Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Charles Chaplin. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Charles Chaplin. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

The Circus 1928


The Circus 1928
Το Τσίρκο


Σκηνοθεσία: Charles Chaplin
Σενάριο: Charles Chaplin
Είδος: Charles Chaplin
Διάρκεια: 1h 12min
Παίζουν:
Charles Chaplin = Ο αλητάκος
Al Ernest Garcia = Ο ιδιοκτήτης του τσίρκου
Merna Kennedy = Η θετή του κόρη
Harry Crocker = Ένας σχοινοβάτης
George Davis = Ένας μάγος
Henry Bergman = Ένας γέρος κλόουν

Ένας αλητάκος γλυτώνει το κυνηγητό της αστυνομίας και καταλήγει να πιάνει δουλειά σε τσίρκο. Εκεί θα γνωρίσει και την γυναίκα των ονείρων του.


-Όχι, μια παλιά ταινία που έχει συνεισφέρει στον κινηματογράφο ως τέχνη δεν αποτελεί αυταπόδεικτα και καλή ταινία. Ίσως αυτό το κριτήριο να πρέπει να αξιολογεί τις ταινίες. Ίσως αν δεν υπήρχαν κάποιες από αυτές ο κινηματογράφος να ήταν πολύ χειρότερος σήμερα. Αυτά όμως αφορούν τους ιστορικούς, άντε και τους μελετημένους κριτικούς, δεν αφορούν τον θεατή. Προτάσσοντας λοιπόν την ιδιότητά μου ως αγνός θεατής θα πάω να δω το αριστούργημα της 7ης τέχνης έτοιμος να του επιτεθώ αν νοιώσω ότι έχασα κάποιες ώρες από τη ζωή μου.


Μετά από αυτό το μανιφέστο αλίμονο στο κλασικό αριστούργημα που θα βρισκόταν μπροστά μου! Το Τσίρκο έμελλε να είναι η ταινία που θα έριχνα όλο μου το μένος εναντίον κάθε είδους ποιοτικής απειλής στην ψυχαγωγία μου. Μετά όμως εμφανίζεται ο Charlie Chaplin! Και όσο και αν προσπαθείς δεν σου μένει κανενός είδους ιδεολογική έχθρα. Γιατί είναι τόσο αισιόδοξα γλυκός ο τρόπος που το χαμίνι του αντιμετωπίζει τη ζωή που αισθάνεσαι μίζερος αν αφήσεις οτιδήποτε να σταθεί ανάμεσα στην ταινία και την ψυχή σου.


Δεν χρειάζεται έτσι και αλλιώς να παρεμβληθεί οτιδήποτε! Γιατί όσα έλεγα αφορούσαν ταινίες που δεν έχουν για τον σημερινό θεατή καμία αισθητική, αισθαντική και νοητική αξία. Το Τσίρκο όμως, ή γενικότερα ο κινηματογράφος που κάνει ο Chaplin, τα έχει και τα τρία. Προσφέροντας μια πρωτότυπη αισθητική που έχει εκλείψει και αναμειγνύοντας ευφυώς κωμικά και δραματικά στοιχεία προκαλεί συναισθηματική κάθαρση στον θεατή. Το γέλιο θα βγει αβίαστα από τα οπτικά γκανγκς που αποδεικνύουν ότι το μπουρλεσκ μπορεί να είναι ποιοτικό. Κάθε σύγχρονοι επίδοξοι μιμητές, που μόνο με ιεροσυλία μοιάζει η αναφορά του ονόματός τους δίπλα στον Chaplin, όπως ο Jim Carrey το μόνο που κάνουν είναι να επιβεβαιώνουν πόσο ανεπανάληπτος υπήρξε ο ταλαντούχος κωμικός.


Κινούμενο γραμμικά σε μια πολύ απλή πλοκή, η οποία ίσως αποτελεί το μοναδικό μειονέκτημα, το έργο, όπως και κάθε άλλο έργο του, απλώς αφήνει χώρο στον Chaplin να αναπτύξει το ταλέντο του και να προκαλέσει γέλιο και συγκίνηση. Η φιγούρα που επινόησε αρκεί να εμφανιστεί στην οθόνη για να πλημμυρίσει το πανί με ανθρωπιά και αισιοδοξία και να παραδώσει μαθήματα αντιμετώπισης της ζωής με θετικό τρόπο.


Το ότι οι ταινίες του πήγαζαν αποκλειστικά από τον ίδιο και για αυτό δεν είχαν πολλές διαφορές μπορεί να γίνεται ιδιαίτερα αισθητό στο Τσίρκο, αλλά αυτό δεν υπονομεύει με κανέναν τρόπο την αξία του. Μπορεί στις ελάχιστες στιγμές που υπερισχύει ο κριτικός μέσα μου να φαντάζει κουραστικό, αλλά ευτυχώς κάποιος χείμαρρος γέλιου θα με παρασύρει πάλι πίσω. Τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα μοιάζουν όλο και πιο διασκεδαστικά και το μόνο που τονίζουν είναι ότι ίσως ο διαχωρισμός του έργου του Chaplin σε ταινίες είναι απλώς τυπικός, γιατί η αίσθηση είναι το ίδιο τρυφερά αστεία σε όλα.





Κυριακή 31 Μαΐου 2020

City Lights 1931


City Lights 1931
Τα Φώτα της Πόλης


Σκηνοθεσία: Charles Chaplin
Σενάριο: Charles Chaplin
Είδος: Comedy, Drama, Romance
Διάρκεια: 1h 27min
Παίζουν:
Virginia Cherrill = Το τυφλό κορίτσι
Florence Lee = Η γιαγιά του κοριτσιού
Harry Myer = Ένας κεντρικός εκατομμυριούχος
Al Ernest Garcia =             James, ο μπάτλερ του εκατομμυριούχου
Hank Mann = ο πυγμάχος
Charles Chaplin = Ο αλητάκος


Ένας αλητάκος ερωτεύεται μια τυφλή ανθοπώλιδα, η οποία πιστεύει ότι είναι εκατομμυριούχος. Προκειμένου να μη διαψεύσει τις ελπίδες της, εκείνος κάνει τις πιο απίθανες δουλειές για να τη βοηθήσει να βρει το φως της. Το αριστούργημα του Charlie Chaplin, η ταινία που έκανε τον «πολύ» Αϊζενστάιν να κλαίει σα μικρό παιδί: το σλάπστικ δένει άψογα με το ρομάντζο, το ταξικό παιχνίδι με τον αλκοολικό εκατομμυριούχο είναι απολαυστικό, ενώ η τελειομανία του Chaplin συνθέτει μια κωμική χορογραφία με αλάνθαστη αίσθηση του ρυθμού.


Κάθε φορά που βλέπω το City Lights ξαφνιάζομαι. Η εντύπωση της προηγούμενης φορά είναι πάντα τόσο ζωντανή μέσα μου που είμαι σχεδόν σίγουρη ότι η ταινία είναι ομιλούσα – πως αλλιώς μπορεί να «γράψει» ανεξίτηλα μία ταινία στο μυαλό και στην ψυχή ενός θεατού αν όχι με τα λόγια;
Χωρίς λόγια? Χωρίς λόγια.
Η ταινία γυρίστηκε το 1931 και είναι ουσιαστικά η τελευταία βουβή ταινία του Chaplin – αντιμετωπίζοντας πάντα ως υβρίδιο το Modern Times στο οποίο έχει χρησιμοποιηθεί προ-ηχογραφημένος ήχος, παρόλο που και κει ο Αλήτης παραμένει βουβός. Στην συνέχεια ο Chaplin θα διαβεί τον Ρουβίκωνα (όχι και πολύ πρόθυμα είναι η αλήθεια) και θα προσαρμοστεί πλήρως στα νέα τεχνικά δεδομένα γυρίζοντας πέντε ομιλούσες ταινίες και αποδεικνύοντας ότι ένα αυθεντικό ταλέντο μπορεί να αντιπαρέλθει κάθε αντιξοότητα. Ο Αλήτης του δεν θα τον ακολουθήσει. Όπως λοιπόν θα άρμοζε σε ένα κύκνειο άσμα ( της βουβής εποχής), το City Lights είναι ένα αριστούργημα της έβδομης τέχνης, ένα δυνατό σημείο αναφοράς, ένα υψηλής ποιότητας έργο τέχνης.



Ο Charlie Chaplin και σε αυτήν την ταινία διατηρεί την πενταπλή ιδιότητα του παραγωγού, σεναριογράφου, σκηνοθέτη, πρωταγωνιστή και συνθέτη της συνοδευτικής μουσικής και αντιμετωπίζει την κάθε μία από τις προκλήσεις άρτια.
Ο ήρωας της ταινίας είναι ο Αλήτης, το αγαπημένο alter ego του δημιουργού. Ο πολυαγαπημένος και διεθνώς αναγνωρίσιμος χαρακτήρας που γεννήθηκε το 1914, στο City Lights παραδίδει την πιο ολοκληρωμένη εκφραστικά ερμηνεία του, ένα μικρό ερμηνευτικό θαύμα που θα επαναληφθεί στο Modern Times, τον καταληκτικό σταθμό της φιγούρας με το μικρό καπέλο, το χαρακτηριστικό μουστακάκι, το στενό σακάκι, το μπαστούνι και το χαριτωμένο βάδισμα.


Μία νύχτα ο Αλήτης περιφερόμενος στην πόλη συναντά έναν εκατομμυριούχο (Harry Myers) που αποπειράται να αυτοκτονήσει και τον εμποδίζει. Ο εκατομμυριούχος αναγνωρίζοντας ότι η απόπειρά του ήταν μία τρέλα, τον ευχαριστεί και τον οδηγεί μέσα στο σπίτι του κάτω από την υψηλά ιστάμενη μύτη του μπάτλερ του (Allan Garcia) που ξινίζει τα μούτρα του μόλις τον βλέπει. Μόλις όμως ο παρ’ ολίγον αυτόχειρας συνέρχεται από το μεθύσι του δεν αναγνωρίζει πλέον τον Αλήτη. Με το που πέφτει η νύχτα και μετά από σχετική κατανάλωση αλκοόλ ο δυστυχισμένος εκατομμυριούχος ξαναθυμάται τον φίλο του και σωτήρα του και του φέρεται με ζεστασιά. Στο μεταξύ ο Αλήτης ερωτεύεται ένα τυφλό κορίτσι με αναγεννησιακή μορφή που πουλάει λουλούδια στο δρόμο (Virginia Cherrill) και αποφασίζει να την βοηθήσει. Την επόμενη μέρα αγοράζει με τα λεφτά που του έχει δώσει ο πλούσιος όλο της το στοκ και αυτή θεωρεί ότι ο Αλήτης είναι πλούσιος. Μία λανθασμένη εντύπωση που όμως ενισχύεται όταν ο Αλήτης της εξασφαλίζει τα λεφτά που απαιτούνται προκειμένου να υποβληθεί στην εγχείριση που θα της επέτρεπε να ξαναβρεί το φως της.
Σ΄ αυτήν την ταινία ο χαρακτήρας του Αλήτη μας παρουσιάζεται στην πιο ολοκληρωμένη του εκδοχή και διαφαίνεται μέσα από την συνέπειά του, πως όλες οι επιδιώξεις του δημιουργού του πλησιάζουν προς μία επιτυχή ολοκλήρωση. Ο Αλήτης είναι ένας μοναχικός παρατηρητής, μία περιθωριακή φιγούρα, μακριά από κάθε σύμβαση, που εισβάλλει στην ζωή των δευτεραγωνιστών προκειμένου να τους δώσει νέες προοπτικές, να τους εμπνεύσει, να τους εμφυσήσει κουράγιο. Ελεύθερος από κάθε ανθρώπινη δέσμευση και από κάθε ενήλικη υποχρέωση (οικογένεια, φίλοι, σπίτι, μόνιμη εργασία κ.λ.π.) λειτουργεί σαν από μηχανής θεός, ως ονειρική επίσκεψη. Αφελής σαν παιδί, άτεγκτος σαν φωνή συνείδησης, χαριτωμένος σαν εφηβικό όνειρο. Υπεύθυνος μόνο απέναντι στην καρδιά, τη δική του και των συνανθρώπων του, η ενασχόλησή του με τα γήινα ανανεώνει την ανακούφισή μας καθώς μοιάζει κυρίως με άγγελο. Ένας έκπτωτος άγγελος;


Το παρουσιαστικό του έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον ψυχικό κόσμο που σκιαγραφεί ο δημιουργός/ερμηνευτής. Αυτή η αντίθεση προκαλεί και την πλάνη πάνω στην οποία δομείται η ιστορία. Το κορίτσι τον περνά για πλούσιο διότι δεν τον βλέπει, ο εκατομμυριούχος τον «βλέπει» μόνο με τα μάτια του μεθυσιού του που δεν του επιτρέπουν έτσι κι αλλιώς να τον ανακαλέσει όντας νηφάλιος και για αυτό οι αντιδράσεις του απέναντι στον ήρωα είναι ανθρώπινες και τρυφερές μόνο όσο διαρκεί το μεθύσι. Όποιος έρχεται σε οπτική επαφή με το εξωτερικό παρουσιαστικό του Αλήτη πρώτα, όπως ο μπάτλερ ή ο αστυνομικός με ευκολία τον αντιμετωπίζει ως άθλιο.
Ο Chaplin εμφανώς προβληματίζεται πάνω στο ζήτημα της ταξικής διαφοροποίησης και των κοινωνικών ανισοτήτων και το αφηγηματικό εύρημα της πλάνης του κοριτσιού εξυπηρετεί την πρόθεση του να σχολιάσει την επιφανειακή τάση των ανθρώπων (ταυτόχρονα και την βιάση τους) να κρίνουν και να κατατάσσουν τους ανθρώπους με γνώμονα τις πληροφορίες της πρώτης ματιάς και αγνοώντας πάντοτε την ύπαρξη μίας φυσικής ευγένειας και μίας έμφυτης ευαισθησίας που θα μπορούσε ενδεχομένως να διέπει το σύνολο ενός χαρακτήρα. Η κοπέλα που δεν επικοινωνεί καθόλου με τα μάτια (όργανο πλάνης πολύ συχνά), ανιχνεύει με ευκολία τον ψυχικό πλούτο του Αλήτη που οπωσδήποτε έρχεται σε αντιδιαστολή με την εμφάνισή του και την οικονομική του θέση. Ο Chaplin προσπαθεί να δώσει απαντήσεις σε προαιώνια ερωτήματα . Ο αλτρουισμός, το ήθος, η πηγαία ευαισθησία, ο πλούτος των συναισθημάτων, δεν θα έπρεπε να είναι τα κριτήρια κατάταξης των ανθρώπων σε κατηγορίες, τάξεις, τα κριτήρια τοποθέτησης των ανθρώπων κάτω από βαρύγδουπες ταμπέλες? Αν φυσικά υποθέσουμε ότι οποιοδήποτε κατηγοριοποίηση είναι θεμιτή;


Οπωσδήποτε δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε ότι το περιτύλιγμα όλων των παραπάνω είναι κωμικό. Η κωμωδία ως είδος υπηρετείται εδώ από μία σειρά κλασσικών σκηνών Chaplin όπου η μανιέρα του ξεδιπλώνεται σ’ όλο της το μεγαλείο προσφέροντας άφθονο γέλιο. Όλες οι σκηνές είναι μελετημένες και γυρισμένες στα όρια του ξεκαρδιστικού slapstick και της συμβολιστικής παντομίμας.
Η εναρκτήρια σκηνή με τα αποκαλυπτήρια του αγάλματος, κατά την οποία ο Chaplin βρίσκει την ευκαιρία να σατιρίσει με διακριτικό τρόπο την νέα «ομιλούσα» (ή μήπως τόσο φλύαρη) εποχή, η σκηνή του εστιατορίου όπου ο Αλήτης επιτίθεται στον καθωσπρεπισμό της υψηλής κοινωνίας, η κλασσική και πασίγνωστη σκηνή στο ρινγκ με τον Αλήτη να φροντίζει να διατηρεί τον διαιτητή πάντοτε ανάμεσα σε αυτόν και στον αντίπαλό του ώστε να μην φάει ξύλο, μπορούν να αντιμετωπιστούν και αυτόνομα και ανθολογούνται ως 3
Τα εκφραστικά μέσα ποικίλα και ανεξάντλητα, είναι αδύνατον να συνειδητοποιηθούν κατά την διάρκεια της θέασης, μόνο αργότερα κατασταλάζουν μέσα μας.
Δεν είναι τυχαίο ότι στην τελευταία αριστουργηματική σκηνή η τέως τυφλή κοπέλα αναγνωρίζει τον Αλήτη με την αφή, από τα χέρια, το ύστατο εκφραστικό μέσο . Η σκηνή μνημονεύεται για την πυκνότητα των συναισθημάτων που οι δύο ηθοποιοί καταφέρνουν να εκμαιεύσουν τελικά ο ένας από τον άλλο. Η αμηχανία και το αρχικό ξάφνιασμα της τυφλής κοπέλας που τα διαδέχεται ένα πλατύ χαμόγελο αποδοχής απέναντι στο γεμάτο αγωνία για τις αντιδράσεις της πρόσωπο του Αλήτη που στη συνέχεια φωτίζεται από την ανακούφιση και το αίσθημα της πλήρους δικαίωσης. Σ’ αυτήν την σκηνή ακούμε ξεκάθαρα όσα δεν ειπώθηκαν ποτέ!


Η ταινία δεν θα βαρεθώ να επαναλαμβάνω είναι ένα αριστούργημα, ένα πλούσιο δείγμα κινηματογραφικής γραφής που κάθε φορά που μελετάται διευρύνει ορίζοντες. Την ταινία δεν οφείλετε απλώς να την δείτε (ή να την ξαναδείτε) πρέπει κυρίως να φροντίσετε να έχουν την ευκαιρία να την βλέπουν οι νεώτεροι διότι πιστεύω ακράδαντα ότι ο ρόλος της είναι βαθιά εκπαιδευτικός. Ας μην επιτρέψουμε να χαθεί η ευκαιρία που προσφέρεται στα παιδιά, να μυηθούν σ’ ένα εμπνευσμένο έργο λίγο πριν τα σαρώσει (γιατί θα συμβεί σίγουρα) ένας Αρμαγεδδώνας προκαλούμενος από έναν ηλίθιο και έναν ακόμη πιο ηλίθιο!

Η ταινία με τους Ελληνικούς μεσότιτλους εδώ:

Modern Times 1936


Modern Times 1936
Μοντέρνοι Καιροί


Σκηνοθεσία: Charles Chaplin
Σενάριο: : Charles Chaplin
Διάρκεια: 1h 27min
Είδος: Comedy, Drama, Family
Παίζουν:
Charles Chaplin = Εργάτης βιομηχανίας
Paulette Goddard = Η πιτσιρίκα
Henry Bergman = Ιδιοκτήτης του καφέ
Tiny Sandford = Ο μεγάλος Μπιλ
Chester Conklin = Μηχανουργός
Hank Mann = Burglar


Ο Σαρλό εργαζεται σε ένα εργοστάσιο με μηχανές, όπου προσπαθεί μανιωδώς να κρατηθεί στο γρήγορο ρυθμό τους. Τον επιλέγουν να συμμετέχει σε ένα πείραμα με ένα αυτοτροφοδοτούμενο μηχάνημα. Εκεί όμως του συμβαίνουν διάφορες αναποδιές, που οδηγούν το αφεντικό του στο συμπέρασμα ότι έχει τρελαθεί! Έτσι ο Σαρλό καταλήγει σε ψυχιατρικό ίδρυμα και όταν βγαίνει από εκεί, οδηγείται στη φυλακή - επειδή παρεξηγείται για κομμουνιστής - αλλά αποφυλακίζεται χαριστικά αφού καταφέρνει να αποτρέψει μια εξέγερση...


ε


Η τελευταία βουβή ταινία του Σαρλό, που όμως τελειώνει με τον ίδιο να τραγουδάει και στην ουσία να φανερώνει τον ήχο της φωνής του για πρώτη φορά στο παγκόσμιο κοινό. Την άγνοια του κοινού αυτού στην αγγλική σέβονταν ο δημιουργός κι αρνούνταν να μιλήσει ως τότε στο πανί, προτιμώντας τη διεθνή γλώσσα της εκφραστικότητας.
Σκηνή πρώτη. Ένα κοπάδι πρόβατα. Οι εργάτες πάνε στο εργοστάσιο. Ένας απ’ αυτούς, ο χειριστής πίνακα, σημαίνει την έναρξη της ημέρας κινώντας κάτι μοχλούς. Τα λαμπάκια ανάβουν, οι μηχανές ξεκινούν. Στο γραφείο του ο πρόεδρος του εργοστασίου διαβάζει εφημερίδα και παρακολουθεί τις εργασίες απ’ τη γιγαντοοθόνη δίπλα του. Οι εργάτες, ανάμεσά τους κι ο ήρωας της ταινίας (εξαιρετικός όπως πάντα ο Chaplin), δουλεύουν με γρήγορους ρυθμούς βιδώνοντας και καρφώνοντας. Δεν αρκεί. Ο πρόεδρος δίνει εντολή στον «ρυθμοκράτορα» να αυξήσει την ταχύτητα των μηχανών. Οι εργάτες αυξάνουν τους ρυθμούς τους. Ο Σαρλό δεν προλαβαίνει.


Απίστευτη σκηνή που ήδη μας έχει δώσει αρκετά στοιχεία για το τι πρέπει να περιμένουμε στη συνέχεια. Καταρχήν, η ταινία είναι ομιλούσα. Κατά ένα περίεργο όμως τρόπο, οι εργάτες δεν έχουν φωνή. Μόνο οι εντολές του προέδρου ακούγονται, κάποιοι ήχοι απ’ τα μηχανήματα και φυσικά η μουσική που συνέθεσε ο ίδιος ο Charlie Chaplin για την ταινία. Σαφέστατα βρισκόμαστε στην εποχή της εκβιομηχάνισης της παραγωγής, στην εποχή της ανεργίας και της ανέχειας, του μεγάλου οικονομικού κραχ. Στην προσπάθειά τους να αυξήσουν την παραγωγή και κατά συνέπεια τα κέρδη τους οι βιομήχανοι καταφεύγουν σε υπερβολές. Η υπερβολή σε όλο της το μεγαλείο στην απολαυστική σκηνή που ακολουθεί.


Στο γραφείο του προέδρου «εισβάλουν» τρεις τύποι σέρνοντας μαζί τους ένα μηχάνημα. Τον «αυτόματο ταϊστή» που θα επιταχύνει τους ρυθμούς εργασίας και θα κάνει το διάλειμμα για κολατσιό περιττό. Ακόμα όμως και η παρουσίαση του μηχανήματος είναι ηχογραφημένη και οι άνθρωποι που συνοδεύουν το μηχάνημα αρκούνται σε μια παντομίμα παρουσιάζοντας την επαναστατική εφεύρεση… Το μηχάνημα θα δοκιμαστεί στον Σαρλό και φυσικά είναι μια καταστροφή. Μια καταστροφή όμως που συνοδεύεται από γέλιο μέχρι δακρύων από τους θεατές. Χωρίς αμφιβολία, μια απ΄ τις σκηνές που μένουν ανεξίτηλα στη μνήμη… Και δεν είναι η μόνη.


Στην αμέσως επόμενη σκηνή, ο εργάτης μας που έχει πάθει νευρικό κλονισμό απ’ το συνεχές βίδωμα και τους ρυθμούς που ανεβαίνουν απάνθρωπα για να επιταχυνθεί η παραγωγή, βιδώνει ότι βρει μπροστά του, στη συνέχεια «απορροφάται» από τη μηχανή και σφηνώνεται στα γρανάζια της. Τροχοπέδη. Κατεβαίνει, παίζει με τους διακόπτες και προκαλεί εκρήξεις (εντυπωσιακά για την εποχή τους εφέ!). Ο αναρχικός εργάτης, αρπάζει το λάδι και αρχίζει να ψεκάζει με αυτό τους συναδέλφους του στο εργοστάσιο. Γρανάζια του συστήματος. Τον κυνηγούν. Δεν έχει παρά να τραβήξει το μοχλό που κινεί τα μηχανήματα κι αμέσως τρέχουν στα πόστα τους. Οι βίδες δε μπορούν να μη βιδωθούν. Συνεχίζει να τους λαδώνει, αυτοί κλείνουν τις μηχανές, ξανατραβάει το μοχλό… Συλλαμβάνεται και παραδίδεται στους γιατρούς που θα τον μεταφέρουν στο ψυχιατρείο. Προλαβαίνει να λαδώσει τον γιατρό και τον αστυνομικό που τον συνέλαβε. Γρανάζια του συστήματος. Cut. Απλά ιδιοφυές…


Σκηνή τρίτη. «Θεραπευμένος από νευρική κρίση αλλά άνεργος, φεύγει από το νοσοκομείο για να αρχίσει μια νέα ζωή». Οι απάνθρωποι ρυθμοί της πόλης. Οι άνθρωποι - πρόβατα ξανά. Ο ήρωάς μας προχωρά και μπροστά του πέφτει η κόκκινη σημαία από ένα φορτηγό. Τη σηκώνει με σκοπό να την επιστρέψει. Πίσω του φυσικά (…) εμφανίζεται πλήθος εργατών σε διαδήλωση. Ο Σαρλό προχωρά μπροστά προσπαθώντας να προλάβει το φορτηγό. Πίσω του ακολουθεί η πορεία. Οι αστυνομικοί χτυπούν τη διαδήλωση και συλλαμβάνουν τον πρωτεργάτη με την κόκκινη σημαία. Η κλούβα είναι εκεί δίπλα και εμφανίζεται αμέσως για να τον οδηγήσει στη φυλακή. Η κλούβα θα είναι εκεί και στη συνέχεια. Το μόνο σίγουρο. Δουλειές δεν υπάρχουν, χρήματα δεν υπάρχουν, η κλούβα όμως είναι εκεί. Πανταχού παρούσα. Είναι κι αυτό μια λύση βέβαια, γιατί τουλάχιστον μέσα έχεις κάποια σιγουριά…


Η απαρίθμηση των σκηνών θα μπορούσε να κρατήσει για πολύ ακόμα. Για την ακρίβεια, ο σκηνοθέτης Chaplin, έχει πλάσει όλες τις σκηνές αριστουργηματικά. Καμιά δεν υπολείπεται των άλλων και, φυσικά, καμιά δεν είναι περιττή. Έχει κατορθώσει να κάνει την πιο σκληρή (αλλά και πιο πικρή) κριτική απέναντι στο απάνθρωπο σύστημα της εποχής (και όχι μόνο αφού οι «Μοντέρνοι Καιροί» σε πολύ λίγα διαφέρουν απ’ τους «μετα-μοντέρνους καιρούς» που ζούμε), με τον πιο συγκλονιστικό αλλά και ξεκαρδιστικό τρόπο.


Το «αλητάκι» Paulette Goddard (η τότε σύντροφος του Chaplin) δίνει εξαιρετική ερμηνεία στο ρόλο της φτωχής και ορφανής κοπέλας που ερωτεύεται τον εργάτη και μαζί κάνουν σχέδια για το (κατά τα φαινόμενα δυσοίωνο) μέλλον τους. Μαζί με τον Chaplin, πρωταγωνιστούν σε μερικές υπέροχες σκηνές (όταν η κοπέλα κλέβει ένα καρβέλι ψωμί, στο σπίτι των ονείρων τους και φυσικά στο σπίτι - καλύβα που τελικά κατοικούν, σαν υπάλληλοι στο εστιατόριο…) όπου η κοινή πορεία τους έξω απ’ την ταινία φαίνεται να δανείζει την καλή χημεία της και στην αντίστοιχη κινηματογραφική τους σχέση.

Δύστυχος, λόγο αξίωσης πνευματικών δικαιωμάτων, δεν είναι επιτρεπτή η ανάρτηση της ταινίας στο You Tube.