υπερβατικότητα του θανάτου. Επίσης, η μορφή των φαντασμάτων που περιτριγυρίζουν μάταια τον κόσμο των ζωντανών ζητώντας απαντήσεις σε φλεγόμενα ερωτήματα, επαναφέρουν στο προσκήνιο ένα απ' τα αγαπημένα θέματα του Ιάπωνα καλλιτέχνη. Αυτό της αναζήτησης ταυτότητας, καθώς οι ήρωες αποτυπώνονται στο σύνολο τους ως χαμένα καράβια στον ωκεανό της ζωής δίχως χάρτες και πυξίδα...

Τα ερωτήματα μένουν άλυτα και ο συμπάσχων θεατής έχει εναποθέσει όλες του τις ελπίδες αποκατάστασης της τάξης και φανέρωσης της πλεκτάνης στον μικρό γιο. Ο τελευταίος, ως μια προσωποποίηση της αλήθειας, έχει παρακολουθήσει όλα τα γεγονότα με τα μάτια του. Ωστόσο οι αντιδράσεις του δεν είναι επιθυμητές. Με το ακατανόητο ψυχρό βλέμμα και την απαθή παρουσία του κρύβεται πίσω από τις σκιές. Δε δείχνει κανένα ενδιαφέρον για όσα αποτρόπαια έχει παρακολουθήσει, και όντας ο ίδιος τέκνον της ανέχειας και της κοινωνικής εξαθλίωσης θα προσπαθήσει να προσκομίσει το παραμικρό όφελος προτού αποχωριστεί τα φονικά εδάφη. Σε ένα απαισιόδοξο και αινιγματικό σχόλιο του δημιουργού για το μέλλον, αλλά και ταυτοχρόνως μια ηχηρή επεξήγηση της κοινωνίας της εποχής του.

Ο Λάκκος είναι μια ταινία σπάνιας εικαστικής ομορφιάς. Το πλήθος των συμβολισμών είναι ικανό να θέσει τον θεατή σε έναν αέναη προβληματισμό. Και η παρακολούθηση του συνιστά την ουσιαστικότερη μας αφοσίωση στο χαρισματικό cinema του Hiroshi Teshigahara.


 

Παρασκευή 18 Ιουνίου 2021

Harakiri 1962

Harakiri 1962

Χαρακίρι


Σκηνοθεσία: Masaki Kobayashi

Σενάριο: Yasuhiko Takiguchi, Shinobu Hashimoto

Είδος: Action, Drama, History, ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗ

Διάρκεια: 02:13

Γλώσσα: Japanese

Παίζουν:

Tatsuya Nakadai: Hanshiro Tsugumo

Akira Ishihama: Motome Chijiiwa

Shima Iwashita: Miho Tsugumo

Tetsuro Tamba: Hikokuro Omodaka

Masao Mishima: Tango Inaba

 

Ένα από τα σπουδαιότερα ιαπωνικά φιλμ όλων των εποχών, και ταυτόχρονα το πιο ύπουλα… αντι-ιαπωνικό, καθώς ο μαρξιστής Masaki Kobayashi ανατινάζει «από τα μέσα» την τελετουργία ενός πανάρχαιου θεσμού: το χαρακίρι, η έσχατη λύση των εξαθλιωμένων και απελπισμένων σαμουράι του 17ου αιώνα, είναι και το μοναδικό μέσο πίεσης για τον πρωταγωνιστή στο κατώφλι μιας φεουδαρχικής οικίας. Ωστόσο, το κόλπο του εκβιασμού δεν πιάνει πια και ο σαμουράι αναγκάζεται να κάνει χαρακίρι με το ξύλινο σπαθί του – το ατσαλένιο έχει αναγκαστεί να το πουλήσει. Απομένει, λοιπόν, να απολαύσετε τη συνταρακτική, απόλυτα επαναστατική ανατροπή που επιχειρεί ο αδίστακτος Kobayashi. Ένα φιλμ ψυχρό, ανατριχιαστικό, με την δύναμη και την ακρίβεια μιας ωρολογιακής βόμβας.


  

Les Dimanches De Ville D'avray 1962

Les Dimanches De Ville D'avray 1962

Κυριακές Στην Πόλη Αβρέ


Σκηνοθεσία: Serge Bourguignon

Σενάριο: Serge Bourguignon, Antoine Tudal, Bernard Eschassériaux

Είδος: Drama, Γαλλικά

Διάρκεια: 01:50

Γλώσσα: Γαλλικά

Παίζουν:

Hardy Kruger: Pierre

Nicole Courcel: Madeleine

Patricia Gozzi: Françoise/Cybèle

Daniel Ivernel: Carlos

André Oumansky: Bernard

 

Ο Πιέρ, ένας βετεράνος του πολέμου, βασανίζεται από εφιάλτες αφότου κατά την θητεία του στο Βιετνάμ το αεροπλάνο του καταρρίφθηκε και σκότωσε κατά λάθος ένα αθώο παιδί. Ζει με τη νοσοκόμα φίλη του, η οποία κρύβει ρομαντικά αισθήματα γι αυτόν.

Μια μέρα κατά τύχη βλέπει την Κυβέλη, ένα μικρό κορίτσι, να παραδίδεται από τον πατέρα της σε ορφανοτροφείο.

Ο πρωταγωνιστής αποφασίζει να παραστήσει τον πατέρα της προκειμένου να την σώσει από την ορφανή της μοίρα. Κάθε Κυριακή οι δύο φίλοι περνάνε τη μέρα τους μαζί αλλά σύντομα η στενή τους σχέση παρεξηγείται από τον κοινωνικό τους περίγυρο.

Μια συγκλονιστική ταινία που κέρδισε το Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας το 1962 για μια γλυκόπικρη φιλία ανάμεσα σε δύο τραυματισμένες ψυχές, που καταφέρνουν να βρουν τρυφερότητα και αγάπη σε έναν εχθρικό κόσμο..