Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

La belle et la bête (1946)

La belle et la bête (1946)

Η ΠΕΝΤΑΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΡΑΣ
 

Ο Jean Cocteau δεν ήθελε να τον θεωρούν σκηνοθέτη, αλλά ποιητή που ασχολείται και με την σκηνοθεσία! Ότι όμως κι αν ήτανε εμείς δεν παύουμε να τον θεωρούμε μεγάλο σκηνοθέτη, αφού κατόρθωσε από ένα γνωστό και τετριμμένο παραμύθι να μας παρουσιάσει ένα ποιητικό αριστούργημα που αποτελεί μνημείο στην ιστορία του κινηματόγραφου. Πρόθεσή του ήταν να επανεντάξει την Γαλλία στη πρωτοπορία του παγκόσμιου σινεμά μετά την στασιμότητα που έπρεπε να είχε παρουσιαστεί κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής. Αυτός αγωνίστηκε κόντρα στο κυνήγι που υπέστη από κριτικούς που τον κατηγόρησαν για «ελιτισμό» και έλλειψη επαφής με το κοινό.
Γι αυτό το λόγο διάλεξε ένα γνωστό παραμύθι και με τις ευαισθησίες του κατόρθωσε να παρακάμψει την τρομερή ασκημιά του τέρατος και να τονίσει την καλοσύνη του. Το θέμα της τρομακτικής εμφανίσεις του τέρατος γινόταν δευτερεύον ζήτημα για τον θεατή μπροστά στην καλοσύνη που εξέπεμπε. Λέγεται μάλιστα ότι όταν σύμφωνα με τον μύθο τα μάγια κάποια στιγμή λύνονται και το «Τέρας» αποβάλει την τρομακτική του εμφάνιση μετατρεπόμενος και πάλι σε γοητευτικό νεαρό άνδρα...
 
η Μάρλεν Ντίτριχ που παρακολουθούσε την πρεμιέρα αναφώνησε:
«τι έγινε το όμορφό μου τέρας;»
 
Να μην παραλείψουμε να τονίσουμε την συμβολή στην επιτυχία της ταινίας της Josette Day, στο ρόλο της γλυκιάς και συνετής πεντάμορφης.
Αυτός που δίνει όμως ρέστα είναι ο πολυτάλαντος Jean Marais! Ηθοποιός, συγγραφέας, ζωγράφος, γλύπτης και ποιος ξέρει τι άλλο ακόμα. Ο ρόλος αυτός του επέφερε διαφορετική τροπή στην καριέρα του.
Δεν υπήρχε περίπτωση να θέσουν οι εταιρίες διανομής στην Ελλάδα σε κυκλοφορία τέτοια ταινία με Ελληνικούς υπότιτλους. Αρκεστείτε λοιπόν σ’ αυτά που σας προσφέρουμε εμείς οι ερασιτέχνες:










Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

The Glass Slipper (1955)

The Glass Slipper (1955)
Η Σταχτοπούτα
Με την Leslie Caron

Σκηνοθεσία: Charles Walters

Σενάριο: Helen Deutsch

Παίζουν: Leslie Caron, Michael Wilding, Keenan Wynn

Έγινε κάποια συζήτηση για ταινίες παραμύθια που δεν είναι animation αλλά από πραγματικούς ηθοποιούς. Τότε μου ήλθε στον νου η ταινία «Σταχτοπούτα» του 1955, που είχα παρακολουθήσει ως πιτσιρικάς. Έψαξα στο internet αλλά τίποτα! . Έφθασα μάλιστα σε σημείο να αμφιβάλω για τον εαυτό μου, γιατί τέτοια πράγματα δεν τα ξεχνάω εγώ. Σκέφτηκα μήπως κάνω λάθος; Μήπως δεν υπάρχει τέτοια ταινία και την μπερδεύω με το animation της Ντίσνεϊ. Στο μυαλό μου όμως είχε μείνει ανεξίτηλα χαραγμένη η εικόνα με το εκφραστικό και πασαλειμμένο με στάχτες μουτράκι της Leslie Caron. Ξέρετε, την πρωταγωνίστρια των ταινιών Gigi, Ένας Αμερικανός στο Παρίσι, κ.α.

Λέω: βρες μπας και όλα αυτά είναι της φαντασίας μου και το αλτσχάϊμερ μου χτυπά την πόρτα; Ευτυχώς! Ο λόγος που δεν έβρισκα την ταινία τελικά βρέθηκε και ησύχασα για την ώρα! Το θέμα του τίτλου με μπέρδεψε πολύ. Έψαχνα για «Citerella» και φυσικά δεν έβρισκα τίποτα Μα μόνο στην Ελλάδα παίχτηκε με τον τίτλο αυτό. Το όνομα της ταινίας ήταν: «The Glass Slipper». Βρήκα λοιπόν την ταινία με Αγγλικούς υπότιτλους και στρώθηκα αμέσως στη δουλειά. Την μετάφραση των υποτίτλων

Θέλω να διευκρινίσω ότι δεν με ενδιαφέρουν μόνο οι λεγόμενες ποιοτικές ταινίες, αλλά και όσες μου άφησαν αναμνήσεις από τα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια.
Το ότι η ταινία διεθνώς δεν φέρει τον τίτλο «Σταχτοπούτα» μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι πρόκειται για μια διασκευή του γνωστού παραμυθιού. Ή μάλλον καλύτερα, έγινε προσπάθεια από τους δημιουργούς της ταινίας να την αποπαραμυθοποιήσουνε και να παρουσιαστεί όσο το δυνατόν πιο ορθολογική.
Μας παρουσιάζεται όπως και στο παραμύθι ένα φανταστικό Δουκάτο του Μεσαίωνα που κυβερνάται από τον γέρο Δούκα και που υπάρχει επίσης και το πριγκιπόπουλο ο διάδοχος. Η Σταχτοπούτα που ζει με την μητριά της και τις δύο ετεροθαλείς αδελφές της, αντιμετωπίζεται χειρότερα από σκλάβα από την οικογένεια. Μόνο υποχρεώσεις για βαριές δουλειές και κανένα δικαίωμα. Στις αγγαρείες που την υποχρεώνουν να κάνει περιλαμβάνεται και το άδειασμα του τζακιού από τις στάχτες. Αυτή είναι μόνιμα λερωμένη από την δραστηριότητα αυτή και έτσι της κωλύσανε το παρατσούκλι «Σταχτοπούτα».
Η μόνη εκτόνωση της είναι να επισκέπτεται ένα ξέφωτο στην άκρη μιας λίμνης στο δάσος και εκεί να ονειροπολεί. Εκεί θα γνωρίσει τον Πρίγκιπα, ο οποίος θα αποκρύψει την ταυτότητά του και θα της συστηθεί ως μάγειρας του παλατιού. Η Σταχτοπούτα θα νοιώσει μία έλξη για τον ευγενή αυτό νέο και θα αρχίσει τα ονειροπολήματα, πως θα βρεθεί κάποτε μαζί του στο πλευρό του στην κουζίνα του παλατιού. Το ονειροπόλημά της μας παρουσιάζεται ως ο περίφημος «χορός των μαγείρων» όπου συμμετέχει αυτή μαζί με το μπαλέτο του Παρισιού.
 
Εκεί θα της εμφανιστή και μια παράξενη γριούλα  Η γριούλα αυτή δεν έχει σχέση με την καλή νεράιδα του παραμυθιού με τα μαγικά ραβδάκια. Είναι μια πράγματι περίεργη και αλαφροΐσκιωτη γυναίκα που όλη η πόλη ξέρει ότι είναι αρκετά ιδιόρρυθμη. Έχει τη συνήθεια, όταν χρειάζεται να δανειστεί κάτι, να το κλέβει και μετά να το επιστρέφει
 
Αυτή θα πείσει την Σταχτοπούτα να λάβει μέρος στον χορό που δίδεται στο παλάτι. Της εξασφαλίζει πρόσκληση και για το εντυπωσιακό της ντύσιμο δεν μεταμορφώνει με μαγικό ραβδάκι τα κουρέλια σε πολυτελή φορέματα. Απλά κατά την συνήθειά της δανείζεται (δηλαδή κλέβει προσωρινά) πολυτελές φόρεμα, κοσμήματα και ένα ζευγάρι κομψά γοβάκια. Δεν μεταμορφώνει την κολοκύθα και τον ποντικό σε άμαξα και αμαξά. Απλά με την πειθώ της πείθει έναν αμαξά να εξυπηρετήσει την Σταχτοπούτα. Αυτός δέχεται, αλλά με την συμφωνία ότι η κοπέλα θα πρέπει να αποχωρίσει ακριβώς τα μεσάνυχτα, διότι μετά έχει την υποχρέωση να οδηγήσει τα αφεντικά του πίσω στο σπίτι. Έτσι κι έγινε. Η Σταχτοπούτα με την ομορφιά και την κομψότητά της γίνεται το θέμα συζήτησης από όλους. Ο Πρίγκιπας φαίνεται να την αναγνωρίζει και να χορεύει ασταμάτητα μαζί της καταγοητευμένος.
 
Η Σταχτοπούτα ξεχνιέται όταν ξαφνικά ακούει το ρολόι να κτυπά μεσάνυχτα! Έντρομη το βάζει στα πόδια, μα στην βιασύνη της της φεύγει ένα γοβάκι. Ο Πρίγκιπας το περιμαζεύει αλλά δεν περιέρχεται όλη την χώρα για να βρει σε ποιάν ανήκει το γοβάκι αυτό. Πηγαίνει στο γνωστό μέρος στο δάσος, βρίσκει την Σταχτοπούτα, της επιστρέφει το γοβάκι και η υπόθεση λήγει με happy end.









Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

Safar e Ghandehar 2001




SAFAR E GHANDHAR 2001

The Sun Behind the Moon



 

Σκηνοθεσία: Mohsen Makhmalbaf

Σενάριο: Mohsen Makhmalbaf

Παίζουν: Nelofer Pazira, Hassan Tantai, Ike Ogut



Η Γαλο-Ιρανική ταινία του Mohsen Makhmalba, διαπραγματεύεται την ιστορία μιας Αφγανής πρόσφυγος που εργάζεται ως δημοσιογράφος στον Καναδά. Η Αφγανή αυτή επιστρέφει στην πατρίδα της για να βοηθήσει την αδελφή της να διαφύγει, διότι αυτή είναι τόσο απελπισμένη με τη ζωή της στη χώρα αυτή, που αποφάσισε, όπως της γράφει, να αυτοκτονήσει ανήμερα της τελευταίας για την χιλιετία μας έκλειψης του ηλίου.
Μπορεί το σενάριο να είναι μυθοπλασία, αλλά τα επιμέρους γεγονότα δεν είναι καθόλου φανταστικά. Γέλια μας πιάνουν βλέποντας στην ταινία να πέφτουν με αλεξίπτωτα τεχνητά μέλη για να για να τροφοδοτήσουν γιατρούς φιλανθρωπικών οργανώσεων, που θα περιθάλψουν ακρωτηριασμένους! Το γέλιο όμως παγώνει στα χείλη μας όταν βλέπουμε ακρωτηριασμένους ανθρώπους να εκλιπαρούν για ένα τεχνητό μέλος. Έχουν μάλιστα τόσο εξοικειωθεί με την ιδέα του ακρωτηριασμού, ώστε προσπαθούν να προμηθευτούν τεχνητά μέλη και όταν ακόμα είναι υγιείς, διότι το θεωρούν δεδομένο ότι κάποια στιγμή θα ακρωτηριαστούν!
Το έργο αν και είχε πάρει αρκετές διακρίσεις σε διάφορα φεστιβάλ, στην Αμερική πέρασε – πιθανών λόγο Ιρανών – στο ντούκου, μέχρι να συμβούν τα γεγονότα της ενάτης Σεπτεμβρίου. Τότε η Αμερική άλλαξε στάση και χρησιμοποίησε το έργο για να προπαγανδίσει την εκστρατεία εναντίων του Αφγανιστάν, που το μόνο που πέτυχε είναι να αυξήσει τον αριθμό των ακρωτηριασμένων.
Μετέφρασα τους υπότιτλους, μια και δεν τους έβρισκα στα Ελληνικά.

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2011

Yi yi (2000)

Yi yi (2000)

Και ένα... και δύο...
Οικογενειακοί Ρυθμοί
 

Σκηνοθεσία: Edward Yang

Σενάριο: Edward Yang

Παίζουν: Nien-Jen Wu, Elaine Jin, Issei Ogata



Το τρίωρο αυτό Ταβανέζικο έργο, μπορεί να χαρακτηρίσει σαν επικό, κάτι ανάλογο με το Αμερικανικό «Όσα Παίρνει ο Άνεμος» ή το Γαλλικό «Τα Παιδιά του Παραδείσου».
Παρακολουθούμε την πορεία τριών γενεών μιας Ταϊβανέζικης οικογένειας και παρατηρούμε την παγκοσμιοποίηση, (βλέπε αμερικανοποίηση) σε όλο της το μεγαλείο. Οι τηνέϊτζερς εδώ δεν διαφέρουν σε τίποτε με τους απανταχού συνομηλίκους τους. Ο σεβασμός προς την μεγαλύτερη γενιά, πιθανών να ξενίζει βοριοευρωπαίους, όχι όμως κι εμάς.

 

Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι σίγουρα η παρατήρηση της σημερινής, παραγωγικής γενιάς. Αλήθεια, έχει ενδιαφέρον να δούμε πως συμπεριφέρονται οι άνθρωποι της παραγωγικής τάξης, δηλαδή αυτοί από τους οποίους προμηθευόμαστε φτηνά αντίγραφα των αξεσουάρ για τα μηχανήματά μας.
Έχει ενδιαφέρον να δούμε τους ανθρώπους που ασχολούνται με την βιομηχανία του ενδύματος, όταν η βιομηχανία αυτή αντιμετωπίζει κρίση, να στρέφονται στην παραγωγή σόφτγουερ! Θα μου πείτε: και το γνωρίζουν το θέμα; Δεν χρειάζεται να το γνωρίζουν οι ίδιοι. Η αγορά είναι γεμάτη από πτυχιούχους μισθωτούς σκλάβους, που για ένα κομμάτι ψωμί, είναι έτοιμοι να ξεπουλήσουν τις γνώσεις τους. Άλλοι είναι αυτοί που θα πλουτίσουν.
Ένας από τους κεντρικούς ήρωες της ταινίας είναι ο πιτσιρικάς που έχει αναπτύξει μία ιδιαίτερη θεωρία. Υποστηρίζει ότι ακόμα και παρόν να είναι κάποιος σε ένα γεγονός, έχει αντιληφθεί την μισή μόνο αλήθεια. Δηλαδή έχει δει μόνο αυτά που συμβαίνουν εμπρός στα μάτια του. Το τι γίνεται πίσω από αυτά, επειδή δεν έχει στην πλάτη μάτια, (η γιαγιά μου το έλεγε κάπως αλλιώς) δεν μπορεί να έχει επίγνωση της πλήρους αλήθειας. Για να αντιπαρέλθει το μειονέκτημα αυτό, αρχίζει να φωτογραφίζει ανθρώπους... από την πλάτη!
Την παράσταση όμως κλέβει ο Ιάπωνας συνομιλητής τους για μπίζνες. Με στωικό ύφος χιλίων φιλοσόφων αμολά τις αμπελοφιλοσοφίες του.
Γενικά, εγώ προσωπικά δεν θα είμαι τόσο γενναιόδωρος στην κρίση μου όπως άλλοι επαγγελματίες κριτικοί και κριτές φεστιβάλ, ώστε να δώσω στο έργο αυτό τον τίτλο του αριστουργήματος. Είναι μία απλώς υποφερτή ταινία. Αξίζει όμως ο κόπος να κάτσει κανείς το χρόνο του και να την δει.
Γιατί εντριφεί στο σύγχρονο Ασιατικό σινεμά.
Γιατί έχει χαρακτηριστεί ας μία από τις σπουδαιότερες ταινίες εκείνης της δεκαετίας.
Και ιδίως για να πάει χαλάλι ο κόπος που έκανα να μεταφράσω τρίωρο έργο από τα Κινέζικα!(χα χα)
Και για να σοβαρευομαστε. Από Γερμανική μεταγλώττιση.

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

What Time Is It Over There? (2001)



What Time Is It Over There?  (2001)

Τι ώρα είναι εκεί;

 

Και ο αυθεντικός τίτλος:

Ni na bian ji dian  (2001)

Σκηνοθεσία: Ming-liang Tsai

Σενάριο: Ming-liang Tsai, Pi-ying Yang

Παίζουν: Kang-sheng Lee, Shiang-chyi Chen, Yi-Ching Lu

Γλώσσα: Μανδαρίνικα.
Παραγωγή: Γαλλία – Ταϊβάν
 
Ένα σχετικά πρόσφατο παράξενο έργο είναι το Γαλλο-Ταϊβανέζικο φιλμ και του 2001:
«What Time Is It Over There?»
Για το έργο ακούστηκαν διθυραμβικές κριτικές και άφθονα βραβεία στα διάφορα φεστιβάλ. Βλέποντάς το όμως διαπιστώνουμε έναν πολύ αργό ρυθμό, όπως ήταν συνήθως σε Γαλλικές ποιοτικές (sic) ταινίες της δεκαετίας του 60. Να φανταστείτε ότι για έργο δύο περίπου ωρών, είχα να μεταφράσω μόνο 220 διαλόγους. Το συνηθισμένο είναι από 800 και άνω. Αυτό σε συνδυασμό με το ξεκάρφωτο τέλους του, καθιστούν το έργο αυστηρά σινεφίλ.
Για το σενάριο να πούμε ότι μας παρουσιάζει έναν νεαρό πλανόδιο πωλητή ρολογιών που έχασε πρόσφατα τον πατέρα του. Ο νεαρός αυτός πουλά σε μία όμορφη κοπέλα ένα ρολόι.

 

Η κοπέλα αναχωρεί για το Παρίσι και ο νεαρός που την ερωτεύεται., Το μόνο που του μένει να κάνει για να αισθάνεται ότι είναι σε επαφή μαζί της, είναι να ρυθμίζει οποιοδήποτε ρολόι συναντά στην Ταϊβάν, στην ώρα του Παρισιού.
Στη συνέχεια παρακολουθούμε την παράλληλη ζωή των δύο νέων σε Ταϊβάν και Παρίσι.
Ο νέος έχει να αντιμετωπίσει το δεισιδαιμονικό περιβάλλον του και παρατηρούμε ότι παρόλη την τεχνολογική πρόοδο και την καύση των νεκρών, οι ιερείς έχουν το πάνω χέρι! Μη σκοτώνεις την κατσαρίδα, του λέει η μητέρα του. Ο ιερέας μας είπε ότι για 40 μέρες δεν πρέπει να πειράζουμε κανένα ζωντανό πλάσμα, διότι μπορεί να είναι η μετεμψύχωση του πατέρα σου, που ήλθε να μας επισκεφτεί!
Παράλληλα η κοπέλα περιφέρεται ως τουρίστρια στο Παρίσι. Η παρουσία της εκεί σε ένα εστιατόριο, μας παραπέμπει σε σκηνές από το έργο «Play Time» Του Ζακ Τατί!
Τους υπότιτλους τους μετέφρασα και θα τους βρείτε εδώ: