Πέμπτη 27 Μαΐου 2021

El Cid 1961

El Cid 1961

Με τον harlton Heston


Σκηνοθεσία: Anthony Mann

Σενάριο: Fredric M. Frank, Philip Yordan, Ben Barzman

Είδος: Biography, Drama, History, Romance, War,

Διάρκεια: 03:02

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Charlton Heston: Cid Rodrigo de Vivar

Sophia Loren: Jimena

Raf Vallone!: Count Ordóñez

Geneviève Page: Princess Urraca

John Fraser: Prince Alfonso

     Την δεκαετία του `60 το ιστορικό έπος φτάνει στην ακμή του. Οι παραγωγές είναι μεγαλοπρεπέστατες και πανάκριβες. Χρήμα σπαταλείται αφειδώς προκειμένου οι ταινίες να αναπαριστούν το δυνατόν πιστότερα την εποχή με την οποία καταπιάνονται. Τα γυρίσματα πραγματοποιούνται on location, χρησιμοποιούνται χιλιάδες κομπάρσοι, τα σκηνικά είναι άρτια, τα κοστούμια είναι πλούσια (σε μερικές περιπτώσεις είναι και αυθεντικά γι’ αυτό και συχνά οι ταινίες αυτές ονομάζονταν costume dramas) και οι καλλιτεχνικές διευθύνσεις πραγματοποιούν θαύματα. Το εικαστικό αποτέλεσμα είναι φαντασμαγορικό και καθηλώνει τους θεατές. Το ιστορικό περιεχόμενο των ταινιών αυτών είναι μια άλλη ιστορία. Πονεμένη κατά βάση. Αν όμως κανείς ξεκινήσει να την αναλύσει θα αναλωθεί στο να προσάπτει κατηγορίες στους δημιουργούς αυτών των ταινιών καθώς είναι βέβαιο ότι η ιστορική αλήθεια δεν υπήρξε ακριβώς προτεραιότητά τους. Η ιστορική πραγματικότητα τις περισσότερες φορές παραμερίστηκε, ποδοπατήθηκε για την ακρίβεια, μεμονωμένα γεγονότα χρησιμοποιήθηκαν, ιστορικές προσωπικότητες αλλοιωθήκαν προκειμένου να προσαρμοστούν στο προφίλ του απολυτου κινηματογραφικου ηρωα…Any way, μηπως η ποίηση ή η λογοτεχνία ή ακόμη και η ζωγραφική σεβάστηκαν απόλυτα την ιστορία;

Την δεκαετία του `60 όπως προανέφερα το είδος προωθείται και φτάνει στην ακμή του. Αύτη η τάση για μαζική παραγωγή ιστορικών ταινιών δεν είναι ανεξάρτητη από την σταδιακή, αλλά σαρωτική, εξάπλωση του φαινομένου της τηλεόρασης. Ο κινηματογράφος αρχίζει να απειλείται απο την είσοδο της μικρής οθόνης σε κάθε σπίτι και τα μεγάλα στούντιο ρίχνονται στη μάχη του με όσα όπλα διαθέτουν προκειμένου να κρατήσουν αμείωτο το ενδιαφέρον των θεατών για τα κινηματογραφικά προϊόντα. Και αυτές οι μεγάλες παραγωγές ήταν το κυρίως όπλο τους.

Το El Cid είναι ένα κινηματογραφικό έπος που γυρίστηκε στα πλαίσια αυτής της λογικής. Το πάθος του παράγωγου Samuel Bronston για τελειότητα και η γενναιοδωρία του σ’ ότι άφορα το budget είναι οι βασικοί λόγοι που η ταινία πιο εύκολα συνδέεται με τον παράγωγο της παρά με οποιονδήποτε άλλο συντελεστή. Η ταινία κόστισε πανάκριβα, κάπου 14 εκατομμύρια δολάρια (γυρω στα 150 εκ σημερινά) και ενδεικτικά θα έπρεπε να αναφερθεί ότι 150.000 δολάρια ξοδεύτηκαν σε αυθεντικά μεσαιωνικά αντικείμενα τέχνης ενώ 40.000 δολάρια κόστισαν τα κοσμήματα που στόλισαν την Sophia Loren. Φυσικά τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στην Ισπανία, σε φυσικούς κυρίως χώρους.

 Η υπόθεση άφορα έναν λαοφιλή Ισπανό ηρώα του μεσαίωνα τον Rodrigo Diaz de Bivar γνωστό και ως El Cid Campeador ο όποιος τα σκοτεινά εκείνα χρόνια φέρεται ότι ένωσε όλη την χριστιανική Ισπανία, που υπέφερε από εμφύλιες διαμάχες, εναντίον των Μαυριτανών. Η ταινία είναι μια ιστορία ηρωισμού και ανδρείας που συνδυάζεται φυσικά με ένα δυνατό ρομάντζο. Αυτό που έζησε ο ήρωας του Burgos με την σύζυγό του Chimene. Το σενάριο βασίστηκε εν πολλοίς σε επικές μπαλάντες του 1200 που εξιστορούσαν τον βίο του ήρωα αλλά και στο έργο του γάλλου δραματουργού Corneille, El Cid. Βέβαια η ταινία είναι πιο ακριβής χρονολογικά σε ότι άφορα τα γεγονότα από το θεατρικό έργο, όμως και αύτη απέχει από το να είναι μια αντικειμενική ιστορικά βιογραφία. Ο πραγματικός El Cid ήταν ένα κράμα ηρωισμού, ανδρείας και τυχοδιωκτισμού και τα κίνητρά του ιστορικού προσώπου παραμένουν ακόμη σκοτεινά.

Ο Anthony Mann με αυτό του το φιλμ εγκαινιάζει την τρίτη περίοδο της καριέρας του που περιλαμβάνει κυρίως δυο μεγάλα ιστορικά έπη (El Cid και The Fall of the Roman Empire). Έχει ήδη ολοκληρώσει με επιτυχία την θητεία του στο νουάρ και έχει γίνει πασίγνωστος για τα western του τα οποία θεωρούνται ορόσημο στην ιστορία του καθαρόαιμου αμερικανικού κινηματογραφικού είδους. Τον σκηνοθέτη χαρακτηρίζει μια εκπληκτική αίσθηση της σύνθεσης και μια μοναδική ικανότητα χρήσης του χώρου. Η κάμερά του κινείται γεμάτη χάρη και η φροντισμένη εξισορρόπηση των στοιχείων που συνθέτουν το εξωτερικό τοπίο με τα στοιχεία που αποτελούν την ψυχοσύνθεση των ηρώων του σχεδόν οδήγησε στο παρελθόν στη δημιουργία ενός καινούριου κινηματογραφικού είδους (western noir). Απέναντι στα λαμπρά και άρτια κινηματογραφημένα τόπια βρίσκονται χαρακτήρες απόκληροι με σκοτεινές διαθέσεις που η πάλη που συντελείται μέσα τους αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντας εξέλιξης της υπόθεσης. Όπως αντιλαμβάνεστε, ο Anthony Mann είναι ο ιδανικός σκηνοθέτης για να αποδώσει κινηματογραφικά τον El Cid αλλά και το πανόραμα της Ισπανίας. Η αλήθεια είναι ότι ενώ στο δεύτερο σκέλος και με την βοήθεια του Bob Krasker έχει κάνει εκπληκτική δουλειά, στο πρώτο σκέλος δεν τα κατάφερε εξίσου καλά. Το εσωτερικό μαρτύριο του ήρωα δεν αποδόθηκε σε καμιά περίπτωση ούτε με τον τρόπο ούτε με την ποιότητα που παρατηρούμε στο Winchester 73. Ίσως βέβαια και ο Charlton Heston να μην είναι James Stewart.

Ο El Cid είναι ένας ρόλος που σχεδόν δικαιωματικά ανήκει στον Charlton Heston. Είναι φανερό ότι ο ηθοποιός έχει μια ιδιαίτερη ικανότητα να δίνει υπόσταση σε ιστορικά πρόσωπα μεγάλου ιστορικού βεληνεκούς (Ben Hur, Moses) και αμφιλεγόμενου ηθικού περιεχομένου.

H ερμηνεία του είναι πραγματικά πολύ καλή χωρίς όμως να εξελίσσεται πέρα από τα αναμενόμενα. Δυστυχώς παραμένει λίγο ξύλινη. Παρ’ όλο που δεν μπορούμε να φανταστούμε έναν άλλον ηθοποιό που να δείχνει τόσο ανδροπρεπής μέσα στις γούνες και τα στολίδια που επέβαλλαν τα κοστούμια της εποχής, ο Charlton Heston δεν μπόρεσε τελικά να εξωτερικεύει και να επικοινωνήσει στους θεατές τον εσωτερικό κόσμο του ηγέτη και τα αντικρουόμενα συναισθήματα του πολεμιστή που διαρκώς παλεύει ανάμεσα στο καθήκον του προς την πατρίδα και στις υποχρεώσεις του απέναντι στην οικογένειΆ του και στην ίδια του την ζωή.

Ο ηθοποιός ξόδεψε όλη του την ενέργεια στην προσπάθεια να αναπαραστήσει το μεγαλείο του λαοπρόβλητου ήρωα παραμελώντας την ανθρωπινή πλευρά του, αυτήν που προκύπτει μέσα από το γεγονός ότι ήταν σύζυγος και πατέρας.

Η Sophia Loren ερμηνεύει την Chimene, άξια σύζυγο του El Cid. Πανέμορφη, λαμπερή μέσα στα κοστούμια που αναδείκνυαν την ομορφιά της, μια μεσογειακή οπτασία, καταφέρνει να προσδώσει προσωπικότητα στο δευτερεύον πρόσωπο της συζύγου του ήρωα που όμως αποτελεί ταυτόχρονα και τον γνώμονα της ηθικής του και –περιέργως σε μια εποχή μισογυνισμού- διαθέτει και μια μη αναμενόμενη εξουσία πάνω του. Γενναία και αγέρωχη όπως και ο άντρας της, είναι άξια αναφοράς, όπως άλλωστε και η ηθοποιός που την ενσάρκωσε καθώς κατάφερε να πραγματοποίηση αυτό που φαίνονταν προαιρετικό. Έδωσε στην ερμηνεία της βάθος κι έκταση. Είμαι σίγουρος ότι όλοι (συντελεστές και θεατές) θα ήταν απολύτως ικανοποιημένοι απλώς και μόνο με την φυσική, διακοσμητική της παρουσία. Έχετε ξαναδεί τέτοια ομορφιά;

«Σενάριο, ηθοποιία, εικόνες και μουσική όλα σε μια τέλεια αρμονία» γράφει ενας Βρετανός κριτικός κινηματογράφου για την επική ταινία που αγνοήθηκε από την Ακαδημία.

Ο Robert Krasker, γνωστός από το ατμοσφαιρικό και γεμάτο εξπρεσιονιστικά στοιχεία φωτογραφικό αποτέλεσμα του Τρίτου Ανθρώπου (που του χάρισε και το αντίστοιχο academy award) φέρει και εδώ την ευθύνη της εικαστικής πανδαισίας. Το ταλέντο του τον έχει ήδη καθιερώσει ως το κατεξοχήν ειδικό στα επικά έργα και το καταπληκτικά φωτογραφημένο El Cid μας απέδειξε για άλλη μια φορά ότι η θητεία του διευθυντού φωτογραφίας με το χαρισματικό μάτι, στον Perinal τον είχε εφοδιάσει με την απαραίτητη ευαισθησία και ικανότητα να μην αρκείται στις λιγοστές απαιτήσεις του απλού θεάματος. Πολλές από τις εικόνες του φιλμ δίνουν την εντύπωση πίνακα ζωγραφικής και διαθέτουν την αντίστοιχη εξαιρετικά υψηλή ποιότητα.

Η μουσική του Miklos Rozsa βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με τις πανοραμικές εικόνες. Ο Rozsa που είχε κερδίσει ενα academy award για τον Ben Hur, με οδηγό τον Νομπελίστα ιστορικό Ramon Menendez Pidal, μυήθηκε στις μπαλάντες του 12 και 13 αι. που αποτέλεσαν και το βασικό σημείο εκκίνησης και αναφοράς της μουσικής του. Η μουσική «τυλίγει» γλυκά την ιστορία, συγκλονίζει με την απλότητά της και αγγίζει το ζενίθ της στη σκηνή που ο El Cid γνωρίζει για πρώτη φορά τα παιδιά του.

Η ταινία του Anthony Mann είναι μια από τις πιο λαμπρές του είδους που σεβόμενη τους θεατές της τους τα πρόσφερε όλα: μεγαλειώδεις σκηνές μάχης, δυνατές σκηνές αγάπης και πάθους, στιγμές προδοσίας και αφοσίωσης, καταπληκτικά τοπία, εξαιρετικό μακιγιάζ, πλούσια κοσμήματα, ένα συγκλονιστικό φινάλε και πανέμορφους πρωταγωνιστές.

Ο El Cid, όπως μας παραδίδεται από τις πήγες, ήταν ένας ήρωας που ανέκαθεν συγκινούσε τα πλήθη με την ανδρεία του, τις επιλογές του και κυρίως με τις ηγετικές του ικανότητες. Κάθε εποχή τιμά αυτές τις προσωπικότητες όπως μπορεί και με τα μέσα που διαθέτει. Η δική μας έχει το προνόμιο να μπορεί να δώσει ζωή σ’ αυτούς τους ήρωες έστω και για μόνο 2-3 ώρες, όσο διαρκεί μια ταινία. Δείτε την λοιπόν για όλους τους παραπάνω λογούς αλλα και για να εμπνευστείτε από έναν άνθρωπο που οι σύγχρονοί του αποκαλούσαν El Cid.

Α! Και για να συμπληρώσετε το παζλ της προσωπικότητας του ήρωα μπορείτε, αν θέλετε, να διαβάσετε το El Cid του Corneille η να ρίξετε μια ματιά στον πίνακα του Fragonard που εικονίζει τον El Cid με τον πατέρα του Don Diego.


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου