Πέμπτη 30 Ιουλίου 2020

Juno And The Paycock 1930


Juno And The Paycock 1930
Η Ήρα και το παγόνι


Σκηνοθεσία: Alfred Hitchcock
Σενάριο: Sean O'Casey, Alfred Hitchcock
Είδος: Drama
Διάρκεια: 1h 25min
Γλώσσα: Αγγλικά
Παίζουν:
Maire O'Neill= Κα. Maisie Madigan
Edward Chapman = Καπετάνιος Boyle
Sidney Morgan = 'Joxer' Daly
Sara Allgood = Κα. Boyle ('Juno')
John Laurie = Johnny Boyle
Dave Morris = Jerry Devine
Kathleen O'Regan = Mary Boyle


Στις παραγκουπόλεις του Δουβλίνου κατά τη διάρκεια του Ιρλανδικού Εμφυλίου Πολέμου, ο καπετάνιος Boyle (Edward Chapman) ζει σε ένα διαμέρισμα δύο δωματίων με τη σύζυγό του Juno (Sara Allgood) και τα δύο μικρά παιδιά τους Mary (Kathleen O'Regan) και Johnny (John Laurie) ). Η Juno αποκαλεί τον σύζυγό της "το Paycock", (παγόνι), γιατί τον θεωρεί τόσο χρήσιμο και μάταιο όσο το παγώνι. Η Juno δουλεύει ενώ ο καπετάνιος γυροφέρνει στο διαμέρισμα όταν δεν πίνει τα λιγοστά οικονομικά της οικογένειας στο μπαρ της γειτονιάς.


Η κόρη της Mary έχει δουλειά, αλλά απεργεί ενάντια στη άσχημη συμπεριφορά της εργοδοσίας εις βάρος ενός συναδέλφου της. Ο γιος Johnny έχει καταστεί σχεδόν ανάπηρος αφού έχασε ένα χέρι και τραυματίστηκε σοβαρά στο γοφό του σε μια μάχη με τους Black και Tans κατά τη διάρκεια του Ιρλανδικού Πολέμου της Ανεξαρτησίας. Αν και ο Johnny έχει πάει με την πλευρά που είναι κατά κατά της Συνθήκης, κατέδωσε στην Ιρλανδική αστυνομία ένα μέλος του  IRA που στη συνέχεια το εκτέλεσαν. Ο Paycock λέει στον φίλο του Joxer (Sidney Morgan) την αηδία του για τον πληροφοριοδότη, αγνοώντας ότι αυτός είναι ο γιος του. Ο IRA υποψιάζεται τον Johnny και τον διατάζει να παρουσιαστεί για ανάκριση, αλλά αυτός αρνείται, διαμαρτυρόμενος υσχηριζόμενος ότι οι πληγές του δείχνουν ότι έχει κάνει το χρέος του για την Ιρλανδία.


Ο καπετάνιος πληροφορείται ότι θα λάβει μία σημαντική κληρονομιά. Χαρούμενος ο καπετάνιος δανείζεται χρήματα έναντι της της κληρονομιάς (που δεν έχει ακόμη λάβει), και τα ξοδεύει αβάστα σε νέα έπιπλα και ένα γραμμόφωνο. Οι οικογενειακοί φίλοι προσκαλούνται σε ένα αυτοσχέδιο πάρτι.


Ο καπετάνιος μαθαίνει σύντομα ότι η κληρονομιά έχει χαθεί επειδή ο Μπένταμ έκανε λάθος στη σύνταξη της διαθήκης. Ο καπετάνιος κρατά μυστικό τα κακά νέα μέχρι να εμφανιστούν οι πιστωτές. Ακόμη και ο Joxer διαδίδει με χαρά τα νέα της ανύπαρκτης κληρονομιάς στους πιστωτές. Το κατάστημα επίπλων κατασχέτει τα έπιπλα. Ο ράφτης απαιτεί χρήματα για τα νέα ρούχα. Η ιδιοκτήτρια του μπαρ κυρία Madigan (Maire O'Neill) παίρνει το γραμοφωνο για να καλύψει τα χρέη τρου καπετάνιου στο μπαρ.


Ωστόσο, το χειρότερο δεν έχει έρθει ακόμη. Η Mary αποκαλύπτει ότι έχει ντροπιάσει την οικογένεια όταν μείνει έγκυος από τον Κάρολο, ο οποίος εξαφανίστηκε μετά την αποκάλυψη. Ο πρώην αρραβωνιαστικός της, ο Τζέρι, διακηρύσσει την αγάπη του για τη Mary και προσφέρεται να την παντρευτεί μέχρι που έμαθε για την εγκυμοσύνη της. Κατά τη διάρκεια απουσίας των γονιών του, ο Τζόνι συλλαμβάνεται από τον IRA και το σώμα του αργότερα βρέθηκε γεμάτο σφαίρες. Συνειδητοποιώντας ότι η οικογένειά τους έχει καταστραφεί, η Mary δηλώνει: "Είναι αλήθεια. Δεν υπάρχει Θεός." Αν και πλήρως εξουθενωμένη η Juno, επιπλήττει την κόρη της, λέγοντας ότι θα χρειαστούν τόσο τον Χριστό όσο και την Παναγία για να αντιμετωπίσουν τη θλίψη τους. Μόνο, ωστόσο, θρηνεί τη μοίρα του γιου της μπροστά στα οικογενειακά εικονίσματα της άδειας κατοικίας, όντας πεπεισμένη ότι ο καπετάνιος θα παραμείνει άχρηστος και θα φύγει με τη Mary.
Η ταινία στο youtume:
https://www.youtube.com/watch?v=th7YIxy8d2o

Τρίτη 28 Ιουλίου 2020

Hell's Angels 1930


Hell's Angels 1930
Άγγελοι της κολάσεως


Σκηνοθεσία: Howard Hughes, Edmund Goulding
Σενάριο: Marshall Neilan, Joseph Moncure March
Είδος: Drama, War
Διάρκεια: 2h 7min
Γλώσσα: Αγγλικά
Υπότιτλοι: manos
Παίζουν:
Ben Lyon = Monte Rutledge
James Hall = Roy Rutledge
Jean Harlow = Helen
John Darrow = Karl Armstedt
Lucien Prival = Baron Von Kranz
Frank Clarke = Lt. von Bruen


Τα δύο αδέλφια, ο bon-viveur Monte Rutledgenen Lyon) και ο χαμηλών τόνων, συνεσταλμένος, αναρχικός Roy (James Hall) κατατάσσονται στην (τότε) ΡΑΦ για να πολεμήσουν τους Γερμανούς στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο.
Χωρίς να το ξέρει ο Roy, ο αδελφός του του έχει "κλέψει" την γυναίκα των ονείρων του, Helen (Jean Harlow), την οποία έχει αγιοποιήσει στα μάτια του, ενώ αυτή δεν είναι πολύ διαφορετική από μία ελαφριά ερωτική πεταλουδίτσα...
Οταν σε μία αποστολή στα βάθη της Γερμανίας το αεροπλάνο τους καταρρίπτεται και ο Roy θέλει να μιλήσει για να επιβιώσει, ο αδελφός του Marte παίρνει μία σκληρή απόφαση..


Πολεμική ταινία, η οποία όμως αφιερώνει χρόνο για να αναπτύξει την δραματική μορφή των κύριων χαρακτήρων της, με έντονες σκηνές αεροπορικών μαχών του Α παγκοσμίου. Τα πρωτόλεια αεροπλάνα της εποχής εμπλέκονται σε αερομαχίες, επιθέσεις εναντίον μεταγωγικών-zeppelin, βομβαρδισμούς επιγειων στόχων, αλλά και μεγαλειώδεις σκηνές καταστροφής αεροσκαφών στην μάχη.....
Οι ερμηνείες είναι μέτριες, με εξαίρεση αυτή της Harlow, που πράγματι υποδύεται την πρόστυχη Helen πειστικά και ατμοσφαιρικά.
Εντύπωση κάνουν το αντι-πολεμικό ξέσπασμα του Roy (μου φάνηκε απίστευτο πως "πέρασε" έτσι σε Αμερικανική ταινία του 1930...) και εκεί που ο καπετάνιος του Zeppelin διατάζει το πλήρωμα να "αυτοκτονήσουν" για να χάσει βάρος (και αυτοί, στο όνομα του Κάιζερ, πέφτουν από τα 2000 μέτρα...)!
Θα έλεγα ότι η ταινία του σκηνοθέτη, μεγιστάνα και ερημίτη Howard Hughes αξίζει περισσότερο για το αεροπορικό της μέρος δηλ.,την ιστορική καταγραφή των εναερίων πολεμικών μηχανών της εποχής, παρά για το ερμηνευτικό.


Η ταινία κόστισε 3,8 εκατομμύρια δολάρια στον κροίσος Howard Hugues. Ήταν τόσο μεγάλο το ποσό που ήταν απόλυτα φυσιολογικό ότι δεν έβγαλε κέρδη στην πρώτη της διανομή. Ήταν η ακριβότερη ταινία ως τότε.
Ο Hugues προσέλαβε αυθεντικούς πιλότους από τον Α Παγκόσμιο για να συμμετέχουν στη ταινία. Κι ο ίδιος, λάτρης της πτήσης, πέταξε για την ταινία, αλλά κατέληξε να συντριβεί με κάποια σπασμένα κόκαλα. Τρεις πιλότοι πέθαναν στα γυρίσματα, λόγω των απίστευτων τρικ που επέβαλε ο μεγαλομανής κροίσος.


Η ταινία είχε ξεκινήσει να γυρίζεται από το 1928 ως βωβή. Μάλιστα, η Greta Niessen είχε τον ρόλο που κατέληξε στην Jean Harlow. Όταν βγήκαν τα ηχητικά συστήματα, η ταινία ξεκίνησε από την αρχή.


Η ταινία γυρίστηκε ασπρόμαυρη με οχτώ λεπτά δίχρωμου Technicolor. Αυτά τα λεπτά είναι τα μόνα έγχρωμα στην καριέρα της Jean Harlow. Όμως, ο Hugues έβαλε τους τεχνικούς του να χρωματίσουν καρέ-καρέ κι όλη την υπόλοιπη ταινία με το χέρι. Μάλιστα, επειδή ήθελε πολλές κόπιες, οι τεχνικοί έπρεπε να κάνουν τα ίδια σε όλες!
Τα αυθεντικά έγχρωμα καρέ είχαν εξαφανιστεί για πάρα πολλά χρόνια. Δέκα χρόνια, όμως, από τον θάνατο του John Wayne (1989), ο γιος του, Michael, ανακοίνωσε πως βρήκε μια κόπια στα αρχεία του πατέρα του. Πάνω σε αυτήν στηρίχθηκε η αποκατάσταση της. Ο διάσημος σταρ είχε παίξει στο Jet Pilot του Hugues κι εκεί, λογικά, του είχε δοθεί ως δώρο η κόπια.


Η ταινία —μετά από τόσα χρόνια— δεν θα έλεγα ότι βλέπεται μόνο για εγκυκλοπαιδικούς σκοπούς. Οι σκηνές αερομαχιών είναι όντως πολύ εντυπωσιακές και οι δραματικές σκηνές στο τέλος της ταινίας είναι επίσης συναισθηματικά δυνατές. Βέβαια, σε πολλά σημεία φαίνεται ότι η ταινία ξεκίνησε ως βωβή αλλά με την έλευση του ήχου αναγκάστηκαν(;) οι ηθοποιοί να πετάνε ατάκες ο ένας στον άλλο για να γεμίσουν το διάλογο, δυστυχώς.

Η ταινία στο youtube:


Κυριακή 26 Ιουλίου 2020

Un Chien Andalou 1929


Un Chien Andalou 1929
Ο Ανδαλουσιανός σκύλος


Σκηνοθεσία: Luis Buñuel
Σενάριο: Salvador Dalí
Είδος: Short, Fantasy, Horror
Διάρκεια: 16min
Μεσότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο
Παίζουν:
Simone Mareuil = Το νέο κορίτσι
Pierre Batcheff = Ο Άνδρας


Ένας άνδρας ακονίζει το μαχαίρι του πλάι στο ανοιχτό παράθυρο. Η πανσέληνος χωρίζεται στη μέση από μία λωρίδα σύννεφου. Στην αμέσως επόμενη σκηνή, μία γυναίκα κάθεται παραδομένη, καθώς τα αντρικά χέρια ανοίγουν διάπλατα το ένα της μάτι και το κόβουν στη μέση με την ακονισμένη λεπίδα. Και ενώ η ζελατίνη έχει μόλις χυθεί από το σχισμένο μάτι, η γυναίκα εμφανίζεται ακέραιη στο δωμάτιό της, να παρατηρεί έναν ποδηλάτη, ντυμένο με κοριτσίστικη ποδιά, που διασχίζει το δρόμο κάτω από το σπίτι της και σωριάζεται στο πεζοδρόμιό της. Ένα μαύρο κουτί με λεπτές άσπρες ρίγες εμφανίζεται στο λαιμό του ποδηλάτη και έπειτα στο κρεβάτι της γυναίκας. Ένας απατημένος σύζυγος πυροβολεί μέχρι θανάτου το είδωλό του, αφού πρώτα σέρνει με τα ίδια του τα χέρια, έναν τοίχο, τα έπιπλα ενός δωματίου, ένα πιάνο γεμάτο πτώματα μουλαριών και δύο νεκρούς φοιτητές της θεολογίας. Και η λίστα με τις αναπάντεχες σκηνές συνεχίζεται. Γιατί στον "Ανδαλουσιανό σκύλο" μπορεί κανείς να δει οτιδήποτε δεν θα περίμενε ποτέ από μία ταινία. Δεν θα δει, ωστόσο, κανέναν Ανδαλουσιανό. Ούτε και κανέναν σκύλο.


Το κυριολεκτικό περιεχόμενο της έννοιας avant-garde, είναι η ομάδα εκείνη της φρουράς που πάει μπροστά σε μία μάχη. Που ηγείται της επίθεσης, που πρώτη εισβάλλει στον εχθρικό χώρο. Και που κατά κύριο λόγο πέφτει πρώτη. Σε όρους τέχνης, το περιεχόμενο δεν διαφοροποιείται και τόσο. Avant-garde είναι η ομάδα καλλιτεχνών που πρώτη αμφισβητεί, απορρίπτει και επαναπροσδιορίζει την καλλιτεχνική γλώσσα. Αποποιείται τις νόρμες και τις φόρμες και οδηγεί μπροστά την τέχνη. Με όραμα ατόφια ιδιοτελές αλλά και ειλικρινά αλτρουιστικό, οι καλλιτέχνες της avant-garde "αυτο-ικανοποιούνται" μέσα από την ολοκλήρωση της παρθενικής, προσωπικής τους δημιουργίας, αλλά και από την συνεισφορά τους στην ουσιαστική πρόοδο της ίδιας της τέχνης.


Δεν είναι καθόλου παράξενο που η avant-garde του σινεμά εμφανίστηκε στη Γερμανία και τη Γαλλία του 1920, μόλις δύο δεκαετίες, αφότου ο κινηματογράφος άρχισε να αντιμετωπίζεται λιγότερο σαν ατραξιόν των τσίρκων και των περιφερόμενων πανηγυριών και περισσότερο ως ένα αυτόνομο μέσο διασκέδασης ή και ψυχαγωγίας. Ή ακόμα και καλλιτεχνικής έκφρασης. Η τέχνη με την πιο ραγδαία εξέλιξη από όλες και τον ταχύτερο εναρμονισμό με την ανθρώπινη αντίληψη, μέσα σε λιγότερο από είκοσι χρόνια είχε ήδη εγκλωβιστεί: σε σκηνοθετικές συνήθειες, σεναριακές κοινοτοπίες και μία σχεδόν ψυχαναγκαστική, αφηγηματική συνέπεια, μία άγονη, ρεαλιστική αναπαραστατικότητα. Η avant-garde αποτέλεσε την αναγκαία αυτοκαταστροφή και αποδόμηση του σινεμά. Ο "Ανδαλουσιανός σκύλος" έχει μείνει στην ιστορία του σινεμά ως το πιο θρασύ μπουρλότο.


Βασισμένο σε δύο όνειρα, ένα του Louis Bunuel και ένα του Salvador Dali, ο "Ανδαλουσιανός σκύλος" αποτελεί πρώτα απ' όλα το προσωπικό ημερολόγιο δύο από τις πλέον αναρχικές μορφές της τέχνης του εικοστού αιώνα. Ένθερμοι οπαδοί του Andre Bretton και του κινήματος των σουρεαλιστών, αλλά και υποστηρικτές της φροϋδικής χαρτογράφησης της ανθρώπινης συνείδησης, οι δύο καλλιτέχνες φανερώνουν στο πανί τις προσωπικές τους εμμονές. Ο Bunuel ξεκινά με την πρώτη του κιόλας ταινία, την πολυετή επίθεσή του στον καθωσπρεπισμό της μεγαλοαστικής κοινωνίας, την γραφικότητα της Εκκλησίας και σε κάθε άλλη επιβολή κοινωνικών περιορισμών. Ο Dali εκμεταλλεύεται την ευκαιρία να δώσει ζωή στους πίνακές του. Το ανθρώπινο, γυναικείο κορμί, τα αεικίνητα μυρμήγκια, τα αυτόνομα ανθρώπινα μέλη, βγαίνουν από τις κορνίζες και περιφέρονται ζωντανά στο κάδρο της ταινίας. Κι όλα αυτά, σε μία ιστορία, που διαδραματίζεται "εχθές", "μετά από οκτώ χρόνια", "το ίδιο απόγευμα".


Πέρα από ένα προσωπικό εγχείρημα, ο "Ανδαλουσιανός σκύλος" παραμένει πράγματι μία σπουδαία στιγμή στην ιστορία του σινεμά. Γιατί καταγγέλλει τον ευνουχισμό της κινηματογραφικής τέχνης. Θυμίζει οι κανόνες του ρεαλισμού, της συνέχειας, της ομαλής ροής δεν αποτελούν φύση, αλλά ανωμαλία του σινεμά, έναν ανεπίτρεπτο ακρωτηριασμό της δυνατότητάς του να φέρνει μαζί στοιχεία ασύνδετα, να βασίζεται στα ίδια τα δικά του εκφραστικά μέσα, τις γραμμές, τις φόρμες, τις κινήσεις, και να αναπαριστά στιγμιότυπα πέρα από την πραγματικότητα. Γιατί το σινεμά είναι μία εμπειρία ονειρική. Ο θεατής βρίσκεται σε έναν σκοτεινό θάλαμο, καθηλωμένος, και παρακολουθεί εικόνες να προβάλλονται σε μία φωτεινή οθόνη. Η avant-garde είχε πρώτη το θάρρος να δείξει στο θεατή αυτό που όφειλε να δει, στο δεδομένο περιβάλλον: ένα όνειρο. Αποσπασματικό, ασύνδετο, βασανιστικά δυσερμήνευτο.



Der Blaue Engel 1930


Der Blaue Engel 1930
Ο ΓΑΛΑΖΙΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ


Σκηνοθεσία: Josef von Sternberg
Σενάριο: Heinrich Mann, Carl Zuckmayer
Είδος: Drama, Music
Διάρκεια: 1h 44min
Γλώσσα: Γερμανικά
Υπότιτλοι: cerigo
Παίζουν:
Emil Jannings = Καθηγητής Immanuel Rath
Marlene Dietrich = Lola Lola
Kurt Gerron = ο μάγος
Rosa Valetti            = Guste, η γυναίκα του
Hans Albers = Mazeppa, Ο δυνατός άνδρας
Reinhold Bernt = Ο κλόουν


Ο καθηγητής Ρατ, εργάζεται σε ένα λύκειο και είναι ο τυπικός, παλαιών αρχών αυστηρός δάσκαλος, που ζει μια άχαρη, μίζερη και άδεια ζωή. Δεν ξέρει τίποτα άλλο από σπίτι-δουλειά. Καταπιέζει τους μαθητές του, που τον τρέμουν, και δεν ζει καμιά χαρά. Όταν ανακαλύπτει ότι μερικοί μαθητές του συχνάζουν σε ένα καμπαρέ, τον «Γαλάζιο άγγελο», αποφασίζει να πάει εκεί, για να τους βρει για να τους πιάσει. Εκεί, όμως βρίσκεται αντιμέτωπος με κάτι που δεν είχε ποτέ φανταστεί: στη σκηνή του καμπαρέ, βγαίνει η σαγηνευτική τραγουδίστρια Λόλα Λόλα, η οποία, με τολμηρή εμφάνιση, τραγουδά για τον έρωτα και την ελεύθερη φύση του. Ο Ρατ, αντί να μαλώσει τους μαθητές του, μπλέκεται στα δίχτυα του έρωτα της νεαρής αυτής πανέμορφης καμπαρετζούς.


Μέσα του ξεσπά ένα άσβεστο πάθος για την Λόλα, που δεν σταματά πουθενά. Ο ξεπεσμός του καθηγητή αρχίζει. Η Λόλα τον κάνει κυριολεκτικά ό,τι θέλει και ο Ρατ όλο και περισσότερο βυθίζεται σε αυτό τον κόσμο των ύποπτων νάιτκλαμπ και χάνει το κοινωνικό του στάτους και την αξιοπρέπειά του, για χάρη της περίφημης Λόλα…


Ένας ρόλος που έφερε την διεθνή αναγνώριση του τεράστιου ταλέντου της Marlene Dietrich και έδωσε συνέχεια στην αποθέωση του Jannings, που μόλις είχε κερδίσει το πρώτο Όσκαρ ανδρικού ρόλου στην ιστορία και είχε ήδη πρωταγωνιστήσει με τεράστια επιτυχία σε ταινίες του Murnau. Τραγούδι, γοητεία και στοιχεία του γερμανικού εξπρεσιονισμού στις αρχές του ομιλούντος κινηματογράφου.


Earth 1930


Earth 1930
ΓΗ


Σκηνοθεσία: Aleksandr Dovzhenko
Σενάριο: Aleksandr Dovzhenko
Είδος: Drama
Διάρκεια: 1h 15mi
Παίζουν:
Stepan Shkurat = Opana
Semyon Svashenko = Vasili 'Basil' Opan)
Yuliya Solntseva = Αδελφή του
Yelena Maksimova = Natalya – Αρραβωνιαστικιά του
Nikolai Nademsky = Semyon 'Simon' Opanas
Ivan Franko = Arkhip Whitehorse – Πατέρας του


Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι η Γη είναι το πιο σημαντικό επίτευγμα του εντυπωσια­κού σοβιετικού βωβού κινηματογράφου. Ο Dovzhenko ήταν ένας νεωτεριστής που εμπνε­όταν από τη λαϊκή τέχνη – σε αντίθεση με τους σύγχρονούς του Marc Chagall και Sholem Aleichem. H ωδή του στην έναρξη της κολεκτιβοποίησης στην Ουκρανία είναι γεμάτη από παραληρηματικές εικόνες : χωράφια με στάρια που σαλεύουν με τον άνεμο, εικόνες με ώριμα φρούτα, άλογα που τρέπονται σε φυγή. Οι χωρικοί υποδέχονται με χαρά το νέο τρα­κτέρ και αρχίζουν να ονειρεύονται μια καινούρια ζωή.


Οι κουλάκοι όμως (οι μικροϊδιοκτήτες γης) που έχουν απομείνει συνωμοτούν με σκοπό να δολοφονήσουν τον αρχηγό του κομματικού συμβουλίου του χωριού. Ο θάνατός του ωστόσο κάνει τους χωρικούς ακόμα πιο αποφασιστικούς. Το φινάλε της ταινίας συγκλονίζει το θεατή. καθώς ο Dovzhenko συν­δυάζει τα θέματα της γέννησης, του θανάτου, του τρύγου, της προόδου και


Ωστόσο, μια απλή περίληψη της υπόθεσης δεν μπορεί να αποδώσει την εκπληκτική αι­σθητική της ταινίας, που δεν εκτιμήθηκε από τη σοβιετική λογοκρισία. Ανάμεσα στις σκηνές που αφαιρέθηκαν είναι αυτή στην οποία, ως σύμβολο ενότητας, οι χωρικοί ουρούν πάνω στο τρακτέρ και η σκηνή όπου οι άνδρες αντλούν δύναμη και ανακούφιση βάζοντας τα χέρια τους μέσα στις μπλούζες των γυναικών. Αν κάποιος θέλει να εντοπίσει τις καταβολές του Andrei Tarkovsky, πρέπει να δει αυτή την ταινία.             
Η ταινία στο youtube:
   


L'age D'or 1930


L'age D'or 1930
Η ΧΡΥΣΗ ΕΠΟΧΗ


Σκηνοθεσία: Luis Buñuel
Σενάριο: Luis Buñuel, Salvador Dalí
Είδος: Comedy, Drama
Διάρκεια: 1h
Υπότιτλοι: PSiF
Παίζουν:
Gaston Modot = Ο άνδρας
Lya Lys = Η γυναίκα
Caridad de Laberdesque = Μαρκίσιος Chambermaid
Max Ernst = Αρχηγός των λιστών
Artigas = Κυβερνήτης
Lionel Salem = Δούκας του Blangis
Germaine Noizet = Μαρκήσιος X
Duchange = Μαέστρος της ορχίστρας
Bonaventura Ibáñez = Μαρκήσιος του X


Χρυσή Εποχή (πρωτότυπος τίτλος στα γαλλικά: L'Âge d'Or) είναι ο τίτλος υπερρεαλιστικής ταινίας του σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ, σε σενάριο του ιδίου και του ζωγράφου Σαλβαδόρ Νταλί.[1] Αποτελεί τη δεύτερη, κατά χρονολογική σειρά, συνεργασία του Μπουνιουέλ με τον Νταλί, που ακολούθησε την δημιουργία του Ανδαλουσιανού Σκύλου (1929). Παραγωγός της ταινίας ήταν ο Le Vicomte de Noailles, ο οποίος εξασφάλισε στον Μπουνιουέλ απόλυτη ελευθερία έκφρασης. Προβλήθηκε δημόσια, για πρώτη φορά, τον Οκτώβριο του 1930, στο Studio 28 του Παρισιού, προκαλώντας αρκετές αντιδράσεις, οι οποίες οδήγησαν τελικά στην απαγόρευσή της, με αφορμή ένα επεισόδιο στις 3 Δεκεμβρίου του 1930, όταν μέλη της εθνικιστικής γαλλικής Πατριωτικής Νεολαίας, διέκοψαν την προβολή της, προκαλώντας βανδαλισμούς. Μία εβδομάδα μετά το επεισόδιο, ο αρχηγός της γαλλικής αστυνομίας απαγόρευσε την ταινία εν ονόματι της διασφάλισης της δημόσιας τάξης. Μετά την επανέκδοσή της, προβλήθηκε για πρώτη φορά στην Αμερική, το 1979 και στο Παρίσι το 1981. Η κριτικός κινηματογράφος Pauline Kael, περιέγραψε τη Χρυσή Εποχή ως "την περισσότερο σκανδαλώδη" ταινία του Μπουνιουέλ, "υπερρεαλιστική, ονειρική και ηθελημένα πορνογραφικά βλάσφημη".


Η ταινία έχει κοινά στοιχεία με τον Ανδαλουσιανό Σκύλο και διακρίνεται από αμιγώς υπερρεαλιστικά χαρακτηριστικά, δίχως να ακολουθεί μία συμβατική, λογική ακολουθία γεγονότων, αν και κεντρικό και σταθερό ρόλο στην υπόθεση διαδραματίζει ο έρωτας ενός ζευγαριού. Μέσα από μία αλληλουχία εικόνων και σκηνών, οι Μπουνιουέλ και Νταλί εκφράζονται, μεταξύ άλλων, γύρω από την αστική τάξη, το φετιχισμό ή τους θεσμούς της οικογένειας και της εκκλησίας, συχνά με διάθεση παρωδίας και πρόκλησης. Ο ίδιος ο Μπουνιουέλ έγραψε για το έργο ότι αποτελούσε μία ταινία "για ένα τρελό έρωτα, για μια ακατανίκητη έλξη, που όποιες κι αν είναι οι συνθήκες, σπρώχνει τον ένα στον άλλο, έναν άντρα και μια γυναίκα που δεν καταφέρνουν ποτέ να ενωθούν".


O Μπουνιουέλ αναφέρει στην αυτοβιογραφία του πως αν και αρχικά ξεκίνησε να συνεργάζεται με τον Νταλί πάνω στη συγγραφή του σεναρίου, τελικά εξαιτίας συνεχών διαφωνιών μεταξύ τους, χώρισαν φιλικά και ολοκλήρωσε το σενάριο μόνος του. Σημειώνει ωστόσο πως ο Νταλί του έστελνε επιστολές με ιδέες, τουλάχιστον μία εκ των οποίων χρησιμοποιήθηκε στην ταινία και πρόκειται για τη σκηνή κατά την οποία ένας άνθρωπος περπατά με μία πέτρα πάνω στο κεφάλι περνώντας δίπλα από ένα άγαλμα που έχει επίσης μία πέτρα στο κεφάλι.

Η ταινία στο youtube:

Σάββατο 25 Ιουλίου 2020

The Love Parade 1929


The Love Parade 1929
Ερωτική Παρέλαση


Σκηνοθεσία: Ernst Lubitsch
Σενάριο: Ernest Vajda, Guy Bolton
Είδος: Comedy, Musical, Romance
Διάρκεια: 1h 47mi
Υπότιτλοι: miki-mik7
Παίζουν:
Maurice Chevalier = Κόμης Alfred Renard
Jeanette MacDonald = Βασίλισσα Louise
Lupino Lane = Jacques
Lillian Roth = Lulu
Eugene Pallette = Υπουργός πολέμου


Ο Ερνστ Λούμπιτς (γερμανικά: Ernst Lubitsch), (28 Ιανουαρίου 1892 - 30 Νοεμβρίου 1947)[1] ήταν Γερμανός, μετέπειτα πολιτογραφημένος Αμερικανός, σκηνοθέτης, ηθοποιός, σεναριογράφος και παραγωγός. Οι κωμωδίες του σατίριζαν τα κακώς κείμενα των σύγχρονων κοινωνιών, καθώς και διάφορες εθνικές ομάδες, τον κατέστησαν ως έναν από τους πιο οξυδερκείς σκηνοθέτες του Χόλυγουντ. Αποκαλούνταν Ο Μάγος της Κωμωδίας και τα έργα του χαρακτηρίζονταν από το άγγιγμα του Λούμπιτς. Μερικές από τις σημαντικότερές του ταινίες είναι: Ερωτική Παρέλαση (The Love Parade, 1930), Φασαρία στον Παράδεισο (Trouble in paradise, 1932), Ερωτικές καντρίλιες (Design for loving, 1933), Νινότσκα (Ninotchka, 1939), Να ζει κανείς ή να μη ζει (To Be or Not to Be, 1942) και Ο ουρανός ας περιμένει (Heaven Can Wait, 1943). Ο σκηνοθέτης προτάθηκε τρεις φορές για Όσκαρ Σκηνοθεσίας και το 1947 του απένειμαν Τιμητικό Όσκαρ.


Ο Μωρίς Ωγκύστ Σεβαλιέ (Maurice Auguste Chevalier, 12 Σεπτεμβρίου 1888 – 1η Ιανουαρίου 1972) ήταν Γάλλος ηθοποιός και τραγουδιστής. Ξεκίνησε ως τραγουδιστής σε μικρή ηλικία, έγινε γνωστός στις ΗΠΑ ανεβάζοντας την οπερέτα Dédé στο Μπρόντγουεϊ το 1922 και εξελίχθηκε ως ηθοποιός με την επικράτηση του ομιλούντος κινηματογράφου, από το 1928. Το 1930 ήταν υποψήφιος για βραβείο «Όσκαρ» για τις ταινίες The Love Parade (1929) και The Big Pond (1930).
Μετά από μεγάλο διάλειμμα, επέστρεψε στο Χόλυγουντ το 1957 με την ταινία Αριάν (αγγλ. τίτλος Love in the Afternoon) και το επόμενο έτος με την ταινία Ζιζί. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 πρωταγωνίστησε σε οκτώ ταινίες, με σημαντικότερες τις Can-Can (1960) και Φάννυ (1961). Το 1970 πραγματοποίησε την τελευταία συμμετοχή του στον κινηματογράφο, τραγουδώντας το τραγούδι των τίτλων στην ταινία του Ντίσνεϋ Οι Αριστόγατες.


Η Λουίζ, βασίλισσα της μυθικής Συλβανίας, κινδυνεύει να μείνει παρθένα για μια ζωή. Έτσι το βασίλειο πανηγυρίζει όταν γίνονται οι γάμοι με τον Γάλλο κόμη Ρενάρντ. Όμως, ο γάμος δεν πάει και τόσο τέλεια.
Η πρώτη ομιλούσα ταινία του Ernst Lubitsch θεωρείται το πρώτο μιούζικαλ στην ιστορία όπου οι στοίχοι έχουν άμεση σχέση με τη ροή του σεναρίου.


Die Weisse Holle Vom Piz Palu 1929


Die Weisse Holle Vom Piz Palu 1929
Η Λευκή κόλαση του Πιτς Παλού


Σκηνοθεσία: Arnold Fanck, Georg Wilhelm Pabst
Σενάριο: Arnold Fanck, Ladislaus Vajda
Είδος: Αction, Adventure, Drama
Διάρκεια: 2h 30min
Μεσότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο
Παίζουν:
Gustav Diessl = Dr. Johannes Krafft
Leni Riefenstahl = .          Maria Maioni
Ernst Petersen = Hans Brandt
Ernst Udet = Flieger Udet (as Flieger Ernst Udet)
Otto Spring = Christian Klucker (as Bergführer Spring)
Mizzi Götzel = Maria Krafft


Η σύζυγος του αλπινιστή γιατρού Johannes Krafft (Gustav Diessl) σκοτώνεται έπειτα από πτώση σε χαράδρα παγετώνων. Υπονοείται ότι  το δυστύχημα οφείλεται σε αμέλεια του γιατρού. Ο θάνατος της γυναίκας του στοιχειώνει τον Δρα Johannes Krafft, που περιπλανιέται μόνος αναζητώντας την γυναίκα του στις Άλπεις Bernina (σ.σ. κοντά στο St. Moritz), ενώ του βγαίνει το όνομα το «Πνεύμα του Βουνού». Δέκα χρόνια αργότερα ένα νιόπαντρο ζευγάρι, ο Karl Stern (Ernst Petersen) και η Maria Majoni (Leni Riefenstahl) φτάνουν στην καλύβα-καταφύγιο του Δρα Krafft. Ο  Δρ Krafft και η Maria νιώθουν αμοιβαία έλξη. Την άλλη μέρα ο Krafft και παρά τις προειδοποιήσεις ενός «οδηγού» για επερχόμενη θύελλα, φεύγει μόνος του για το Piz Palu, τον ακολουθεί όμως ο ζηλιάρης Karl. Η Maria τρέχει πίσω από τον Karl, που στην προσπάθειά του να ακολουθήσει τον Δρα  Krafft γκρεμοτσακίζεται (σ.σ. χρησιμοποιώ τον γενικό αυτό όρο, γιατί σε άλλες κόπιες έσπασε πόδι, σε άλλες κεφάλι). Παγιδεύονται στους πάγους, ενώ ο τραυματισμός του Karl τους υποχρεώνει να περάσουν την νύχτα στο βουνό, σ’ ένα μικρό απάγκιο. Η Maria και ο γιατρός μένουν δίπλα του, ενώ η ισχυρή χιονοθύελλα απειλεί τις ζωές τους. Κάποια στιγμή, περνώντας τυχαία από εκείνα τα μέρη, βλέπει το ζευγάρι, τον γιατρό και τον «οδηγό» ο αεροπόρος (σ.σ. της Βέρμαχτ)  Ernst Udet (παίζει ο ίδιος τον εαυτό του-video 16), που είναι και φίλος του Karl και της Maria. Ειδοποιεί τους διάσωσες. Εν τω μεταξύ,  ο Δρ Krafft βγάζει το σακάκι του και το προσφέρει στον Karl. Κατόπιν κουκούλωσε πιο ζεστά και την Maria. Εν συνεχεία σκαρφάλωσε σε ένα ρήγμα του πάγου, όπου κατά την διάρκεια της νύχτας πέθανε από το κρύο. Το ζευγάρι των επιζώντων και τον «οδηγό»   —με τις  χιονοστιβάδες να μαίνονται—    βρήκαν τελικά οι διασώστες, οι οποίοι μετά τις πρώτες βοήθειες, συνόδεψαν με ασφάλεια τον Karl και την Maria κάτω στην κοιλάδα.


Η αρχική κόπια της ταινίας των 150 λεπτών, ήταν χαμένη ως το 1996. Η μουσική του Willy Schmidt-Gentner που συνόδευε την αρχική κόπια, ήταν και παραμένει μέχρι σήμερα χαμένη. Ωστόσο, πριν την επίσημη πρεμιέρα στο Βερολίνο, «η Λευκή Κόλαση του Piz Palü» έκανε avant πρεμιέρες στην Στουτγάρδη την 1η Νοεμβρίου 1929 και στην Βιέννη στις 11 Νοεμβρίου του ιδίου έτους. Τις τέσσερις πρώτες βδομάδες προβολής της στο UFA Palast του Βερολίνου, το μεγαλύτερο την εποχή εκείνη κινηματοθέατρο του Βερολίνου, την ταινία είδαν περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι.


Το 1930 βγήκε μια αγγλική κόπια με ενσωματωμένη μουσική.
Το 1935 βγήκε άλλη μια κόπια με μουσική του Giuseppe Becce, ενώ η ταινία συντμήθηκε στα 92 λεπτά, αφού από το 1933 κυβερνούσαν οι Ναζί. Γιατί συντόμευσε η ταινία; Εξηγούμαι: Το «Karl Stern» ως εβραϊκό όνομα εξαφανίστηκε και έγινε «Hans Brandt». Κόπηκαν όλες οι σκηνές με τον Εβραίο ηθοποιό Kurt Gerron, ο οποίος δολοφονήθηκε στο  Auschwitz το 1944, σε ηλικία 47 ετών. Το 1950 ο Rolf Hansen έκανε ένα remake με τίτλο Föhn και πρωταγωνιστές τους Hans Albers και την Liselotte Pulver.


Η ταινία αποκαταστάθηκε πρόσφατα (1997) από την Ταινιοθήκη του Μονάχου και έχει διάρκεια 135 λεπτά, ενώ η προβολή συνοδεύεται από νέα μουσική που συνέθεσε ο Ashley Irwin το 1997 για την αποκατεστημένη βωβή κόπια της ταινίας. Κυκλοφορεί και σε DVD από το ARTE.