Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2023

Gremlins 1984

Gremlins 1984

Γκρέμλινς

Σκηνοθεσία: Joe Dante

Σενάριο: F Chris Columbus

Είδος: Horror ΔΕ 80, Fantasy, Comedy

Διάρκεια:1h 46m

Γλώσσα :Αγγλικά

Παίζουν:

Hoyt Axton: Randall Peltzer

John Louie: Chinese Boy

Keye Luke: Grandfather

Don Steele: Rockin' Ricky Rialto (voice)

Susan Burgess: Little Girl

Scott Brady: Sheriff Frank

Arnie Moore: Pete's Father

Corey Feldman: Pete

 

Λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα, ο Ράνταλ Πέλτζερ επισκέπτεται ένα κατάστημα με αντίκες στην Chinatown, προσπαθώντας να πουλήσει μία από τις αποτυχημένες εφευρέσεις του. Από εκεί, προμηθεύεται απερίσκεπτα ένα ασυνήθιστο δώρο για τον γιο του, ένα μυστηριώδες πλάσμα Μάνγκουαϊ. Το Μάνγκουαϊ δεν πρέπει να εκτεθεί σε δυνατό φως, δεν πρέπει βραχεί και δεν πρέπει ποτέ να φάει μετά τα μεσάνυχτα. Όταν οι κανόνες παραβιάζονται, στη μικρή πόλη του Κίνστον Φολς εξαπολύεται μία ορδή ξέφρενων τεράτων με καταστροφικές τάσεις και δολοφονικές διαθέσεις.

Το Γκρέμλινς (1984) είναι μια cult κωμική περιπέτεια τρόμου σε παραγωγή Στίβεν Σπίλμπεργκ, σκηνοθεσία Τζο Ντάντε και σενάριο Κρις Κολόμπους. Η ταινία αντιπαραβάλλει τη χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα, τις κωμικές ερμηνείες και τα παιδιάστικα αστεία με τρομακτικά, βίαια και αγωνιώδη στοιχεία. Αν και θεωρείται οικογενειακή παραγωγή, τόσο τα υψηλά επίπεδα βίας όσο και η μαύρη κωμωδία, η σατιρική διάθεση του Δυτικού πολιτισμού και οι άφθονες κινηματογραφικές αναφορές, καθιστούν την διασκεδαστική ταινία κατάλληλη για μεγαλύτερα παιδιά.

Όταν ο κ. Γουίνγκ, ο ηλικιωμένος ιδιοκτήτης της αντικερί, αρνείται κατηγορηματικά να πουλήσει το Μάνγκουαϊ στον Ράνταλ. Ωστόσο, εκείνος το αγοράζει από τον νεαρό εγγονό του καταστηματάρχη. Τότε ονομάζει το πλάσμα Γκίζμο και το δωρίζει στον γιο του, τον Μπίλι. Όταν ο Γκίζμο βρέχεται κατά λάθος με νερό παράγει πέντε ακόμα Μάνγκουαϊ, τα οποία του μοιάζουν στην χαριτωμένη εμφάνιση, όχι όμως και στη φιλική προσωπικότητα. Σύντομα, τα άτακτα θηρία ξεγελούν τον Μπίλι να τα ταΐσει μετά τα μεσάνυχτα. Την επόμενη μέρα τα πέντε Μάνγκουαϊ αναδύονται μέσα από τα κουκούλια τους ως αποκρουστικά Γκρέμλινς. Όταν ο δαιμονικός αρχηγός τους βρέχεται, δημιουργεί εκατοντάδες ακόμα τέρατα που καταστρέφουν με μανία την πόλη και σκοτώνουν αρκετούς από τους κατοίκους της.

Ο Μπίλι είναι ένα ευγενικό αγόρι που στηρίζει την οικογένειά του και αναλαμβάνει μαζί με τη δραστήρια συνάδελφό του, την Κέιτ, να κατατροπώσουν την απειλή. Ο Ράνταλ είναι καλοπροαίρετος μα επιπόλαιος, ενώ η γεμάτη κατανόηση σύζυγός του, η Λιν, είναι μια στοργική μητέρα και θαρραλέα γυναίκα. Στην πόλη υπάρχουν αρκετοί στερεοτυπικοί χαρακτήρες, όπως ο ξενοφοβικός, αλκοολικός βετεράνος του πολέμου, η άπληστη και σκληρή πλούσια χήρα, ο προσβλητικός και φιλόδοξος νεαρός τεχνοκράτης, ο αναποτελεσματικός σερίφης και ο δειλός βοηθός του.

Μεταξύ των τρομακτικών στοιχείων της, η ταινία περιλαμβάνει πολλές έξαφνες εμφανίσεις και επιθέσεις. Αρκετά Γκρέμλινς σκοτώνονται με αηδιαστικούς τρόπους, όπως μέσα σε ένα μπλέντερ και σε έναν φούρνο μικροκυμάτων, ενώ ένα από αυτά λιώνει αργά με έντονη γραφική απεικόνιση. Επιπλέον, ανησυχητικό περιεχόμενο έχει η τραυματική ιστορία που αφηγείται η Κέιτ σχετικά με τον θάνατο του πατέρα της, η οποία περιέχει ιδιαίτερα δυσάρεστες λεπτομέρειες.

  

Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2022

FIRESTARTER 1984

 

FIRESTARTER 1984

Εξουσία Πυρός


 
Σκηνοθεσία: Mark L. Lester

Σενάριο: F Stephen King, Stanley Mann

Είδος: Horror ΔΕ 80, Fantasy

Διάρκεια:1h 54m

Γλώσσα :Αγγλικά

Παίζουν:

David Keith: Andrew McGee

Drew Barrymore: Charlie McGee

Freddie Jones: Wanless

Heather Locklear: Vicky McGee

Martin Sheen: Captain Hollister

George C. Scott: John Rainbird

Art Carney: Irv Manders

 

O Άντριου και η Βίκυ ΜακΓκι γνωρίζονται και γίνονται ζευγάρι, κατά τη διάρκεια της θητείας τους ως πειραματόζωα, ενόσω είναι ακόμη φοιτητές. Το πείραμα στο οποίο υποβάλλονται καλύπτεται από μυστήριο και φαίνεται να έχει σχέση με τις ψυχικές δυνατότητες. Μετά από χρόνια, όταν ο Άντριου και η Βίκι παντρεύονται κι αποκτούν μια κόρη, την Τσάρλι, ανακαλύπτουν ότι το παιδί τους έχει την ικανότητα να βάζει φωτιές μόνο και μόνο με τη σκέψη της. Φυσικά, η κυβέρνηση εκδηλώνει τεράστιο ενδιαφέρον για την Τσάρλι, ενώ στελέχη μιας μυστικής υπηρεσίας με τον τίτλο «Το Εργαστήριο» θέλουν να τη βάλουν σε καραντίνα και να τη μελετήσουν. Η τροπή που παίρνουν τα πράγματα όμως θέτει την κατάσταση εκτός ελέγχου, και η μικρή Τσάρλι συχνά δεν μπορεί να ελέγξει τις δυνάμεις της, ξετυλίγοντας την πλεκτάνη που έχει στηθεί από σκοτεινά κέντρα.

Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2022

The Keep 1983

The Keep 1983

Το οχυρό

 

Σκηνοθεσία: Michael Mann

Σενάριο: F. Paul Wilson, Michael Mann

Είδος: Horror ΔΕ 80, Drama, Fantasy

Διάρκεια:1h 36m

Γλώσσα :Αγγλικά

Παίζουν:

Scott Glenn: Glaeken

Alberta Watson: Eva Cuza

Jürgen Prochnow: Woermann

Robert Prosky: Father Fonescu

Gabriel Byrne: Kaempffer

Ian McKellen: Dr. Theodore Cuza

William Morgan Sheppard: Alexandru

 

Στο The Keep μια ολιγομελής στρατιωτική ομάδα Γερμανών αντιμετωπίζει μια διαβολική οντότητα σε ένα μυστηριώδες κάστρο της Ρουμανίας στα χρόνια του Β Παγκοσμίου Πολέμου.

Πρόκειται για ένα ιδιόρρυθμο βρετανικό φιλμ που συνδυάζει τρόμο, γοτθική ατμόσφαιρα, επιστημονική φαντασία και ‘Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Παρά τον τεράστιο Michael Man (The Last of the Mohicans, Heat) στη σκηνοθεσία και το πολύ δυνατό cast που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τους Scott Glenn (Training Day, The Hunt for Red October), Gabriel Byrne (The Usual Suspects, Millers Crossing) και Ian McKellen (X-Men, Lord of the Rings) η εμπορική αποτυχία του, του στέρησε τη δόξα και την ευρεία κυκλοφορία με αποτέλεσμα το «The Keep» να είναι περισσότερο γνωστό στους πιο ψαγμένους λάτρεις του cult και στους λίγους πιστούς οπαδούς του.

Περισσότερο έχει μείνει στην ιστορία για την σκοτεινή, ατμοσφαιρική ηλεκτρονική μουσική του από το θρυλικό γερμανικό συγκρότημα Tangerine Dream και μερικούς ακόμα καλλιτέχνες παρά για οτιδήποτε άλλο.

Βρισκόμαστε στα βάρβαρα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και συγκεκριμένα στη Ρουμανία όπου μια μικρή ομάδα στρατιωτών ναζί καλείται να φρουρήσει ένα χωριό για στρατηγικούς λόγους. Εκεί βρίσκεται ένα παράξενο «κάστρο» τεραστίων διαστάσεων το οποίο οι ντόπιοι φοβούνται και αντιμετωπίζουν με δέος. Οι στρατιώτες δεν πιστεύουν στις δεισιδαιμονίες των χωρικών και αφήνονται στην απόλαυση της αποκομιδής πλούτου ακόμα και από το ίδιο το οχυρό. Κάτι δεν πάει καλά όμως.

Η απερισκεψία των ναζί απελευθερώνει ένα θανάσιμο πλάσμα που κατοικεί στα σκοτεινά βάθη του οχυρού και τους ξεπαστρεύει έναν έναν. Ταυτόχρονα το ξύπνημα του δαιμονικού πλάσματος με το όνομα Radu Molasar διαισθάνεται ένας μυστηριώδης άντρας από τον…Πειραιά (ναι σωστά διαβάζετε!) και σπεύδει άμεσα στην περιοχή. Στο ίδιο μέρος αποστέλλεται και ένας Εβραίος καθηγητής μαζί με την κόρη του καθώς θεωρείται ικανός να βοηθήσει στη λύση του μυστηρίου και να γλιτώσει έτσι από τη φρικτή μοίρα που περιμένει τους Εβραίους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Η ταινία αποτελεί μεταφορά βιβλίου με τον ίδιο τίτλο γραμμένο από τον Αμερικανό συγγραφέα F. Paul Wilson που ειδικεύεται σε horror και sci-fi μυθιστορήματα.

Η μπερδεμένη υπόθεση και η προχειρότητα του σεναρίου δυσκολεύουν την παρακολούθηση του «The Keep». Ο νωχελικός ρυθμός και οι ασαφείς διάλογοι εντείνουν αυτή τη δυσκολία. Πάντως αν ξεπεράσουμε αυτά τα προβλήματα μπορούμε να συμπαθήσουμε το φιλμ αναγνωρίζοντας τουλάχιστον κάποιες αρετές. Για παράδειγμα ουδείς μπορεί να αρνηθεί την απίστευτα βαριά και καταθλιπτική ατμόσφαιρα η οποία γιγαντώνεται κυρίως λόγω της υπέροχης μουσικής υπόκρουσης.

Παράλληλα η σκοτεινή, ομιχλώδης φωτογραφία μέσα από το φρούριο παράγει αισθήματα τρόμου και κλειστοφοβίας. Παρά την αδεξιότητα του σεναρίου μπορούμε να εντοπίσουμε ορισμένα ηθικά και κοινωνικά μηνύματα μέσα στο φιλμ. Στηλιτεύει τον πόλεμο, τον φασισμό, τις κτηνωδίες εις βάρος αμάχων ενώ συχνά κάνει μνεία στην τραγική μοίρα των Εβραίων κατά τη διάρκεια εξέλιξης του Ολοκαυτώματος.

Ο υπερφυσικός κακός της υπόθεσης (μιλάμε για cult μορφή) συχνά παραλληλίζεται με τη ναζιστική λαίλαπα και το κακό που έχει προξενήσει στον κόσμο. Οι ηθικοπλαστικού τύπου αναφορές ίσως ξενίσουν ορισμένους αλλά νομίζω ότι το «The Keep» θα έδειχνε πιο άνοστο αν δεν τις είχε.

Αν και τα ειδικά εφέ ήταν πιο προσεγμένα χωρίς να θυμίζουν κινούμενα σχέδια θα είχαμε καλύτερο αποτέλεσμα. Γενικότερα μένει η εντύπωση ότι το «The Keep» ήθελε να μας πει πολλά περισσότερα αλλά διάφορες αναποδιές περιόρισαν το όραμά του. Αξίζει μια ματιά αλλά μην περιμένετε πολλά πράγματα. 

Christine 1983

Christine 1983

ΧΡΙΣΤΙΝΑ


Σκηνοθεσία: John Carpenter

Σενάριο: Stephen King, Bill Phillips

Είδος: Horror ΔΕ 80, Thriller

Διάρκεια:1h 50m

Γλώσσα :Αγγλικά

Παίζουν:

Keith Gordon: Arnie

John Stockwell: Dennis

Alexandra Paul: Leigh

Robert Prosky: Darnell

Harry Dean Stanton: Junkins

Christine Belford: Regina Cunningham

Roberts Blossom: LeBay

 

Stephen King, John Carpenter.

Τι; Θέλετε κι άλλα στοιχεία για να παρακολουθήσετε την ταινία; Δεν πειστήκατε μόνο στην αναφορά αυτών των δύο ονομάτων; Μάλλον θα είστε πολύ απαιτητικοί θεατές.

Εντάξει, λοιπόν, θα πω άλλο ένα στοιχείο. Ένα αμάξι που σκοτώνει και πιο συγκεκριμένα μια κλασσική κόκκινη Plymouth Fury του 58’ κατασκευασμένη στην μητρόπολη των αυτοκινήτων, το Ντιτρόιτ. Αν δεν σας έπεισε και αυτό, πραγματικά δεν ξέρω τι άλλο μπορεί να το κάνει.

Πέρα από την πλάκα, αρκετοί στο άκουσμα και μόνο των δημιουργών, αλλά και της υπόθεσης θα είχαν τρέξει ήδη να παρακολουθήσουν την ταινία που βασίζεται στο έργο του συγγραφέα «βασιλιά του τρόμου», Stephen King και σκηνοθεσία του μετρ του είδους, John Carpenter που μας χάρισε μία από τις πιο επιτυχημένες κινηματογραφικές μεταφορές του αμέτρητου έργου του King. Και αν το 1983, όπου κυκλοφόρησε, δεν είχε την αναμενόμενη ανταπόκριση από το κοινό, σήμερα πλέον θεωρείται μια από τις cult ταινίες τρόμου με κοινό που λατρεύει να την παρακολουθεί ξανά και ξανά.

Όπως σε όλα σχεδόν τα έργα του King, η πρώτη ματιά στην υπόθεση προκαλεί παράξενη εντύπωση, καθώς εδώ έχει επιλέξει να αποδώσει την μορφή του κακού μέσα από ένα αυτοκίνητο όπου φαίνεται να έχει κυριευτεί απ’ αυτό και να αποτελεί θανάσιμη απειλή για τους εκάστοτε ιδιοκτήτες του αλλά και τον περίγυρο τους.

Πιο συγκεκριμένα, ύστερα από μια μικρή εισαγωγή στην δημιουργία του αυτοκινήτου το 1958, μεταφερόμαστε είκοσι χρόνια μετά σε ένα μέρος της Καλιφόρνια, όπου επικεντρωνόμαστε στην ζωή δύο έφηβων φίλων, οι οποίοι είναι τελειόφοιτοι στο σχολείο. Ο Arnie είναι ένας συνεσταλμένος, μοναχικός έφηβος με παλιομοδίτικη εμφάνιση όπου δέχεται τα πειράγματα των άλλων, ενώ ο κολλητός του Dennis είναι το άκρως αντίθετο, όντας δημοφιλής παίκτης της ομάδας ράγκμπι του σχολείου, εμφανίσιμος με πολλές επιτυχίες στα κορίτσια και προστάτης του φίλου του όποτε χρειαστεί.

Κομβικό σημείο στην ιστορία είναι η στιγμή όπου ο Arnie, βρισκόμενος στον δρόμο της επιστροφής από το σχολείο μαζί με τον Dennis, βλέπει την εγκαταλελειμμένη Plymouth στην αυλή ενός σπιτιού και νιώθει μια παράξενη έλξη γι’ αυτήν με αποτέλεσμα να σταματήσουν επιτόπου με σκοπό να την αγοράσει άμεσα. Ο ηλικιωμένος ιδιοκτήτης της τον ενημερώνει ότι το αμάξι ονομάζεται «Christine» και ότι θα του το πουλήσει με ευχαρίστηση, τονίζοντας του ότι δεν πρόκειται να δεχτεί οποιαδήποτε επιστροφή μετά την αγορά της.

Από εκεί και πέρα, ο Arnie θα αλλάξει τόσο εξωτερικά την εμφάνιση του, όσο εσωτερικά την συμπεριφορά του προς τους άλλους, δημιουργώντας με το αμάξι του μια σχέση εξάρτησης έως ερωτικής έλξης σαν να πρόκειται για αληθινή γυναίκα και το ίδιο το όχημα να αρχίζει να φέρεται σαν ζηλιάρα σύντροφος οδηγώντας τα πάντα και τους πάντες στην καταστροφή.

Ειδικό βάρος στην ταινία προσθέτει η επιλογή του ηθοποιού Keith Gordon για τον ρόλο του Arnie, ο οποίος δικαιώνει απόλυτα όσους τον εμπιστεύτηκαν με την ερμηνεία του, αποδίδοντας εντυπωσιακά στην οθόνη την μεταστροφή του χαρακτήρα του από «σπασίκλα» σε «bad boy attitude» μέσα από τις κινήσεις και το βλέμμα του, αλλά και την σχέση που αναπτύσσει με την «Christine» την οποία ακολουθεί πιστά μέσα από αυτό το αρρωστημένο δέσιμο τους.

Επιπλέον, ο Carpenter παίρνει ένα έργο του King, γεγονός που προσδίδει ένα έξτρα βάρος και πίεση στον σκηνοθέτη, ώστε να φανεί αντάξιος του και καταφέρνει να ξεχωρίσει μαζί με την βοήθεια του σεναριογράφου Bill Phillips, φέρνοντας ένα αποτέλεσμα στην οθόνη που προσφέρει διασκέδαση, δράση και τρόμο στον θεατή μέσα από το κλίμα και την ατμόσφαιρα που χτίζει, τα εξαιρετικά πλάνα και τις σκηνές καταδίωξης με τα αμάξια, αποφεύγοντας ωστόσο το πολύ «αίμα» και τις αποκρουστικές σκηνές των θανάτων, αλλά δίνοντας έμφαση στην αγωνία και την αποκορύφωση του σασπένς μέχρι το τέλος.

Συμπερασματικά, η ταινία «Christine» είναι κάτι παραπάνω από ένα αμάξι που σκοτώνει, καθώς παρουσιάζει μια εναλλακτική προσέγγιση ενός ηττοπαθούς εφήβου της δεκαετίας του 80’ και της απεγνωσμένης προσπάθειας του να αλλάξει, ώστε να γίνει αρεστός στους άλλους και να νιώσει και ο ίδιος επιτυχημένος. Είναι μία από τις πετυχημένες κινηματογραφικές μεταφορές των βιβλίων του King, εγχείρημα που στο παρελθόν έχει αποτύχει αρκετές φορές από διάφορους δημιουργούς, και σίγουρα αξίζει μια ευκαιρία να φτάσει στο κοινό για να πάρει μια cult γεύση καλού 80s τρόμου.

Υ.Γ. 1 Η «badass» εισαγωγική σκηνή της «Christine» υπό την μουσική υπόκρουση του «Bad to the Bone» των George Thorogood & The Destroyers 

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2022

In the Mouth of Madness 1994

In the Mouth of Madness 1994

Στο Στόμα της Τρέλας


Σκηνοθεσία: John Carpenter

Σενάριο: Michael De Luca

Είδος: Horror ΔΕ 90, Drama, Fantasy, Mystery, Thriller

Διάρκεια:1h 35m

Γλώσσα :Αγγλικά

Παίζουν:

Sam Neill: John Trent

Julie Carmen: Linda Styles

Jürgen Prochnow: Sutter Cane (as Jurgen Prochnow)

David Warner: Dr. Wrenn

John Glove: Saperstein

Bernie Casey: Robinson

Peter Jason: Mr. Paul

Ένας συγγραφέας μυθιστορημάτων τρόμου εξαφανίζεται λίγο πριν την κυκλοφορία του πολυαναμενόμενου τελευταίου του βιβλίου. Ο εκδοτικός οίκος στέλνει έναν ερευνητή περιπτώσεων ασφαλιστικής απάτης για να τον εντοπίσει και να παραδώσει το χειρόγραφο του βιβλίου. Μετά από λίγο, όμως, ο τελευταίος αρχίζει να υποψιάζεται ότι κάτι πολύ μεγάλο και τρομακτικό κρύβεται πίσω από την εξαφάνιση, που μπορεί να επηρεάσει ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.

Ώρα χαράς για τους απανταχού οπαδούς του H.P. Lovecraft με αυτό το πολύ ψαγμένο θρίλερ τρόμου του John Carpenter που είναι επηρεασμένο από τα αθάνατα διηγήματα του άρχοντα του κοσμικού τρόμου. Αν και το IN THE MOUTH OF MADNESS δεν αντλεί την έμπνευσή του απευθείας από κάποια συγκεκριμένη από τις ιστορίες του μεγάλου Αμερικάνου συγγραφέα του φανταστικού, η Λαβκραφτιανή επιρροή είναι αναμφισβήτητη και ξεκάθαρη, και μάλιστα ίσως η ταινία του Carpenter να είναι μια από τις καλύτερες μεταφορές του έργου του Lovecraft στη μεγάλη οθόνη, χωρίς να είναι τέτοια στην πραγματικότητα!

O John Trent (Sam Neill) είναι ένας φλεγματικός ερευνητής ασφαλιστικών απατών που προσλαμβάνεται από έναν εκδοτικό οίκο για να βρει τον συγγραφέα τρόμου Sutter Caine (Jurgen Prochnow), ο οποίος εξαφανίστηκε λίγο πριν παραδώσει το χειρόγραφο για το τελευταίο και πολυαναμενόμενο βιβλίο του με τίτλο "In The Mouth Of Madness". Όλα αυτά εν μέσω βίαιων ταραχών που έχουν αρχίσει να ξεσπάνε στην πόλη χωρίς προειδοποίηση και φαινομενικά χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Σε ένα συγκεκριμένο σκηνικό, ο Trent παραλίγο να γίνει θύμα ενός τσεκουροφόρου παρανοϊκού, που τελικά αποδεικνύεται ότι ήταν ο ατζέντης του Sutter Caine.

Ο Trent φυσικά πιστεύει ότι η εξαφάνιση του Caine είναι τέχνασμα από τον εκδοτικό οίκο για να αυξήσει τις πωλήσεις του νέου βιβλίου του, οπότε δέχεται να ψάξει να τον βρει και να αποκαλύψει την απάτη.

Μετά από έρευνα στο συγγραφικό έργο του Sutter Caine, ο Trent καταλήγει ότι η μυθική πόλη του Hobbs End που περιγράφεται στα βιβλία του Caine είναι στην πραγματικότητα αληθινή και μάλιστα είναι το μέρος στο οποίο έχει καταφύγει ο Sutter Caine. Λέει, λοιπόν, την θεωρία του στον διευθυντή του εκδοτικού οίκου (Charlton Heston), ο οποίος του δίνει το ΟΚ να πάει να ψάξει, και στέλνει μαζί του και την εκδότη του Caine για να τον βοηθήσει.

Το ζευγάρι ξεκινάει για το Hobbs End το οποίο και εντοπίζει μετά από πολύ παράξενα σκηνικά, για να διαπιστώσουν ότι το χωριό και οι κάτοικοί του είναι ακριβώς όπως είχαν περιγραφεί από τον Sutter Caine στα βιβλία του. Μάλιστα, όταν κάποιοι από αυτούς ερωτώνται, μοιάζουν να αγνοούν την ύπαρξη του δημοφιλή συγγραφέα, με πρώτη και καλύτερη την κυρία Pickman (αναφορά στον Lovecraft- η ιστορία είναι το Pickmans Model), την φαινομενικά καλοκάγαθη ιδιοκτήτρια του Πανδοχείο στο οποίο διανυκτερεύει το ζευγάρι.

Γρήγορα το ζεύγος αντιλαμβάνεται ότι κάτι δεν πάει καλά στο Hobbs End, μια άποψη που γίνεται βεβαιότητα όταν συναντήσουν τον ίδιο τον Sutter Caine σε έναν γοτθικό ναό, ο οποίος έχει θέση Ιερέα- Δημάρχου στο Hobbs End, με τους ντόπιους να τον φοβούνται θανάσιμα. Μια εξήγηση που δίνει ο πάντα δύσπιστος Trent είναι ότι το όλο σκηνικό είναι «στημένο» από τον Sutter Caine και τον εκδοτικό οίκο, αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα, και ότι απλώς ήταν ένα πιόνι στα βέβηλα σχέδια του Sutter Caine και των σκοτεινών κοσμικών δυνάμεων τις οποίες υπηρετεί.

Όσοι ξέρουν από Lovecraft ήδη έχουν καταλάβει ότι οι σκοτεινές δυνάμεις τις οποίες ανέφερα δεν είναι άλλοι από τους πανταχού παρόντες στη δουλειά του Lovecraft Μεγάλους Παλιούς, τον Cthulhu, τον Yog- Sothoth και τα άλλα παιδιά, που αν και δεν αναφέρονται ποτέ τα ονόματά τους, είμαστε σίγουροι ότι για άλλη μια φορά στοχεύουν στην επιστροφή τους στη Γη και φυσιολογικά, στην καταστροφή των πάντων.

Πολύ έξυπνη προσέγγιση από τον Carpenter ο επιτηδευμένος περιορισμός των αναφορών στους Μεγάλους Παλιούς (το όνομά τους αναφέρεται μόνο μια φορά), μιας και πιστεύω ότι όσοι δεν έχουν ασχοληθεί με το έργο του Lovecraft θα είχαν πρόβλημα να κατανοήσουν το τι παίζεται. Αυτό είναι ταυτόχρονα και πρόβλημα για τα δρώμενα, καθώς οι θεατές που ανήκουν στην παραπάνω κατηγορία ίσως θεώρησαν ότι το IN THE MOUTH OF MADNESS καταφεύγει σε γενικότητες και αοριστίες περί κάποιας ανώτερης μοχθηρής δύναμης που κατευθύνει την κατάσταση μόνο και μόνο για να ξεφύγει με εύκολο τρόπο από το να εξηγήσει το τι ακριβώς γίνεται. Εμείς όμως που διαβάζουμε Lovecraft («Εσείς διαβάζετε Sutter Caine;») ξέρουμε ακριβώς τι πάει να γίνει!

To IN THE MOUTH OF MADNESS μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί ως μια άσκηση φόρου τιμής στον Lovecraft. Όλα τα στοιχεία της ταινίας παραπέμπουν στο έργο του μεγάλου συγγραφέα του φανταστικού. Από τον κεντρικό ήρωα John Trent, δύσπιστο και ανελαστικό στις απόψεις του, ο ιδανικός απρόθυμος αγγελιαφόρος του ερχομού των Μεγάλων Παλιών, μέχρι τον ίδιο τον Sutter Caine, επίσης όργανο των κοσμικών οντοτήτων, που θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τον ίδιο τον Lovecraft. Ο ναός του Sutter Caine φέρνει στο νου τον ναό του Esoteric Order of Dagon, του Τάγματος των ακόλουθων των Μεγάλων Παλιών, ενώ ακόμα και το Hobbs End μπορεί να παρομοιαστεί με τη μυθική Kadath, τον ονειρότοπο του Lovecraft, ή ακόμα και την επίσης μυθική Rlyeh, «όπου ο μεγάλος Cthulhu κοιμάται και ονειρεύεται».

Ο Carpenter αποφεύγει τα φιγουρατζίδικα ειδικά εφέ και τις σκηνές gore και παραμένει πιστός στο πνεύμα των ιστοριών του Lovecraft, αφήνοντας τον τρόμο να είναι συγκαλυμμένος και να ξεδιπλώνεται σιγά σιγά μπροστά στα μάτια του θεατή, που όπως σε κάθε ιστορία του Lovecraft, μόνο την ύστατη στιγμή αρχίζει να αντιλαμβάνεται το πραγματικό μέγεθος της απειλής. Ξανά, όσοι δεν έχουν κάποια σχέση με τον Lovecraft ίσως δυσκολευτούν να καταλάβουν τη σημασία της απειλής, μιας και το μόνο που ίσως δουν είναι κάποια όχι και πολύ πειστικά τέρατα που έρχονται από το πουθενά και χωρίς καμία ικανοποιητική εξήγηση.

Πέρα απ’ αυτά πάντως, το IN THE MOUTH OF MADNESS έχει κάτι για όλους αρκεί να πάει κανείς με τα νερά του, χωρίς να γίνεται ενοχλητικό ψάχνοντας να βουλώσει τις τρύπες του σεναρίου, που κακά τα ψέματα σε ένα βαθμό υπάρχουν. Η ατμόσφαιρα είναι αδιαπέραστη ιδίως όταν η δράση μεταφέρεται στο Hobbs End, ενώ το πρωταγωνιστικό ζευγάρι Neil- Prochnow είναι πραγματικά απολαυστικό. Αν μάλιστα κατάφερνε ο Carpenter να αποφύγει κάποιες συνηθισμένες Χολιγουντιανές κακοτοπιές, αφήνοντας ας πούμε τον Sam Neill να πάει μόνος του στο Hobbs End (όπως άλλωστε θα έκανε ο οποιοσδήποτε Λαβκραφτιανός ήρωας) αντί να στείλει μαζί του την αδιάφορη Julie Carmen, θα μιλούσαμε για ένα κλασσικό και διαχρονικό έργο τρόμου.