Κυριακή 4 Απριλίου 2021

Singin' In The Rain 1952

 

Singin' In The Rain 1952

ΤΡΑΓΟΥΔΩΝΤΑΣ ΣΤΗ ΒΡΟΧΗ


Σκηνοθεσία: Stanley Donen, Gene Kelly

Σενάριο: Betty Comden, Adolph Green

Είδος: Comedy, GENE KELLY-FRED ASTAR, Musical, Romance

Διάρκεια: 01:43

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Gene Kelly: Don Lockwood

Donald O'Connor: Cosmo Brown

Debbie Reynolds: Kathy Selden

Jean Hagen: Lina Lamont

Millard Mitchell: R.F. Simpson

 

Πρωταγωνιστικό ζευγάρι του βωβού κινηματογράφου καλείται να περάσει με επιτυχία στον ομιλούντα. Πρώτος και καλύτερος ο μεγάλος σταρ Ντον Λόκγουντ ( Τζιν Κέλι, ), ο οποίος μετατρέπει την τελευταία του βουβή ταινία σε ομιλούσα με μεγάλη επιτυχία εν αντιθέσει με τη συμπρωταγωνίστριά του Λίνα Λαμόντ (Τζιν Χάγκεν ), η οποία έχει απαίσια φωνή και χρειάζεται ντουμπλάρισμα. Αυτόν τον ρόλο αναλαμβάνει η καλλίφωνη Κάθι Σέλντεν, την οποία ερμήνευσε στο πλευρό του Τζιν Κέλι η 19χρονη τότε Ντέμπι Ρέινολντς. Η Κάθι, και στο σινεμά, και στη σκηνή, ανατρέπει τη συναισθηματική ισορροπία των πρωταγωνιστών, κοινώς κάνει τη Λίνα να καταλάβει ότι δεν είναι ερωτευμένη με τον Ντον, και τον Ντον να καταλάβει ότι είναι ερωτευμένος με την Κάθι.

Ένα έγχρωμο αριστούργημα της δεκαετίας του ’50 με πινελιές ασπρόμαυρου βωβού κινηματογράφου, οι οποίες και το κάνουν ακόμη πιο ενδιαφέρον και ευχάριστο, σε επανέκδοση.

Η ταινία που γυρίστηκε για το ήδη υπάρχον, και μάλιστα προ εικοσαετίας (!), τραγούδι «Singin’ in the rain» και σήμερα συγκαταλέγεται στον κατάλογο με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών έπρεπε να περιμένει πολλά χρόνια για να αναγνωριστεί η αξία της, αφού στην εποχή της δεν εντυπωσίασε το ίδιο το κοινό αλλά μάλλον θεωρήθηκε απλά ευχάριστη αλλά όχι τόσο ιδιαίτερη.

Η αποτύπωση του ιστορικού περάσματος από τον βωβό στον ομιλούντα κινηματογράφο και τον ανταγωνισμό των εταιρειών της εποχής παίρνει χρώμα και ζωντάνια από το ερωτικό ειδύλλιο που πλέκεται μεταξύ του Ντον Λόκγουντ (σταρ του σινεμά) και της ταλαντούχας εκκολαπτόμενης ηθοποιού Κάθι Σέλντεν.

Ο ρόλος του σαραντάχρονου, τότε, Τζίν Κέλι απαιτεί από αυτόν να χορέψει και να τραγουδήσει μέσα στη βροχή υμνώντας τον έρωτα και τα συναισθήματα που εκείνος προκαλεί.

Ερμηνεία που θα μείνει αποτυπωμένη στη μνήμη ακόμη και όσον γεννήθηκαν πολλά χρόνια αργότερα, παρά το γεγονός πως η βροχή δεν ήταν μόνο βροχή, αλλά και γάλα, και ο Κέλι εκείνη τη μέρα είχε ανεβάσει σαράντα πυρετό. Το τελευταίο, βέβαια, αν δεν είχε γραφτεί δεν υπάρχει περίπτωση να το καταλάβαινε κάποιος, αφού πέρα από ταλαντούχος, ο Κέλι, ήταν και εξαίρετος επαγγελματίας.

Μια ταινία για την 7η τέχνη και την ανάγκη του ανθρώπου για συντροφικότητα, όταν νιώθει πως έχει γνωρίσει το άλλο του μισό, με έντονες ανταύγειες παιδικότητας, σάτιρας και μοναδικού χιούμορ.


Jumping Jacks 1952

Jumping Jacks 1952

Να Φαντάρος, Να Μάλαμα

 

Σκηνοθεσία: Norman Taurog

Σενάριο: Robert Lees, Frederic I. Rinaldo, Herbert Baker,

James B. Allardice, Richard Weil

Είδος: Comedy, Jerry Lewis

Διάρκεια: 01:36

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Dean Martin: Cpl. Chick Allen

Jerry Lewis: Hap Smith

Mona Freeman: Betsy Carter

Don DeFore: Lt. Kelsey

Robert Strauss: Sgt. McClusky

 

Η ταινία "Jumping Jacks" είναι μια ταινία του 1952 με πρωταγωνιστές το κωμικό ντουέτο Martin και Lewis. Την ταινία σκηνοθέτησε ο Norman Taurog και απελευθερώθηκε από την Paramount Pictures. Ήταν μια από τις στρατιωτικές κωμωδίες που σημάδεψαν την πρώιμη καριέρα του ντουέτου. Ο ταξίαρχος στρατηγός Frank Dern, Αναπληρωτής Διευθυντής του Γραφείου Πληροφοριών του Στρατού των ΗΠΑ, εξήρε την θεατρική ομάδα του σώματος αλεξιπτωτιστών, θεωρώντας πως είναι κάτι που «θα συνεισφέρει στο ηθικό των στρατευμάτων στο εσωτερικό του Στρατού».

Ο στρατιώτης του στρατού των Ηνωμένων Πολιτειών Chick Allen (Dean Martin) είναι ένας αλεξιπτωτιστής που προετοιμάζει μια παράσταση με άλλους στρατιώτες. Ο στρατηγός ωστόσο, είναι δυσαρεστημένος με την ποιότητα των προηγούμενων παραστάσεων και απειλεί να τις καταργήσει, εκτός και αν βελτιωθεί η ποιότητά τους. γι 'αυτό και ο Chick κάλεσε τον πρώην συνεργάτη του Hap Smith (Jerry Lewis) να βοηθήσει.

Ο Hap, ο οποίος συνεχίζει στο νυχτερινό κέντρο διασκέδασης με μία νέα συνεργάτη, την Betsy Carter (Mona Freeman), παρουσιάζεται ως στρατιώτης, ώστε να μπορέσει να εμφανιστεί σε μια παράσταση παρουσία του στρατηγού ανάμεσα στους θεατές. Η παράσταση εντυπωσιάζει τον στρατηγό τόσο, που φροντίζει να δοθεί και σε άλλα στρατόπεδα, με την συμμετοχή της Hap. Ο Chick και οι υπόλοιποι καλλιτέχνες φοβούνται το στρατοδικείο και παρουσιάζουν τον Hap Happ ως τον στρατιώτη "Dogface", ενώ ο πραγματικός Dogface (Richard Erdman) πηγαίνει και κρύβεται.

Ο Χαν ακολουθεί την εκπαίδευση των αλεξιπτωτιστών για να μην είναι ανίδεος, αλλά είναι πολύ επιρρεπής σε ατύχημα. Ωστόσο, λειτουργεί προς όφελός του, καθώς ότι κάνει αθέλητα είναι η "σωστή στρατιωτική συμπεριφορά". Ο αρχιλοχίας (Robert Strauss) λαμβάνει γνώση και τον επαινεί.

Είναι κατανοητό ότι ο Hap θέλει να επιστρέψει ως πολίτης στην ζωή και προσπαθεί να ξεφύγει με κάθε ευκαιρία που μπορεί να εμφανιστεί, αλλά ο Chick καταφέρνει πάντα να τον σταματά. Κατά τη διάρκεια μιας από τις προσπάθειες διαφυγής του, κατά τη διάρκεια μερικών ελιγμών, ο Hap καταστρέφει μια βασική γέφυρα και συλλαμβάνει έναν στρατηγό του εχθρού. Ο Hap τελικά αποτυγχάνει να ξαναγίνει πολίτης, αλλά ορκίζεται ως αλεξιπτωτιστής και γίνεται ήρωας.

 


 

Sailor Beware 1952

 

Sailor Beware 1952

2 ναύτες και 1 κορίτσι

 


Σκηνοθεσία: Hal Walker

Σενάριο: James B. Allardice, Martin Rackin, John Grant,

Elwood Ullman, Kenyon Nicholson

Είδος: Comedy, Jerry Lewis, Musical

Διάρκεια: 01:48

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Dean Martin: Al Crowthers

Jerry Lewis: Melvin Jones

Corinne Calvet: Corinne Calvet

Marion Marshall: Hilda Jones

Robert Strauss: CPO Lardoski

 

Αυτή είναι η πετυχημένη συνταγή των ταινιών του ζεύγους Martin & Lewis: να βρίσκονται σε κάποιο χώρο έξω απ'τα νερά τους και, προσπαθώντας να προσαρμοστούν, να τα κάνει ο ένας λίμπα και ο άλλος να τους βγάζει ασπροπρόσωπους με το τραγούδι. Με στρατιωτικό θέμα πάλι, αλλά στο ναυτικό αυτή τη φορά, βρίσκουν πολλούς τρόπους να βγάλουν γέλιο, χάρη στο νευρόσπαστο που ακούει στο όνομα Jerry Lewis. Sailor Beware φωνάζει ο τίτλος της ταινίας, επειδή έρχεται ο Λιούις και θα τα φέρει όλα άνω-κάτω! Απλοϊκή κωμωδία για να περάσετε ευχάριστα το απόγευμά σας. Περιλαμβάνει και μια σκηνή με μποξ, βάζοντάς μας σε σκέψεις: για να γίνεις διάσημος κωμικός πρέπει έχεις μια ταινία (ή μια σεκάνς) στο ενεργητικό σου με θέμα το μποξ; Βλέπε Τσάπλιν, Βέγγος κ.λ.π. Τέλος, όσοι είναι παρατηρητικοί ίσως δουν και το νεαρό James Dean σε πολύ μικρό ρόλο.


Σάββατο 3 Απριλίου 2021

Subida al cielo 1952

Subida al cielo 1952

Ανέβασμα Στον Ουρανό


Σκηνοθεσία: Luis Buñuel

Σενάριο: Manuel Altolaguirre, Luis Buñuel

Είδος: Comedy, Luis Bunuel

Διάρκεια: 01:25

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Lilia Prado: Raquel

Esteban Mayo: Oliverio Grajales (as Esteban Márquez)

Luis Aceves Castañeda: Silvestre

Manuel Dondé: Eladio González

Roberto Cobo: Juan Grajales

Beatriz Ramos: Elisa

 

Ο Ολιβιέρο, έχοντας μόλις παντρευτεί και διανύοντας την πρώτη ημέρα του μήνα του μέλιτος, πληροφορείται ότι η μητέρα του είναι ετοιμοθάνατη και ότι επιθυμεί να μεταβεί ο ίδιος στο μέρος από όπου κατάγεται εκείνη για να βρει έναν δικηγόρο που θα «θωρακίσει» την διαθήκη της. Αν δεν το κάνει ο άπληστος αδερφός του θα έχει το δικαίωμα να μοιράσει αυτός την περιουσία στην οικογένεια. Ο Ολιβιέρο λοιπόν επιβιβάζεται σ' ένα λεωφορείο για το ταξίδι στη πόλη, για το ταξίδι στη ζωή, για ένα ταξίδι – «ανέβασμα στον ουρανό»...

Πως;

Το «Ανέβασμα Στον Ουρανό» αποτελεί μέρος της τριλογίας των ταινιών της περιόδου κατά την οποία ο Μπουνιουέλ έζησε και δημιούργησε στο Μεξικό. Σε αντίθεση όμως με το «Ναζαρέν» και το «Λος Ολβιδάδος» έχει στοιχεία κομεντί μαζί με ένα παράξενο στιλ road movie με - ασυνήθιστα για τον μεγάλο δημιουργό - νεορεαλιστικά ψήγματα που τα μπολιάζει με όλα σχεδόν τα συνήθη μοτίβα του περί ηθικής, πίστης, πολιτικής εξουσίας και χριστιανικού φαρισαϊσμού. Ο Ολιβιέρο ταξιδεύει με το πλέον ακίνδυνο, «γήινο» και μαζικό μέσο, ένα λεωφορείο, στην πόλη για να βρει τον άνθρωπο που με μια υπογραφή θα του λύσει το πρόβλημα του, θα του εξασφαλίσει την περιουσία της μητέρας του - ή τουλάχιστον το μερίδιο από αυτήν που δικαιούται - και συνεπώς θα του λύσει πολλά από τα προβλήματα της μετέπειτα ζωής του. Για όλα αυτά αφήνει την σύζυγο του την πρώτη νύχτα του γάμου τους. Ταξιδεύει με ένα λεωφορείο γεμάτο διαφορετικούς, σχεδόν γραφικούς αλλά σοφά διαλεγμένους επιβάτες που ο καθένας τους έχει το δικό του προορισμό, το δικό του πρόβλημα να λύσει, τις δικές του αποσκευές, τα δικά του «βάρη», την δική του θέση. Ανάμεσα σ' αυτούς η Ρακέλ, μια «Εύα» με το μήλο της ήδη δαγκωμένο, η οποία κερνά μπουκιές αμαρτίας στην διάρκεια του δικού της ταξιδιού. Για το ταξίδι του Ολιβιέρο αυτή θα είναι ο πειρασμός... Ποια είναι η αντιμετώπιση του πειρασμού κατά την διάρκεια του ταξιδιού προς τον ουρανό όμως; Και άραγε έχει θέση σ΄ αυτό το ταξίδι ο πειρασμός και η αμαρτία; Και αν υποπέσεις σ΄ αυτήν το «ανέβασμα» συνεχίζεται;

Για τον Μπουνιουέλ ο δρόμος προς τον ουρανό περνάει από όλα τα σκαλοπάτια. Κάθε σκαλί και κομμάτι ζωής που το ανεβαίνει κανείς χωρίς να υπολογίσει το ύψος της σκάλας, το πέσιμο από αυτή και το κενό που απλώνεται κάτω από τα βήματα του. Γιατί στον κόσμο του ο φόβος του θανάτου δεν είναι πιο μεγάλος ή πιο μικρός από το φόβο της ζωής. Οι δυο φόβοι συνυπάρχουν και ο ένας εξουδετερώνει τον άλλο για να κάνει το ταξίδι πιο ελεύθερο, για να είσαι πιο ελαφρύς στο ανέβασμα. Μια διαφορετική Οδύσσεια, χωρίς ήρωες, πιστούς συζύγους, αφοσιωμένους συνταξιδιώτες, χαζούς και μονόφθαλμους κύκλωπες και θεούς. Μια Οδύσσεια ανθρώπων που έχουν αποδεχθεί τους κανόνες της ζωής... Η ταινία στην εποχή της είχε γίνει γνωστή και με τον τίτλο «Mexican Bus Ride» για να προσελκύσει τους λάτρεις της περιπέτειας. Η αλήθεια είναι ότι κάποιες σκηνές δράσεις δεν λείπουν είναι όμως γυρισμένες με μακέτες σκηνικών και μινιατούρες. Οπότε το αποτέλεσμα φαντάζει σήμερα λίγο αστείο - με όλο το σεβασμό - χωρίς αυτό να του αφαιρεί βέβαια το κινηματογραφικό ενδιαφέρον όσον αφορά στις τεχνικές της εποχής.


  

he Big Sky 1952

The Big Sky 1952

Η Επέλαση των Χιλίων Κεραυνών


Σκηνοθεσία: Howard Hawks

Σενάριο: Dudley Nichols, A.B. Guthrie Jr.,

Ray Buffum, DeVallon Scott

Είδος: Adventure, Children, Family, WESTERN

Διάρκεια: 02:02

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Kirk Douglas: Jim Deakins

Dewey Martin: Boone Caudill

Elizabeth Threatt: Teal Eye

Arthur Hunnicutt: Zeb Calloway

Buddy Baer: Romaine

 

Αρχές του 1830. Μια ομάδα ανθρώπων κατευθύνεται στον ποταμό Μιζούρι για να παζαρεύσει με τους ινδιάνους και συγκεκριμένα με τον Μαυροπόδαρο που είναι πολύ φιλικός. Στην ομάδα ανήκει κι ο Τζιμ Ντίκινς, που ενδιαφέρεται πολύ για την γυναίκα του Μαυροπόδαρου που ταξιδεύει μαζί τους. Το ίδιος, όμως, κι ο Μπουν Κόντιλ, ο πιο στενός του φίλος. Ο δρόμος είναι δύσκολος και η φύση, οι κακοί ινδιάνοι και εταιρία γουναρικών που θέλει να κρατήσει την αποκλειστικότητα θα μπουν στο δρόμο τους.

Το 2ο μόλις γουέστερν του Howard Hawks, μετά το ιστορικό Red River. Χαλαρό σενάριο, ασήμαντη πλοκή και προβλεπόμενες εξελίξεις, μόνο και μόνο για να κινηματογραφήσει την άγρια φύση, και τις προσπάθειες των λευκών να τα βγάλουν πέρα σε αφιλόξενα μέρη. Ουσιαστικός πρωταγωνιστής το ίδιο το ποτάμι του Μιζούρι και το πλοίο με το όνομα Μαντάν. Ο Kirk Douglas σε πολύ χαλαρή ερμηνεία, λες και βαριόταν το ρόλο του ή λες και έκανε αγγαρεία. Σπάνια και δυσεύρετη η ταινία The Big Sky, μεγάλη σε διάρκεια την οποία πετσόκοψαν οι παραγωγοί και ελάχιστοι πλέον θυμούνται. Στα ελληνικά αποδόθηκε δύο φορές ως "Η επέλασις των χιλίων κεραυνών" και "Σταυροφόροι της δύσεως".

Το γενικό στόρι: η γνωριμία δύο νεαρών τυχοδιωκτών, θα τους οδηγήσει στο Σεντ Λούις. Θα βρουν το θείο του ενός και μαζί του θα μπαρκάρουν σε πλοίο με άλλους έμπορους γούνας. Ανεβαίνουν το ποτάμι του Μιζούρι για να συναντήσουν φυλές Ινδιάνων και να αγοράσουν δέρματα γούνας. Μαζί τους θα έχουν και μία νεαρή ινδιάνα, την οποία θα επιστρέψουν στη φυλή. Αντίπαλοι τους, πέρα από την άγρια φύση, θα είναι και μία μεγάλη εταιρεία γούνας από το Σεντ Λούις που θέλει να κρατήσει το μονοπώλιο και προσπαθεί να τους βγάλει από τη μέση.


  

High Noon 1952

 High Noon 1952

Το Τρένο θα Σφυρίξει Τρεις Φορές



Σκηνοθεσία: Fred Zinnemann

Σενάριο: Carl Foreman, John W. Cunningham

Είδος: Drama, WESTERN

Διάρκεια: 01:25

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Gary Cooper: Marshal Will Kane

Thomas Mitchell: Mayor Jonas Henderson

Lloyd Bridges: Deputy Marshal Harvey Pell

Katy Jurado: Helen Ramírez

Grace Kelly: Amy Fowler Kane

Otto Kruger: Judge Percy Mettrick 

 

Αφού διερεύνησε εκτενώς την προσπάθεια της Αμερικής να επουλώσει τις πληγές του πολέμου, ο Zinnemann αποφάσισε με την επόμενη ταινία του να ασχοληθεί με το παρόν της χώρας που έμοιαζε, δυστυχώς, εξίσου σκοτεινό. Και επέλεξε να το κάνει μέσα από το κατεξοχήν αμερικανικό κινηματογραφικό είδος, το western. Συνεργάστηκε, όπως και στο The Men, με τον σεναριογράφο Carl Foreman και η δέκατη ταινία του, το High Noon (ε.μ.: Το Τρένο Θα Σφυρίξει Τρεις Φορές), έμελλε να αποτελέσει την πρώτη μεγάλη εμπορική επιτυχία της καριέρας του, ενώ ακόμα και σήμερα παραμένει το πιο γνωστό και, για πολλούς, το καλύτερο έργο του.

Ο William Kane (Gary Cooper) είναι σερίφης στην μικρή πόλη του Hadleyville. Την ημέρα του γάμου του και της απόσυρσής του, ειδοποιείται ότι ο κακοποιός Frank Miller, που ο ίδιος είχε στείλει στη φυλακή πριν από χρόνια, επιστρέφει με το μεσημεριανό τρένο για να πάρει εκδίκηση. Μάλιστα, ο αδερφός του και δυο ακόμα άντρες της συμμορίας του έχουν ήδη εγκατασταθεί στο σταθμό της πόλης και περιμένουν να τον συναντήσουν. Ο Kane πείθεται αρχικά να φύγει μαζί με τη σύζυγό του, Amy (Grace Kelly), αλλά τελικά αποφασίζει να επιστρέψει για να αντιμετωπίσει τους κακοποιούς. Ωστόσο, οι συμπολίτες του τού γυρνούν την πλάτη και όλα δείχνουν πως πρέπει να αγωνιστεί ολομόναχος. Κινηματογραφημένο σε ένα επαναστατικό για την εποχή real time, τα δρώμενα λαμβάνουν χώρα από τις 10.35 το πρωί μέχρι τις 12.15 το μεσημέρι (στην πραγματικότητα λίγο περισσότερος χρόνος από τα 84 λεπτά που διαρκεί το φιλμ). Το σφιχτό μοντάζ εντείνει την κλειστοφοβική ατμόσφαιρα και η απειλή παρουσιάζεται μέσα από κοντινά σε ρολόγια που μετρούν αντίστροφα και με το κλασικό πλέον στατικό πλάνο στις ράγες του τρένου (δεν βλέπουμε καθόλου την αμαξοστοιχία ή τον Miller μέσα σε αυτή καθώς πλησιάζει στην πόλη). Πυροδοτούμενο από την αντίθεση ανάμεσα στους τρεις συμμορίτες που περιμένουν στο σταθμό και στον Kane που είναι αναγκασμένος να κινείται συνεχώς σε αναζήτηση βοήθειας, το High Noon επικεντρώνεται στις αντιδράσεις των πολιτών απέναντι στον σερίφη τους.

Όπως στο The Seventh Cross με τον George Heisler, έτσι και εδώ όσοι συναντούν τον ήρωα του Cooper υποχρεώνονται να ξεβολευτούν και να πάρουν θέση. Όλοι θα αρνηθούν να εισακούσουν τις εκκλήσεις του, ο καθένας με διαφορετική αφορμή – άλλοι από επιχειρηματικό ενδιαφέρον, άλλοι επειδή έχουν προηγούμενα με τον σερίφη και άλλοι από περιφρόνηση προς τις πολιτειακές αρχές. Η πραγματική αιτία της άρνησής τους όμως είναι ο φόβος, ο οποίος έχει βυθίσει την κοινότητα στη διαφθορά. Είναι ξεκάθαρη η αλληγορία για την ατολμία των ανθρώπων του Hollywood να αντιμετωπίσουν την Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών και με ένα κάδρο στην αρχή κιόλας του φιλμ, ο Zinnemann είναι γλαφυρός: λίγο αφότου μαθεύτηκε η απελευθέρωση του Miller, ο δικαστής αποχωρεί από το Hadleyville παίρνοντας μαζί του τα βιβλία με τους νόμους, τη ζυγαριά της Δικαιοσύνης και την αμερικανική σημαία. Πριν ακόμα την κυκλοφορία του φιλμ, το όνομα του Foreman μπήκε στην μαύρη λίστα και ο σεναριογράφος αναγκάστηκε να διαφύγει στην Αγγλία. Το ίδιο συνέβη αργότερα και με τον Lloyd Bridges (στην ταινία ενσαρκώνει τον πρώην βοηθό του Kane), η συμμετοχή του οποίου στο cast ήταν αποτέλεσμα της επιμονής του Cooper.

Η απεικόνιση της Δύσης είναι ανατρεπτική. Υπάρχει ελάχιστη δράση και οι μυθικές διαστάσεις που έρχονται από τη σύγκρουση του ανθρώπου με το τοπίο αποφεύγονται πλήρως για χάρη ενός πρωτόγνωρου για το είδος ρεαλισμού. Η ασπρόμαυρη φωτογραφία αναδίδει την καυτή ατμόσφαιρα του μεσημεριού και, διόλου τυχαία, διευθυντής φωτογραφίας είναι ο Floyd Crosby, που είχε δουλέψει με τους Murnau και Flaherty στο Tabu (1931). Ο Ήρωας επιθυμεί να συγχρωτιστεί με την κοινότητα. Η κοινότητα νιώθει άβολα όταν τίθεται το ζήτημα της ευθύνης της (συλλογικά, αλλά και του κάθε μέλους ατομικά) απέναντι στον Ήρωα. Παρόμοια αντιμετώπιση προς το Μύθο του genre θα επιδείξει και ο John Ford στα επόμενα χρόνια με το The Searchers (1956) και το The Man Who Shot Liberty Valance (1962). Στην ευάλωτη φιγούρα του Gary Cooper και στο συνοφρυωμένο από την απόγνωση πρόσωπό του συγκεντρώνεται ένας εμπλουτισμός - επαναπροσδιορισμός των κωδίκων του είδους, πολύ μακριά από τα υπόλοιπα, συμβατικά western.

Ένας από τους μεγαλύτερους επικριτές του φιλμ ήταν ο Howard Hawks. «I didn't think a good sheriff was going to go running around town like a chicken with his head off asking for help». Μάλιστα, για να απαντήσει στον Zinnemann, έφτιαξε το Rio Bravo (1959) όπου ο σερίφης του John Wayne όχι μόνο δε ζητάει τη βοήθεια των μελών της κοινότητας, αλλά την αρνείται πεισματικά. Συνεργάζεται μόνο με άντρες που επιλέγει ο ίδιος και οι οποίοι αντιδιαστέλλονται ξεκάθαρα από τους απλούς πολίτες. Η εμφανώς αντίθετη νοοτροπία των δύο φιλμ έτυχε διαφορετικών αναγνώσεων στην πορεία του χρόνου, διανύοντας για αμφότερες τις ταινίες όλη την απόσταση από την ακροαριστερή ως την ακροδεξιά πολιτική θέση. Παρομοίως, το High Noon κατά περιόδους βρίσκεται να στέκει είτε επίκεντρο θριαμβευτικών επαίνων είτε αντικείμενο πλήρους αδιαφορίας. Σήμερα η αξία του θεωρείται δεδομένη και μάλιστα στη λίστα με τα καλύτερα western που εξέδωσε πρόσφατα το American Film Institute, καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση (πίσω μόνο από το The Searchers).

Αυτό που ενόχλησε ανθρώπους σαν τον Hawks και τον Wayne ήταν η υπόγεια κριτική στην εξουσία, καθώς ο σερίφης της πόλης δεν είναι ο υπεράνθρωπος που θα επεδίωκε να σταθεί μόνος του απέναντι στους κακοποιούς. Ωστόσο, ο Zinnemann ενδιαφερόταν περισσότερο για το ηθικό δίλημμα που αντιμετώπιζε ο χαρακτήρας του Cooper. Ο σερίφης Kane είναι ο τυπικός ήρωας στο φιλμικό του σύμπαν. Επιστρέφει στην πόλη για να αντιμετωπίσει τον Miller όχι από επιλογή, αλλά από ένστικτο (θυμηθείτε πως ο μικρός Karel επιστρέφει για τον ίδιο λόγο στο σπίτι του Steve, όταν εκείνος τον άφησε ελεύθερο στην αρχή του The Search). Μόνος, ένας γνήσιος outsider, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο ένας αντιήρωας αντίκρυ στους ρομαντισμούς της Δύσης, έχει επίγνωση του πεπρωμένου του και δεν μπορεί να του ξεφύγει. Η Amy εκφράζει την επιθυμία του για μία καινούρια αρχή - το νεαρό της ηλικίας της και το γεγονός ότι είναι Κουάκερ (θρησκεία ειρηνιστών) είναι ενδεικτικά. Ούτε όμως η αναμφισβήτητη αγάπη του για εκείνη δεν μπορεί να τον πείσει να δράσει ενάντια στη συνείδησή του. Στο φινάλε, θα βρεθεί μόνος του απέναντι στον Miller και τους άντρες του, μόνος του απέναντι στο παρελθόν του – στο κορυφαίο κάδρο της ταινίας, η κάμερα θα σηκωθεί ψηλά για να ζωγραφίσει την μοναξιά του στους ερημικούς δρόμους μιας τρομοκρατημένης πόλης. Μπροστά σε έναν τόσο δύσκολο ρόλο, δεν είναι περίεργο που μεγάλοι ηθοποιοί όπως ο Gregory Peck, ο Charlton Heston και ο Marlon Brando επέλεξαν να αποχωρήσουν. Η παρουσία του Cooper μόνο ως ευτύχημα μπορεί να χαρακτηρισθεί εκ των υστέρων, ενώ σύμφωνα με τις φήμες το γεμάτο πόνο βλέμμα του οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό από μια αιμορραγία έλκους από την οποία υπέφερε ο ηθοποιός κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων.

Το φιλμ κέρδισε συνολικά τέσσερα Όσκαρ (Α’ αντρικού ρόλου, μοντάζ, μουσικής και τραγουδιού), φέρνοντας στον Zinnemann τη δεύτερη υποψηφιότητά του στην κατηγορία της σκηνοθεσίας μετά το The Search. Επιπλέον, η επιτυχία που γνώρισε το βασικό τραγούδι της ταινίας, «Do not forsake me», ήταν πρωτοφανής. Καθιέρωσε τα λυρικά τραγούδια που θα κυριαρχούσαν στους τίτλους αρχής στα western από εδώ και πέρα και, αν προσέξουμε καλά τους στίχους, διαπιστώνουμε ότι θίγει όχι μόνο συμβάντα από την ταινία, αλλά και μοτίβα αναπόσπαστα με το συγκεκριμένο κινηματογραφικό είδος. Ήταν η πρώτη φορά που ένα τραγούδι χρησιμοποιούνταν ως αφηγηματικό μέσο και μάλιστα σε μια ταινία καθαρά δραματική και άνοιξε το δρόμο για αντίστοιχες επιλογές σε ταινίες όπως το The Man From Laramie (1955, Anthony Mann) και 3.10 to Yuma (1957, Delmer Daves).

Υ.Γ. Στην ταινία πραγματοποιεί το ντεμπούτο του ο Lee Van Cleef, ο οποίος έμελλε να εξελιχθεί σε εμβληματική φιγούρα στα spaghetti western την επόμενη δεκαετία.




Πέμπτη 1 Απριλίου 2021

The Quiet Man 1952

 

The Quiet Man 1952

Ένας Ήσυχος Άνθρωπος

 


Σκηνοθεσία: John Ford

Σενάριο: Frank S. Nugent, Maurice Walsh, John Ford

Είδος: Adventure, Drama, Romance

Διάρκεια: 02:09

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

John Wayne: Sean Thornton

Maureen O'Hara: Mary Kate Danaher

Barry Fitzgerald: Michaleen Oge Flynn

Ward Bond: Father Peter Lonergan

Victor McLaglen: Squire 'Red' Will Danaher

 

Ο Σον Θόρντον επιστρέφει στην Ιρλανδία από τις ΗΠΑ για να διεκδικήσει την γη των προγόνων του και να αποφύγει το παρελθόν του. Αμέσως, γίνεται στόχος της όμορφης αλλά φτωχής Μαίρης, νεαρής αδελφής του δύστροπου Ρεντ. Ο Ρεντ δεν έχει σκοπό να τους αφήσει ήσυχους ακόμα και που η σχέση τους φουντώνει.