Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1971. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1971. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2023

VAMPYROS LESBOS 1971

VAMPYROS LESBOS 1971

Λεσβίες βαμπίρες 

Σκηνοθεσία: Jesús Franco

Σενάριο: Jesús Franco, Jaime Chávarr, Anne Settimó

Είδος: Drama, Horror ΔΕ 70

Διάρκεια: 1h 29m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Soledad Miranda: Countess Nadine Carody

Dennis Price: Dr. Alwin Seward

Paul Muller: Dr. Steiner

Ewa Strömberg: Linda Westinghouse

Heidrun Kussin: Agra

Michael Berling: Dr. Seward's Assistant

Andrea Montchal: Omar

Η όμορφη δικηγόρος Linda Westinghouse βρισκόμενη στην Τουρκία για μια υπόθεση της πλούσιας κοντέσας Nadine που μένει σε απομακρυσμένο νησί, πετυχαίνει τον μυστηριώδη και σέξι χορό μιας όμορφης χορεύτριας σε ένα τοπικό νυχτερινό κέντρο. 

Από τότε αρχίζει να έχει παράξενους εφιάλτες που σχετίζονται με την χορεύτρια και που κορυφώνονται όταν παρά τις προειδοποιήσεις ενός ντόπιου για το αντίθετο, πηγαίνει στο νησί και συναντάει την όμορφη κοντέσα για να ανακαλύψει ότι αυτή ήταν η γυναίκα στο όνειρό της. Η σχέση των δύο γυναικών γίνεται ακόμα πιο περίπλοκη όταν η κοντέσα, όντας βρικόλακας, πίνει το αίμα της Linda κάνοντάς την να χάσει την μνήμη της...

Πανέμορφα συνεχόμενα ψυχεδελικά πλάνα που κάνουν την ατμόσφαιρα εκπληκτική και καθιστούν το Vampyros Lesbosένα αληθινό επίτευγμα τουλάχιστον όσον αφορά το καλλιτεχνικό του κομμάτι. Αυτό το πραγματικά εμπνευσμένο στιλ κινηματογράφησης κάνει την ταινία μια αληθινή απόλαυση για τα μάτια, αλλά και για τα αυτιά, μιας και η μουσική των Manfred Hubler και Sigi Schwab είναι αληθινά εκπληκτική, δίνει τον τόνο σε όλη την ταινία και την ανεβάζει επίπεδα ακόμα περισσότερο. Χωρίς υπερβολή, πρόκειται για ένα από τα κορυφαία soundtracks ταινιών της εποχής και σίγουρα το καλύτερο στην τεράστια φιλμογραφία του Jess Franco.


Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2022

Twins of Evil 1971

Τα Δίδυμα του Δράκουλα


Σκηνοθεσία: John Hough

Σενάριο: Tudor Gates, Sheridan Le Fanu

Είδος: Horror ΔΕ 70,

Διάρκεια: 1h 27m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Inigo Jackson: Woodman

Judy Matheson: Woodman's Daughter

Peter Cushing: Gustav Weil

Harvey Hall: Franz

Alex Scott: Hermann

Shelagh Wilcocks: Lady in Coach (as Sheelah Wilcox)

Madeleine Collinson: Frieda Gellhorn (as Madelaine Collinson)

 

Το TWINS OF EVIL είναι μια από τις πιο ολοκληρωμένες παραγωγές της θρυλικής Αγγλικής Hammer Films που μας χάρισε στο παρελθόν μεταξύ άλλων τις περιπέτειες του Δράκουλα με τον Chris Lee. Στο ίδιο κλίμα, το TWINS OF EVIL είναι το τελευταίο μέρος της ανεπίσημης τριλογίας με πρωταγωνιστή τον Κόμη Karnstein, με τις δύο προηγούμενες να είναι τα THE VAMPIRE LOVERS και LUST FOR A VAMPIRE, που κυκλοφόρησαν το 1970.

Ο Peter Cushing υποδύεται τον Gustav Weil, υπέρ συντηρητικό θεοσεβούμενο αλλά απίστευτα σκληρό άνθρωπο, που μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της Αδελφότητας εντοπίζουν «αμφίβολων ηθών» γυναίκες, τις εξετάζουν για τον βαθμό εμπλοκής τους με το Σατανά, και συνήθως καταλήγουν να τις καίνε στην πυρά λόγω μαγείας χωρίς δίκη ή αδιάσειστες αποδείξεις.

Η ζωή του Gustav Weil αναστατώνεται όταν οι δύο πανέμορφες δίδυμες ανιψιές του έρχονται να μείνουν μαζί του, και εντοπίζονται από τον αιμοδιψή Κόμη Karnstein που μόλις απέκτησε βρικολακικό status και έχει σκοπό να τις μετατρέψει σε υπηρέτριές του κάνοντάς τις βρικόλακες. Η Frieda είναι πιο επιρρεπής στην κακιά επιρροή του Karnstein και δεν αργεί να πέσει θύμα της δίψας για αίμα του σατανικού Κόμη, ενώ η Maria είναι η αθώα περιστέρα από τις δύο. Σύντομα, διάφοροι φόνοι αρχίζουν να συγκλονίζουν την περιοχή, και ο Gustav Weil υποψιάζεται ότι είναι δουλειά θηλυκών οργάνων του Σατανά. Με τα πολλά, ανακαλύπτει με τη βοήθεια και του cult ειδώλου David Warbeck (THE BEYOND, THE BLACK CAT) ότι η μια από τις δύο δίδυμες ανιψιές του είναι η πηγή του κακού.

Η τάση που εγκαινιάστηκε με τις δύο προηγούμενες ταινίες της τριλογίας του Κόμη Karnstein, όπου το γυμνό παντρεύεται με τον τρόμο συνεχίζεται με μεγάλη επιτυχία στο TWINS OF EVIL, κυρίως λόγω της πληθωρικής παρουσίας των πρώην Playmates αδελφών Mary και Madeleine Collinson, που είναι πραγματική απόλαυση να βλέπει κανείς. Η ιστορία, όπως ίσως θα μαντέψατε, είναι ουσιαστικά η δραματική ιστορία της πάλης του καλού με το κακό, που ενσαρκώνεται στο πρόσωπο της όμορφης Frieda. Παρ’ όλη τη θεατρική υπόστασή της ταινίας, ο John Hough σκηνοθετεί με μαεστρία και επιβλητική ατμόσφαιρα το προσωπικό show του μεγάλου Peter Cushing, που εδώ δίνει μια από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του, πρώτα σαν αδίστακτος κυνηγός μαγισσών, και μετά σαν ο τσακισμένος θείος που βλέπει το αίμα του να υποκύπτει στο κακό του Κόμη Karnstein και διχάζεται μεταξύ της αγάπης του προς την ανιψιά του και την αφοσίωσή του στην Εκκλησία και στο λόγο του Θεού.

Πραγματικά ο θεατής νιώθει την πίεση βλέποντας το πρόσωπο του Cushing, που απέχει πολύ από τις «θεατρικές» ερμηνείες των περισσότερων από τους υπόλοιπους πρωταγωνιστές, και ο ξαφνικός θάνατος της γυναίκας του κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων δίνει στην ερμηνεία του ακόμα μεγαλύτερο ρεαλισμό και σκληράδα απ’ ότι συνήθως.

Ο David Warbeck είναι επίσης καλός, όπως συνήθως, όσο και ο Damien Thomas στο ρόλο του Κόμη Karnstein, αλλά η παρουσία του Cushing σκεπάζει τις ερμηνείες τους, όπως και των περισσότερων πρωταγωνιστών στο TWINS OF EVIL. Οι δίδυμες είναι χάρμα οφθαλμών και παρόλο που οι ερμηνείες τους είναι λίγο «ξύλινες», μας αποζημιώνουν με τις ερωτικές τους περιπτύξεις.

Όπως σε κάθε ταινία της Hammer τα σκηνικά και τα κοστούμια είναι αρκετά καλά και δίνουν την εικόνα της εποχής, ενώ η σκοτεινή αλλά πολύ καλή φωτογραφία τονίζει περισσότερο την γοτθική ατμόσφαιρα. Δυο- τρεις σκηνές αρκετά δυνατού για τα δεδομένα της Hammer gore συμπληρώνουν την εικόνα, και καθιστούν το TWINS OF EVIL αναγκαία προσθήκη στη συλλογή κάθε φίλου της Βρετανικής εταιρίας, όσο και στους φίλους του παραδοσιακού σινεμά τρόμου της εποχής. 

Lust for a Vampire 1971

Lust for a Vampire 1971

Στο Παρθεναγωγείο των Βρικολάκων


Σκηνοθεσία: Jimmy Sangster

Σενάριο: Tudor Gates, Sheridan Le Fanu

Είδος: Horror ΔΕ 70,

Διάρκεια: 1h 31m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Barbara Jefford: Countess Herritzen

Ralph Bates: Giles Barton

Suzanna Leigh:Janet Playfair

Yutte Stensgaard: Mircalla / Carmilla Karnstein

Michael Johnson: Richard Lestrange

Helen Christie: Miss Simpson

Mike Raven: Count Karnstein

 

Το Lust for a Vampire, επίσης γνωστό ως Love for a Vampire ή To Love a Vampire (ο τελευταίος τίτλος ήταν αυτός που χρησιμοποιήθηκε στην αμερικανική τηλεόραση), είναι μια βρετανική ταινία τρόμου της Hammer του 1971 σε σκηνοθεσία Jimmy Sangster, με πρωταγωνιστές τους Ralph Bates, Barbara Jefford, Suzanna. Leigh, Michael Johnson και Yutte Stensgaard. Του δόθηκε χαμηλη βαθμολογία στις Ηνωμένες Πολιτείες για περιεχόμενο βίας,  και περιεχόμενο αυστηρά για ενήλικες και γυμνό. Είναι η δεύτερη ταινία της Τριλογίας του Καρνστάιν, βασισμένη χαλαρά στη νουβέλα του Sheridan Le Fanu του 1872 Carmilla. Είχε προηγηθεί το The Vampire Lovers (1970) και ακολούθησε το Twins of Evil (1971). Οι τρεις ταινίες δεν αποτελούν μια χρονολογική εξέλιξη, αλλά χρησιμοποιούν την οικογένεια Karnstein ως πηγή της βαμπιρικής απειλής και ήταν κάπως τολμηρές για την εποχή στην απεικόνισή τους ρητά των λεσβιακών θεμάτων.

Η παραγωγή του Lust for a Vampire ξεκίνησε λίγο μετά την κυκλοφορία του The Vampire Lovers.

Η ταινία έχει λατρεία, αν και ορισμένοι θαυμαστές του Hammer Horror την έχουν κατηγορήσει για υπερβολική βία. Η πιο αξιοσημείωτη σκηνή του δείχνει τον Yutte Stensgaard βουτηγμένο στο αίμα και μερικώς καλυμμένο από αιματοβαμμένα κουρέλια, αν και η κινηματογραφημένη σκηνή δεν είναι τόσο ξεκάθαρη όσο αυτή που εμφανίζεται σε ένα διαφημιστικό στιγμιότυπο.

Άλλοι αξιόλογοι ηθοποιοί στην ταινία είναι ο Χάρβεϊ Χολ (ο οποίος έχει διαφορετικό ρόλο σε κάθε ταινία αυτής της σειράς), ο Ντέιβιντ Χίλι και ο δημοφιλής ραδιοφωνικός DJ Mike Raven ως Κόμης Καρνστάιν.

Η ταινία διαδραματίζεται το 1830, 40 χρόνια μετά τα γεγονότα του The Vampire Lovers. Στο έρημο παρεκκλήσι στο Κάστρο των Καρνστάιν, ο Κόμης και η Κοντέσα Καρνστάιν διεξάγουν μια σατανική τελετή για να αναστήσουν το σώμα της κόρης τους Καρμίλα. Ο Richard Le Strange έχει έρθει στο χωριό για να πάρει υλικό για τα βιβλία του για τις μάγισσες, τους βρικόλακες και τη μαύρη μαγεία. Προειδοποιημένος να προσέχει το Κάστρο Καρνστάιν, δεν δίνει καμία σημασία. Αμέσως με την είσοδό του στο κάστρο, του πέφτουν τρεις γυναίκες ντυμένες με σάβανα. Αποδεικνύεται ότι είναι μαθήτριες σε μια εκπαιδευτική περιοδεία από το μοντέρνο σχολείο της Μις Σίμπσον. Καθώς ο LeStrange παρουσιάζεται στη Miss Simpson και τις μαθητριές της, μια νέα μαθήτρια έρχεται, η Mircalla Herritzen. Ο LeStrange την ερωτεύεται αμέσως.

Αργότερα εκείνο το βράδυ, όταν ο ΛεΣτρέιντζ αφηγείται την περιπέτειά του στους άντρες στο πανδοχείο του χωριού, ένα από τα κορίτσια που σερβίρουν βρίσκεται νεκρό με δύο τρύπες στο λαιμό της και ο ΛεΣτρέιντζ είναι πεπεισμένος ότι η ιστορία του Κάρνσταϊν δεν είναι απλή δεισιδαιμονία. Όταν έχει την ευκαιρία να συναντήσει τον πρόσφατα προσληφθέντα καθηγητή αγγλικής λογοτεχνίας στο δρόμο του για το σχολείο της Miss Simpson, τον ξεγελάει να πάει στη Βιέννη και κανονίζει να πάρει τη θέση του στο σχολείο. Λίγο αργότερα, η συγκάτοικος της Μιρκάλλα, Σούζαν Πέλι εξαφανίζεται. Όταν ο διευθυντής Giles Barton ανακαλύπτει το μυστικό της, η Mircalla/Carmilla, του προσφέρεται. Αργότερα την ίδια μέρα, αφού βρεθεί το πτώμα του Μπάρτον, ο ΛεΣτρέιντζ περνάει από τα βιβλία του και ανακαλύπτει τι είχε μάθει ο Μπάρτον, ότι η Mircalla Herritzen είναι η Carmilla Karnstein. Ο LeStrange της εξομολογείται τον έρωτά του και κάνουν έρωτα ενώ παίζει το τραγούδι Strange Love.

        Η δεσποινίς Simpson, ανήσυχη για την εξαφάνιση μιας μαθήτριας και τον θάνατο του διευθυντή της, αποφασίζει να μην καλέσει τις αρχές ή να ειδοποιήσει τον πατέρα της Susan Pelley, ιδιαίτερα όταν ο προσωπικός γιατρός της κόμισσας Herritzen συμφωνεί να πιστοποιήσει τον θάνατο του Barton ως καρδιακή προσβολή. Ωστόσο, η δασκάλα χορού Jenny Playfair ειδοποιεί τόσο την αστυνομία όσο και τον κ. Pelley, οι οποίοι φτάνουν όλοι για να ερευνήσουν. Οι Κάρνσταϊν καταφέρνουν να σκοτώσουν τον αστυνομικό που μόλις ανακάλυψε το πτώμα της Σούζαν στον πυθμένα ενός πηγαδιού, αλλά ο κ. Πέλλεϊ φτάνει με ένα ένταλμα εκταφής και έναν παθολόγο για να ερευνήσει το θάνατο της κόρης του. Το σώμα της Σούζαν εκτάφηκε (μόλις το έθαψαν βολικά από τους Καρνστάιν) και η συζήτηση γίνεται γύρω από το ότι ήταν θύμα ενός βρικόλακα. Μαζί με τον τοπικό ιερέα, οι χωρικοί εισβάλλουν στο Κάστρο Karnstein με σκοπό να το κάψουν ολοσχερώς. Ο LeStrange παίρνει επίσης το δρόμο του προς το κάστρο, σχεδιάζοντας να σώσει τη Mircalla. Οι χωρικοί παγιδεύουν και τους τρείς Karnstein στο φλεγόμενο κάστρο, όπου ένα ξύλο πέφτει από το ταβάνι και ανασηκώνει τη Mircalla/Carmilla. Ο LeStrange σώζεται από τη φωτιά, με τον κόμη και την κόμισσα Karnstein να παραμένουν ασφαλείς, γνωρίζοντας ότι η φωτιά δεν θα τους καταστρέψει. 

Hands of the Ripper 1971

Hands of the Ripper 1971

Στα Χέρια Του Τζακ του Αντεροβγάλτη

 

Σκηνοθεσία: Peter Sasdy

Σενάριο: Lewis Davidson, Edward Spencer Shew

Είδος: Horror ΔΕ 70,

Διάρκεια: 1h 25m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Eric Porter: Pritchard

Angharad Rees: Anna

Jane Merrow: Laura

Keith Bell: Michael

Derek Godfrey: Dysart

Dora Bryan: Mrs Golding

 

 

Κατά καιρούς έχω πει αρκετές φορές την άποψη μου ότι οι μεταγενέστερες παραγωγές της Hammer προσπαθούσαν με περιορισμένα αποτελέσματα να διατηρήσουν το γοτθικό ύφος που καθιέρωσε την εταιρία παντρεύοντας το με στοιχεία exploitation και ρεαλισμού όπως αυτά καθιερώθηκαν από την αρχή των 70s στο σινεμά τρόμου. Το HANDS OF THE RIPPER είναι μια ταινία εξαίρεση στον κανόνα που θεωρώ ότι καταφέρνει και προσαρμόζεται στα δεδομένα της εποχής που γυρίστηκε διατηρώντας το ύφος που έκανε την Βρετανική εταιρία διάσημη σε όλο τον κόσμο τις περασμένες δεκαετίες.

Το σενάριο από μόνο του βοηθάει για να τονιστεί ακόμα περισσότερο αυτή η αντίθεση, μιας και ασχολείται με έναν χιλιοειπωμένο μύθο τον οποίον μέχρι ένα σημείο καταφέρνει να ανανεώσει με επιτυχία. Ο λόγος για τον Τζακ τον Αντεροβγάλτη, που χρόνια μετά το θάνατό του στοιχειώνει το πνεύμα της μικρής Anna (Angharad Rees), η οποία ήταν αυτόπτης μάρτυρας της άγριας δολοφονίας της μητέρας της από τον αρχέτυπο serial killer και πατέρα της όταν ακόμα βρισκόταν στο βρεφικό καροτσάκι. Μετά από έναν αιματηρό φόνο κατά τη διάρκεια του οποίου η Anna ήταν παρούσα, ο φιλόδοξος ψυχίατρος Δρ. Pritchard (Eric Porter) την παίρνει υπό την προστασία του προσπαθώντας να κατανοήσει την πνευματική της κατάσταση και να εφαρμόσεις τις επαναστατικές θεωρίες του διάσημου εκείνη την εποχή Sigmund Freud για να τη θεραπεύσει.

Φτάνει, μάλιστα, σε σημείο να καλύπτει κι άλλους αιματηρούς φόνους που δεν μπορούσαν παρά να έγιναν από την Anna, η οποία συνήθως δεν έχει μνήμες του κάθε συμβάντος λίγο μετά. Στην εξίσωση μπλέκει και ο γιος του που καταφθάνει σπίτι μαζί με την τυφλή του αρραβωνιαστικιά, όσο και το τοπικό μέντιουμ που πιστεύει ότι το πνεύμα του Τζακ του Αντεροβγάλτη βρίσκεται πλέον μέσα στην Anna. Ο καλός γιατρός ως άνθρωπος της επιστήμης δεν θέλει να το ακούει και συνεχίζει να προσπαθεί να βρει την επιστημονική λύση, αλλά κατά τη διάρκεια της έρευνας τα φρικτά δολοφονημένα πτώματα όλο και πληθαίνουν.

Κακά τα ψέματα, το σενάριο είναι κάπως αφελές και τραβηγμένο από τα μαλλιά και μέχρι ενός σημείου δεν αφήνει την ταινία να απογειωθεί καθώς ουσιαστικά δεν υπάρχει μυστήριο, ενώ τα όποια κρυμμένα μυστικά είναι πολύ δύσκολο να κάνουν αίσθηση σε εξοικειωμένους θεατές που τα έχουν ξαναδεί αρκετές φορές. Όμως ακόμα κι έτσι, η ταινία έχει ατμόσφαιρα και τουλάχιστον 3- 4 αιματηρούς φόνους που δύσκολα δεν θα ικανοποιήσουν τους horror fans.

Οι σκηνές gore είναι πολύ σκληρότερες απ’ ότι μας είχε συνηθίσει η Hammer τα προηγούμενα χρόνια, υποστηριζόμενες από ρεαλιστικά και λεπτομερειακά ειδικά εφέ και τουλάχιστον εμένα μου έκαναν μεγάλη εντύπωση. Αρκεί να πω ότι στις ΗΠΑ, οι τοπικοί λογοκριτές έκοψαν αρκετά δευτερόλεπτα gore από τους φόνους, κάτι που δεν είναι καθόλου συνηθισμένο για Βρετανικές παραγωγές.

Από εκεί και πέρα έχουμε τα στοιχεία της παλιότερης Hammer να προσπαθούν με περιορισμένο βαθμό επιτυχίας να βρουν τη θέση τους, όπως για παράδειγμα η γοτθική ατμόσφαιρα εποχής και το επίτηδες υποβαθμισμένο ρομάντζο, ενώ οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών, αν και τίποτα το τρομερό, είναι όλες αρκετά καλές. Εξαίρεση ίσως αποτελεί ο  Eric Porter ο οποίος είναι δοσμένος στον κεντρικό ρόλο, αλλά ο χαρακτήρας του αν και έχει σίγουρα ενδιαφέρον δεν καταφέρνει να μην επιδεικνύει την γενικότερη αφέλεια του σεναρίου, ιδίως όταν επιμένει να εθελοτυφλεί μπροστά σε συμπεράσματα τα οποία τον κοιτάζουν στα μάτια. Πολύ καλός είναι επίσης και ο Derek Godfrey σε ένα περιορισμένο ρόλο, που όμως κλέβει την παράσταση τις περισσότερες  στιγμές που βρίσκεται σε πρώτο πλάνο.

Πάντως αυτά είναι λεπτομέρειες στις οποίες συνήθως δεν δίνω ιδιαίτερη σημασία όταν το υπόλοιπο ξεπερνάει τη βάση, και στην περίπτωση του HANDS OF THE RIPPER αυτό γίνεται και με το παραπάνω. Η βασική μυθολογία του Τζακ του Αντεροβγάλτη στην δεύτερη επίσκεψη της Hammer στο συγκεκριμένο χαρακτήρα παραμένει και το σενάριο δείχνει να τη σέβεται χτίζοντας πάνω της χωρίς να την κανιβαλίζει. Αιματηρή δράση όπως προανέφερα είναι σε πολύ ψηλά επίπεδα, υπάρχει αρκετό σασπένς και αγωνία σε τακτά χρονικά διαστήματα όπως και η τάση για ανανέωση που θα πρέπει κανείς να είναι τυφλός για να μην την ξεχωρίσει.

Αν υπολογίσει κανείς και την πλήρη απουσία πρωτοκλασάτων ονομάτων της Hammer στα credits, δεν μπορεί παρά να παραδεχτεί ότι το HANDS OF THE RIPPER, με όλα τα προβλήματά του, είναι μια ταινία που δείχνει ότι η Hammer με τη σωστή νοοτροπία και σενάρια μπορούσε άνετα να είναι υπολογίσιμο μέγεθος στα 70s και να απορροφάει τις αλλαγές που ήταν καταιγιστικές στο σινεμά τρόμου. Επίσης θα μπορούσε να συναγωνίζεται πρόσωπο με πρόσωπο τις Αμερικάνικες και άλλες Ευρωπαϊκές exploitation παραγωγές που της είχαν κλέψει τη δόξα.

Το φινάλε προσωπικά το βρήκα εκπληκτικό, έντονα καλλιτεχνικό, συναισθηματικά φορτισμένο  και γεμάτο ατμόσφαιρα και συμπληρώνει μια ακόμα αδικημένη μεταγενέστερη ταινία της Hammer που αξίζει να βρίσκεται ψηλά στη λίστα επιτυχιών της θρυλικής εταιρίας και που τουλάχιστον οι διαθέσιμες μοντέρνες κυκλοφορίες δίκαια την έχουν ξαναθυμίσει στο horror κοινό .

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2022

The Strange Vice of Mrs. Wardh 1971

 

The Strange Vice of Mrs. Wardh 1971

Lo strano vizio della Signora

Ο Αμαρτωλός Κύκλος των Εκβιαστών


Σκηνοθεσία: Sergio Martino

Σενάριο: Eduardo Manzanos, Ernesto Gastaldi, Vittorio Caronia

Είδος: Horror ΔΕ 70, Crime, Thriller, Mystery

Διάρκεια: 1h 21m

Γλώσσα: Ιταλικά

Παίζουν:

George Hilton: George Corro

Edwige Fenech: Julie Wardh

Conchita Airoldi: Carol Brandt (as Cristina Airoldi)

Manuel Gil: Dr. Arbe (as Manuel Gill)

Carlo Alighiero: Commissioner

Ivan Rassimov: Jean

Alberto de Mendoza: Neil Wardh 

Η κυρία Julie Wardh επιστρέφει στη Βιέννη με τον σύζυγό της Neil Wardh, ο οποίος είναι επενδυτής στη Wall Street. Η Τζούλι και ο Νιλ είναι παντρεμένοι εδώ και ένα χρόνο αλλά δεν αγαπιούνται. Η Julie έχει ένα τραύμα από τον πρώην φίλο της Jean, ο οποίος ήταν σαδιστής. Ενώ ο Neil έχει συναντήσεις στην Αυστρία, η Julie περνά τις διακοπές με τη φίλη της Carol Brandt. Πηγαίνουν σε ένα πάρτι όπου η Κάρολ της συστήνει τον όμορφο ξάδερφό της Τζορτζ Κορό, ο οποίος μόλις κληρονόμησε μαζί της μια περιουσία. Όταν η Τζούλι βλέπει τον Ζαν στο πάρτι, αποφασίζει να φύγει από το μέρος. Σύντομα η Τζούλι, την οποία παραμελεί ο Νιλ, έχει μια ερωτική σχέση με τον Τζορτζ. Εν τω μεταξύ, ένας κατά συρροή δολοφόνος που σκοτώνει γυναίκες με μια λεπίδα ξυραφιού τρομάζει τη Βιέννη και ο επιθεωρητής δεν έχει κανένα οδηγό να ακολουθήσει. Όταν η Τζούλι εκβιάζεται λόγω του έρωτά της με τον Τζορτζ, υποπτεύεται ότι ο Ζαν είναι ο εκβιαστής. Η Κάρολ αποφασίζει να πάει στη συνάντηση με τον εκβιαστή και σκοτώνεται. Η Τζούλι πιστεύει ότι ο Ζαν μπορεί να είναι ο καταζητούμενος δολοφόνος και αποφασίζει να αφήσει τη Βιέννη και ο Νιλ για να πάει στην Ισπανία. Θα είναι ασφαλής και αγαπημένη;

Countess Dracula 1971

Countess Dracula 1971

600 παρθένες για την Δράκουλα



Σκηνοθεσία: Peter Sasdy

Σενάριο: Jeremy Paul, Alexander Paal, Peter Sasdy

Είδος: Horror ΔΕ 70,

Διάρκεια: 1h 33m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Ingrid Pitt: Countess Elisabeth

Nigel Green: Captain Dobi

Sandor Elès: Imre Toth

Maurice Denham: Master Fabio

Patience Collier: Julie

Peter Jeffrey: Captain Balogh

Lesley-Anne Down: Ilona 

Η ταινία Countess Dracula είναι μια ταινία τρόμου της British Hammer του 1971 που βασίζεται σε μερικούς από τους θρύλους γύρω από την Κοντέσα Ελίζαμπεθ Μπάθορι.

Η παραγωγή της ταινίας έγινε από τον Alexander Paal και τη σκηνοθεσία του Peter Sasdy, και οι δύο Ούγγροι μετανάστες που εργάζονται στην Αγγλία. Η αρχική μουσική συνέθεσε ο Χάρι Ρόμπερτσον.

Στην Ουγγαρία του 17ου αιώνα, η κόμισσα Elisabeth Nádasdy που χήρεψε πρόσφατα ανακαλύπτει ότι η νεανική της εμφάνιση και η λίμπιντο μπορούν να αποκατασταθούν προσωρινά εάν λουστεί στο αίμα νεαρών γυναικών. Επιστρατεύει τον διαχειριστή και εραστή της, Λοχαγό Ντόμπι και την υπηρέτριά της Τζούλι για να βοηθήσουν στην απαγωγή και τη δολοφονία αρκετών ντόπιων κοριτσιών, ενώ ξεκινά ένα νέο ειδύλλιο με έναν νεαρό Υπολοχαγό που ονομάζεται Ίμρε Τοθ.

Ως κάλυμμα για τα εγκλήματά της, ενώ βρίσκεται σε αναζωογονημένη κατάστασή της, παίρνει την ταυτότητα της 17χρονης κόρης της, της κόμισσας Ιλόνα, την οποία κρατά τον Ντόμπι αιχμάλωτο στο δάσος από τον βουβό τζογαδόρο. Ωστόσο, ο ιστορικός του κάστρου Fabio γίνεται ύποπτος. Τελικά, σκοτώνει μια πόρνη που ονομάζεται Ζίζα, αλλά το αίμα της δεν την αποκαθιστά όπως οι άλλες. Ο Ντόμπι βρίσκει τον Φάμπιο, ο οποίος έχει ένα βιβλίο-κεφάλαιο για τις αιματηρές θυσίες και λέει στην Ελίζαμπεθ την αλήθεια με αντάλλαγμα να του επιτραπεί να ζήσει. Αποκαλύπτει ότι μόνο το παρθένο αίμα θα αποκαταστήσει τη νεότητα και την ομορφιά της Ελισάβετ.

Η Ελισάβετ σκοτώνει τότε μια αγρότισσα που αγόρασε στην αγορά. Ο Φάμπιο προσπαθεί να πει στον Τοθ την αλήθεια για εκείνη, αλλά ο Ντόμπι σκοτώνει τον Φάμπιο πριν προλάβει να το κάνει. Στη συνέχεια, ο Ντόμπι εκθέτει την Ελίζαμπεθ στον Τοθ για να τον απομακρύνει από αυτήν. Η Elisabeth αναγκάζει τον Toth να την παντρευτεί, αλλά η κόρη της Ilona φτάνει στο σπίτι, την οποία έφερε ο Dobi ως θυσία και στη συνέχεια ελευθερώθηκε από μια μετανοημένη Julie που την αγαπούσε ως κόρη. Στο γάμο, η Ελισάβετ γερνά και πάλι αφού ο ιερέας προφέρει την ευλογία. Προσπαθεί να σκοτώσει την κόρη της μπροστά στους παρευρισκόμενους στο γάμο, αλλά σκοτώνει κατά λάθος τον Τοθ. Η Ελίζαμπεθ, η Ντόμπι και η Τζούλι καταδικάζονται σε θάνατο για τα εγκλήματά τους και εμφανίζονται για τελευταία φορά να περιμένουν τον δήμιο στο κελί τους. Στην τελική σκηνή, οι αγρότες βρίζουν την Ελισάβετ ως «διαβολογυναίκα» και την «Κοντέσα Δράκουλα».

Η κόμισσα Δράκουλα εμπνεύστηκε τη διαβόητη Ουγγρική Κοντέσα Ελίζαμπεθ Μπάθορι (1560–1614), μια γαιοκτήμονα και αρχόντισσα που κατηγορήθηκε για τη δολοφονία δεκάδων γυναικών και κοριτσιών. 

A Bay of Blood 1971

A Bay of Blood 1971

Ecologia del delitto

Κραυγή Τρόμου


Σκηνοθεσία: Mario Bava

Σενάριο: Mario Bava, Giuseppe Zaccariello, Filippo Ottoni

Είδος: Horror ΔΕ 70,Mystery, Thriller, Mario Bava

Διάρκεια: 1h 24m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Claudine Auger: Renata Donati

Luigi Pistilli: Alberto

Claudio Camaso: Simone (as Claudio Volonté)

Anna Maria Rosati: Laura (as Anna M. Rosati)

Chris Avram: Franco Ventura / Frank Ventura

Leopoldo Trieste: Paolo Fosatti

Laura Betti: Anna

 

Η ηλικιωμένη κόμισα Federica, ενώ θαυμάζει το γαλήνιο τοπίο του όρμου (bay) από το παράθυρο της έπαυλης της, στραγγαλίζεται από τον σύζυγό της, Filippo Donati, ο οποίος μαχαιρώνεται πισώπλατα λίγα δευτερόλεπτα μετά τον φόνο που διαπράττει. Στα χέρια της αστυνομίας που εξιχνιάζει την υπόθεση, πέφτει το γράμμα της κόμισσας που αιτιολογεί την «αυτοκτονία» της, χωρίς όμως να ανακαλυφθεί το πτώμα του Donati. Υπάρχουν ωστόσο, πολλά πρόσωπα που διεκδικούν την περιουσία της, δηλαδή τον όρμο. O Frank Ventura με την ερωμένη του Laura, οι οποίοι προσπάθησαν να την πείσουν στο παρελθόν να τους το παραχωρήσει (παρ’ ότι εκείνη αρνήθηκε κατηγορηματικά), η κόρη της Renata (που ταξιδεύει με τον άντρα της και τα παιδιά τους με το τροχόσπιτο τους στον όρμο, αναζητώντας την δικαιωματική της κληρονομιά) αλλά και ο εξώγαμος γιος της, ο Simone, του οποίου η μυστήρια παρουσία δεν λείπει από τον χώρο. Στο υπόγειο της ιδιοκτησίας των Donati κατοικούν ο εντομολόγος Fasati και η γυναίκα του, Anna (μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία). Η Renata επισκέπτεται το ζευγάρι και εκείνοι την ενημερώνουν ότι ο Donati είναι υπεύθυνος για την δολοφονία της κόμισσας αλλά και για την ύπαρξη του Simone, για την οποία η ίδια μέχρι πρότινος δεν γνώριζε. Ο όρμος παρακολουθείται στενά, όπως και όλοι οι ανεπιθύμητοι επισκέπτες που εισβάλλουν στην ιδιοκτησία και σίγουρα για την κατοχή του… θα χυθεί αίμα!

Η ιστορία περιλαμβάνει αρκετά στοιχεία και χαρακτήρες για να παρακολουθήσουμε, τα οποία στην πορεία της ταινίας ξεδιαλύνονται επιτυχώς. Μια από τις δυσκολίες αυτού, είναι να απομακρύνουμε τις αχρείαστες παρουσίες (τα παιδιά που εισβάλλουν στην ιδιοκτησία και «παρτάρουν») και να επικεντρωθούμε στην ιστορία, καθώς έχουμε στα χέρια μας όλους τους χαρακτήρες που πρόκειται να πάρουν μέρος στα δρώμενα, χωρίς μυστηριώδεις ψυχοπαθείς τύπους που σκοτώνουν χωρίς κίνητρο. Τα περιττά πρόσωπα στην ιστορία ίσως να αποτελούν κομμάτι συμπληρωματικής βίας, που ο σκηνοθέτης δεν θέλησε να παραλείψει.

Ωστόσο ο χειρισμός του μυστηρίου και η απογείωση της αγωνίας, είναι σαφέστατα ένα από τα πολλά προσόντα του, το οποίο επιβεβαιώνεται και στο «Bay of Blood». Ο Mario Bava συνδύασε το giallo, το exploitation και το slasher, με μια μικρή δόση σάτιρας ως προς το είδος και ως προς την αφελή ανεμελιά της νιότης (οι νέοι που διασκεδάζουν στην οικία). Η σύζευξη όλων αυτών, εναρμονίζεται άψογα με την σκηνοθετική του ποιότητα και τα ατέρμονα plot twist που κορυφώνουν το σασπένς. Οι ήρεμες εικόνες και οι γλυκές στο άκουσμα μελωδίες που τις περιτυλίγουν, έρχονται σε σύγκρουση με τις βίαιες και παραδόξως αρκετά gore σκηνές για τα δεδομένα του σκηνοθέτη.

Αφού οι διάδοχοι θα αλληλοσκοτωθούν, οι εναπομείναντες δικαιούχοι είναι και αυτοί που πραγματικά αξίζουν την κληρονομιά. Για τους συνηθισμένους στους τρελούς επιλόγους, λάτρεις των gialli, το τέλος (του «Bay of Blood») αποτελεί άλλο ένα που προστίθεται στην λίστα. Παρ’ όλα αυτά, οι τελειομανείς ενδέχεται να απογοητευτούν, θεωρώντας το πρόχειρο και ανόητο. Αμφότεροι, όμως, δεν μπορούν να αρνηθούν ότι πρόκειται για μια ταινία αρκετά απολαυστική με αβίαστη ροή και την σωστή δόση χιούμορ και τρόμου, που χωρίς αμφιβολία άφησε το σημάδι της επηρεάζοντας αρκετές μεταγενέστερες slasher ταινίες. 

Τρίτη 17 Αυγούστου 2021

The Abominable Dr. Phibes 1971

The Abominable Dr. Phibes 1971

Ο Σατανικός Δόκτωρ Φάιμπς


Σκηνοθεσία: Robert Fuest

Σενάριο: James Whiton, William Goldstein

Είδος: Crime, Drama, Fantasy, Horror ΔΕ 70, Mystery, Thriller, Vincent Price

Διάρκεια: 01:34

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Vincent Price: Dr. Anton Phibes

Joseph Cotten: Dr. Vesalius

Virginia North: Vulnavia

Terry-Thomas: Dr. Longstreet

Sean Bury: Lem Vesalius

 

Εννέα γιατροί αρχίζουν να πεθαίνουν ένας ένας με τραγικούς τρόπους, μετά την αποτυχία τους να σώσουν τη ζωή της γυναίκας του Dr. Phibes σε μία εγχείρηση. Και ο ίδιος ο Phibes υποτίθεται ότι δεν ζει πια, ότι πέθανε σε ατύχημα όταν έμαθε το θάνατο της γυναίκας του. Ο μυστηριώδης και πολυμήχανος όμως αυτός επιστήμονας δεν έχει χαθεί ακόμα και διψώντας για εκδίκηση, με τη βοήθεια της βοηθού του, σκοτώνει με πολύ ιδιαίτερους τρόπους που θυμίζουν τις βιβλικές πληγές της Αιγύπτου.

Η σκηνοθεσία είναι του Robert Fuest και πρωταγωνιστής ο υπέροχος Vincent Price, του οποίου η ερμηνεία είναι ανατριχιαστική. Συνηθισμένος ρόλος γι' αυτόν ο ρόλος του εκδικητή, εδώ όμως διαφέρει γιατί δεν παίζει έναν συνηθισμένο άνθρωπο. Ο Phibes κανονικά δεν μπορεί να μιλήσει μετά το ατύχημα που είχε και η φωνή του ακούγεται από έναν μηχανισμό που έχει φτιάξει. Ο Price λοιπόν έχει το δύσκολο έργο να στηρίξει αυτά που ακούγονται να λέει, χωρίς να μιλάει, μόνο με τις εκφράσεις του και το καταφέρνει τέλεια, αποδεικνύοντας για άλλη μία φορά πόσο μεγάλος ηθοποιός είναι. Επίσης, οι θάνατοι είναι τέλειοι και θα έλεγα καλλιτεχνικοί. Αγαπημένη και ανατριχιαστική ταυτόχρονα σκηνή για μένα, είναι όταν ο Phibes παίζει μία μακάβρια μελωδία στο πιάνο του, ντυμένος με μαύρη κάπα σαν άγγελος του θανάτου.

 




 

  

Παρασκευή 23 Ιουλίου 2021

LES LEVRES ROUGES 1971

LES LEVRES ROUGES 1971

Daughters Of Darkness

Οι Κόρες της Νύχτας


Σκηνοθεσία: Harry Kumel

Σενάριο: Pierre Drouot, Harry Kumel, Jean Ferry, Manfred R. Kohler

Είδος: Action, Adventure, Horror ΔΕ 70, Thriller

Διάρκεια: 01:40

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Delphine Seyrig: Countess Bathory

John Karlen: Stefan

Danielle Ouimet: Valerie

Andrea Rau: Ilona

Paul Esser: Hotel clerk

 

Το Βέλγιο είναι μια χώρα χωρίς καμία απολύτως παράδοση στο χώρο του σινεμά και πόσο μάλλον στον πιο εξειδικευμένο χώρο του σινεμά τρόμου. Όμως δεν θα μπορούσε να έλειπε ένα δείγμα της συγκεκριμένης σκηνής από τον οργασμό παραγωγών cult τρόμου της δεκαετίας του 70, μια περίοδος που έστρεψε τους περισσότερους Ευρωπαίους ανεξάρτητους δημιουργούς στο είδος για λόγους εμπορικότητας και όχι μόνο. Αποτέλεσμα το DAUGHTERS OF DARKNESS, η μια και μοναδική Βελγική παραγωγή του σε άνθιση Euro- horror που με τις ταινίες του πρωτοπόρου Jess Franco είχε κάνει το μπαμ διεθνώς.

Όμως η ταινία του γεννημένου στην Αμβέρσα σκηνοθέτη του MALPERTUIS, Harry Kumel, καταφέρνει να φτάσει σε μεγαλύτερα επίπεδα αρτιότητας και καλλιτεχνικής τελειότητας από οποιαδήποτε δουλειά του Ισπανού Σουλτάνου του Sleaze ή ακόμα από τις σκοτεινά ερωτικές ταινίες βρικολάκων του Jean Rollin. Ο Kumel φτιάχνει για πολλούς την απόλυτη ερωτική ιστορία βρικολάκων στο ευρωπαϊκό σινεμά της δεκαετίας του 70 αριστεύοντας εκεί που οι προκάτοχοι του έδειξαν μια τάση προς περισσότερο sleaze και αναίτιο γυμνό σε βάρος του καλλιτεχνικού οράματος του οποίου πιθανότατα να είχαν.

Το DAUGHTERS OF DARKNESS δείχνει από τα πρώτα λεπτά ότι δεν πρόκειται να είναι η τυπική Euro- Sleaze ταινία από τις πρώτες νότες της επιβλητικής μουσικής του Francois de Roubaix. Αυτή, όπως και ολόκληρη η ταινία, κολλάει στο μυαλό και ξεκαθαρίζει από την αρχή ότι η ομάδα παραγωγής δεν έκανε πλακίτσα για να βγάλει ένα φράγκο παραπάνω, αλλά ο Kumel και η παρέα του έφτιαξαν κάτι πραγματικά σημαντικό στη σκηνή που αξίζει να σχολιαστεί σαν ξεχωριστή οντότητα και πέρα από τα στενά πλαίσια του Euro- Horror και sleaze του Jess Franco και των λοιπών, είδος στο οποίο κατατάσσεται αναγκαστικά αλλά όχι ουσιαστικά.

Η ιστορία ξεκινάει στο Βέλγιο των αρχών της δεκαετίας του 70 όπου το νιόπαντρο ζευγάρι Stefan (John Karlen) και Valerie (Danielle Ouimet) καταφθάνουν σε ένα άδειο ξενοδοχείο της Οστάνδης για να απολαύσουν το μήνα του μέλιτός τους. Ο Stefan και η Valerie παντρεύτηκαν κρυφά στην Ελβετία λίγες μέρες πριν, κάτι που δεν έμαθε ποτέ η καταπιεστική μητέρα του και το οποίο η Valerie θέλει να της πει πάση θυσία ο νέος της σύζυγος για να δείξει ότι ανεξαρτητοποιείται τώρα που είναι παντρεμένος άνθρωπος.

Το ζευγάρι διαβάζοντας για μια σειρά αποτρόπαιων φόνων που γίνεται στη χώρα κατά τους οποίους τα θύματα που είναι συνήθως νεαρές και όμορφες γυναίκες βρίσκονται στραγγισμένα από αίμα πηγαίνει στο Μπρυζ όπου και γίνονται μάρτυρες της ανακάλυψης ενός ακόμα πτώματος. Όμως ενώ στα μάτια της Valerie υπήρχε μόνο φόβος και απέχθεια, ο Stefan έδειξε παράξενα σημάδια ερωτικής διέγερσης στη θέα του άψυχου κορμιού.

Πίσω στο ξενοδοχείο στην Οστάνδη, το ζευγάρι γνωρίζεται με την πανέμορφη κόμισσα Elizabeth Bathory (Delphine Seyrig) που μόλις κατέφθασε στο ξενοδοχείο με την όμορφη γραμματέα της, Ilona (Andrea Rau). Η μυστηριώδης κόμισσα δείχνει από την αρχή μεγάλο ενδιαφέρον στο ζευγάρι και ιδίως στην όμορφη Valerie, αλλά ο μεσήλικας γκρουμ του ξενοδοχείο μοιάζει να αναγνωρίζει την κόμισσα από την διαμονή της στο ίδιο ξενοδοχείο 40 χρόνια στο παρελθόν. Αυτό φυσιολογικά το αρνείται η το πολύ στα 35 της κόμισσα, αλλά δεν φαίνεται να πείθει τον γκρουμ, ούτε και έναν σε σύνταξη μπάτσο που επίσης την θυμόταν από μια παρόμοια σειρά φόνων που είχε γίνει 40 χρόνια πριν.

Οι γνώστες της μυθολογίας θα έχουν ήδη μαντέψει ότι η κόμισσα είναι η ίδια που έδρασε πριν 40 χρόνια και που κατάφερε να κρατηθεί νέα με την γνώριμη μέθοδο του μπάνιου σε γυναικείο αίμα και της κατάποσης αυτού, απρόθυμη δωρεά των δεκάδων νεαρών κοριτσιών που σκότωσε και συνέχισε να σκοτώνει μέχρι τώρα με τη βοήθεια της γραμματέας της και τώρα έχει ρίξει τα δίχτυα της στο νεαρό ζευγάρι που είναι κάτι σαν ένα παιχνίδι γι αυτή. Η πανέμορφη αιωνόβια ευγενής επιστρατεύει όλη της την πειθώ και αρχίζει ένα ψυχολογικό ερωτικό παιχνίδι παίζοντας με τις αδυναμίες του ζευγαριού. Ο μεν Stefan αρχίζει να έχει ακόμα περισσότερη μακάβρια έλξη προς την βίαιη ιστορία της Bathory, ενώ η Valerie αρχίζει να φοβάται τόσο τον άνδρα της που μέρα με τη μέρα αλλάζει, όσο και τη φαινομενικά καλόκαρδη και γλυκομίλητη κόμισσα, μέχρι που παραδίνεται στις ορέξεις της.

Ο λόγος που κάθισα και αποκάλυψα έτσι απροκάλυπτα την υπόθεση είναι ότι το DAUGHTERS OF DARKNESS είναι από εκείνες τις σπάνιες περιπτώσεις που ακόμα και κανείς να ξέρει ακριβώς τι πρόκειται να γίνει αυτό δεν μειώνει ούτε στο ελάχιστο τα συναισθήματα της πρώτης προβολής. Άλλωστε το ενδιαφέρον του Harry Kumel δεν είναι η υπόθεση καθαυτή, η οποία σε γενικές γραμμές δεν κρύβεται και είναι όσο προβλέψιμη όσο θα μπορούσε, αλλά ο τρόπος με τον οποίο την παρουσιάζει.

Και ο τρόπος αυτός είναι πραγματικά εντυπωσιακός από όλες τις απόψεις. Ο Kumel κάνει μια απίστευτα καλογυρισμένη ταινία που βρίθει από καλλιτεχνικό όραμα που σπάνια συναντάμε σε exploitation παραγωγές της εποχής. Κάθε σκηνή στην ταινία είναι εξαντλητικά μελετημένη, ζυγισμένη και προσεκτικά σχεδιασμένη σαν μέρος ενός εκπληκτικού πίνακα ζωγραφικής ώστε να προσθέτει ακόμα περισσότερο στο σκοτεινό κλίμα μακάβριου ερωτισμού που δημιούργησε ο Kumel.

Έτσι, η ατμόσφαιρα είναι πλούσια, ονειρική και πανταχού παρούσα και καλύπτει με άνεση τα αργά σημεία στην εξέλιξη που δυστυχώς δεν καταφέρνει να αποφύγει η ομάδα παραγωγής, όπως και λίγες σεναριακές αμηχανίες και ανεπιτήδευτα αστείες σκηνές. Από τα σχεδόν σουρεαλιστικά πλάνα μέσα και έξω από το ξενοδοχείο, την επιτηδευμένη χρήση έντονων χρωμάτων όπως το κόκκινο και το πράσινο και την συγκρατημένη χρήση του ερωτικού στοιχείου, ο Kumel φτιάχνει μια αληθινή ταινία- σταθμό στο υποείδος του βαμπιρικού ερωτισμού που ήταν σε άνθιση εκείνη την εποχή.

Όμως τεράστιο μερίδιο στην επιτυχία του DAUGHTERS OF DARKNESS έχει και η πρωταγωνίστρια, Delphine Seyrig, μια αληθινή σταρ του Ευρωπαϊκού σινεμά της εποχής που έκανε χάρη στον Kumel και την παρέα του με το να πρωταγωνιστήσει σε μια low- budget παραγωγή τρόμου. Η Seyrig κλέβει με άνεση την παράσταση και ενσαρκώνει ίσως την καλύτερη κόμισσα Bathory από καταβολής σινεμά τρόμου. Ακαθόριστα απειλητική, απίστευτα ερωτική χωρίς να αποκαλύπτει τα κάλλη της σε καμία στιγμή, η Delphine Seyrig είναι η μοιραία γυναίκα της ιστορίας στην οποία δεν μπορούν να αντισταθούν ούτε οι άνδρες ούτε οι γυναίκες. Είναι η αληθινή προσωποποίηση του κακού, πανέμορφη, μοιραία και αεράτη και είναι αληθινά απολαυστική όση ώρα βρίσκεται σε πρώτο πλάνο.

Πέρα από το έντονο καλλιτεχνικό στοιχείο και την ερμηνεία της Delphine Seyrig, το DAUGHTERS OF DARKNESS έχει διάσπαρτα πολλά από τα στοιχεία που περιμένουν οι θιασώτες του Euro- horror. Έχει αρκετό γυμνό και μακάβριο ερωτισμό που από ένα σημείο και μετά παίρνουν τα ηνία του ενδιαφέροντος, αλλά ακόμα κι αυτά τα τυπικά exploitation στοιχεία παρουσιάζονται σαν γαρνιτούρα από τον Kumel σε ένα πολύ μεγαλύτερο σχέδιο. Το sex ναι μεν υπάρχει (άλλωστε στη δεκαετία του 70 βρισκόμαστε), αλλά σε καμία περίπτωση δεν προσπαθεί να κλέψει τη δόξα από τη συνολική εικόνα μιας σχεδόν αριστουργηματικής προσπάθειας που καταφέρνει να είναι επιβλητική, τρομακτική και εντυπωσιακή χωρίς να καταφεύγει σε φτηνά τεχνάσματα gore και αχαλίνωτου sleaze που θα είχαν τον πρώτο λόγο σε αντίστοιχες παραγωγές του Jess Franco και πιθανώς και του Jean Rollin.

Και μην γελιέται κανείς. Η δύναμη και η αποτελεσματικότητα της ταινίας δεν έχει χαθεί ούτε στο ελάχιστο παρά τα 55 και πλέον χρόνια που έχουν περάσει από τότε που γυρίστηκε. Πρόκειται για μια διαχρονική δημιουργία που διατηρεί την φρεσκάδα της και το χρώμα της σαν να μην πέρασε μια μέρα, και δείχνει ότι όσο και να παλιώσει απλά θα μοιάζει καλύτερη, σαν μια σπάνια ποικιλία κρασιού την οποίο θα απολαύσουν κυρίως οι γνώστες.

Και ακριβώς αυτό είναι το DAUGHTERS OF DARKNESS. Μια σπάνια και μαγική στιγμή του ευρύτερου Euro- horror που ίσως να μην απευθύνεται στο τυπικό κοινό της σκηνής, αλλά που σε κάθε περίπτωση είναι πανέμορφη, με μεγάλο βάθος τόσο στην υπόθεση όσο και στους χαρακτήρες και που σίγουρα συγκαταλέγεται μέσα στις μεγαλύτερες στιγμές του Βελγικού και Ευρωπαϊκού σινεμά τρόμου των 70’s και όχι μόνο.

Ένας θρίαμβος του Harry Kumel που επιτυγχάνει με χαρακτηριστική άνεση σε όλα ανεξαιρέτως τα μέτωπα. Τόσο σαν καλλιτεχνική δημιουργία και όραμα όσο και σαν καθαρή και sleazy ταινία τρόμου, το DAUGHTERS OF DARKNESS είναι μια σχεδόν τέλεια δουλειά που δεν πρέπει να λείπει από καμία ταινιοθήκη τρόμου και όχι μόνο.