Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2022

Night of the Living Dead 1968

Night of the Living Dead 1968

Η νύχτα των ζωντανών νεκρών


Σκηνοθεσία: George A. Romero

Σενάριο: John A. Russo, George A. Romero

Είδος: Horror ΔΕ 60, Thriller

Διάρκεια: 1h 36m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Duane Jones: Ben

Judith O'Dea: Barbra

Karl Hardman: Harry Cooper

Marilyn Eastman: Helen Cooper

Keith Wayne: Tom

Judith Ridley: Judy

 

Μία ομάδα αγνώστων θα ταμπουρωθεί σε παλιά αγροικία, σε μια προσπάθεια να ξεφύγει από τις ορδές των απέθαντων που λυμαίνονται τους δρόμους. Με τον κίνδυνο να καραδοκεί έξω από το σπίτι και με τις διαπροσωπικές κόντρες στο εσωτερικό να δυσχεραίνουν την ήδη τεταμένη κατάσταση, οι επιζήσαντες θα πρέπει τώρα να βρουν έναν τρόπο να γλιτώσουν πριν γίνουν το επόμενο γεύμα των αιμοδιψών ζόμπι.

Έτος 1968. Οκτώ χρόνια μετά την αποφοίτησή του από το Πανεπιστήμιο, ένας νεαρός ονόματι Τζόρτζ Α. Ρομέρο θα γράψει και θα σκηνοθετήσει (αναλαμβάνοντας παράλληλα χρέη φωτογράφου, μοντέρ και παραγωγού) την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, ένα ανεξάρτητο φιλμ που έμελλε να γράψει κινηματογραφική και πολιτισμική ιστορία ως μία από τις πιο επιτυχημένες εισπρακτικά παραγωγές του ανεξάρτητου σινεμά, που έθεσε μια και καλή τα θεμέλια της σύγχρονης pop κουλτούρας σχετικά με τα ζόμπι, διατηρώντας μέχρι και σήμερα τα ηνία στο ευφάνταστο είδος του κινηματογραφικού – και όχι μόνο – τρόμου. Και ο τίτλος αυτής… «Η Νύχτα των Ζωντανών Νεκρών».

Η Μπάρμπρα και ο Τζόνι ταξιδεύουν μέχρι τη μακρινή Πενσιλβανία προκειμένου να επισκεφθούν τον τάφο του πατέρα τους. Εκεί θα έχουν μια τρομακτική συνάντηση με έναν άνδρα ο οποίος τους επιτίθεται εντελώς ξαφνικά, αναγκάζοντας την Μπάρμπρα να το βάλει στα πόδια. Η σωτηρία της βρίσκεται κάμποσα μέτρα παραπέρα, σε μια εγκαταλελειμμένη αγροτική κατοικία όπου θα γνωρίσει τον Μπεν, έναν άνδρα που με τη σειρά του έχει μόλις γλιτώσει από τις δολοφονικές επιθέσεις τυχαίων ατόμων που μοιάζουν να έχουν χάσει τα λογικά τους. Σε μια προσπάθεια να καταλάβουν τι συμβαίνει στον κόσμο εκεί έξω, η Μπάρμπρα και ο Μπεν θα συνειδητοποιήσουν πως δεν είναι οι μόνοι που έχουν καταφέρει να επιβιώσουν – μέχρι στιγμής – από την αιματηρή τρέλα που έχει κυριεύσει τον πληθυσμό, μετατρέποντας σχεδόν τους πάντες σε ανθρωποφάγα τέρατα. Για να ζήσουν τώρα θα πρέπει να κυριαρχήσει η λογική και η ψυχραιμία, πόσο εύκολο όμως είναι αυτό όταν οι δεκάδες νεκροί που πολιορκούν το σπίτι απαιτούν ζεστή σάρκα και αίμα;

Βλέποντας κανείς σήμερα την ταινία του Ρομέρο μπορεί εύκολα να διαπιστώσει τους λόγους για τους οποίους το επακόλουθο cult status της και το τεράστιο fan base που απέκτησε προοδευτικά μέσα στα χρόνια, μοιάζουν να δικαιολογούν άψογα τη διαχρονικότητα της «απέθαντης» φιλοσοφίας και τη ριζοσπαστικότητα ενός ευφυούς κοινωνικοπολιτικού σχολίου δια χειρός του ίδιου του δημιουργού της. Η ιδέα της νεκροζώντανης οντότητας δεν αποτέλεσε σύλληψη του Ρομέρο, αλλά προϋπήρχε ως θεματική, ήδη από τη δεκαετία του ’30, τόσο στο σινεμά του φανταστικού (το «White Zombie» του Βίκτορ Χάλπεριν με πρωταγωνιστή τον Μπέλα Λουγκόζι αποτελεί ένα από τα πρώιμα παραδείγματα) όσο και στη λογοτεχνία του τρόμου, με τον «Ζωντανό Θρύλο» του Ρίτσαρντ Μάθεσον να αποτελεί και μία από τις βασικές πηγές έμπνευσης της «Νύχτας» του Ρομέρο. Εντούτοις, η ουσιαστική διαφοροποίηση στη σεναριακή προσέγγιση εδώ έγκειται στο γεγονός πως ο Ρομέρο επιχείρησε να χρησιμοποιήσει τη δική του εκδοχή των πεινασμένων απέθαντων (η λέξη «ζόμπι» δεν ακούγεται ποτέ στην ταινία) προκειμένου να καταδείξει, μεταξύ άλλων, το φαινόμενο του υπερκαταναλωτισμού στην Αμερική, μια κατάσταση που κατά την περίοδο της δεκαετίας του ’50 και των αρχών του ’60 έφτασε σε δυσθεώρητα ύψη. Αυτή η μεταφορική κατάδειξη της διάθεσης του μέσου Αμερικανού για «εγχώριο αυτο-κανιβαλισμό» υπό τη μορφή του υλικού «φαγώματος» έγινε ακόμα πιο ευδιάκριτη δέκα χρόνια αργότερα, όταν ο Ρομέρο επέστρεψε με το sequel «Το Ξύπνημα των Νεκρών», αυτή τη φορά μεταφέροντας το πεδίο δράσης των ηρώων του από το παρατημένο αγρόκτημα σε ένα έρημο εμπορικό κέντρο.

Δεδομένων των φυλετικών αναταραχών που κυριαρχούσαν εκείνη την εποχή στην Αμερική, με αποκορύφωμα τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ (η ταινία κυκλοφόρησε λίγο καιρό μετά τον θάνατό του), η αντισυμβατική επιλογή του Ρομέρο για έναν μαύρο πρωταγωνιστή είχε θεωρηθεί από πολλούς ως στοχευμένη κίνηση, παρά το γεγονός πως ο ίδιος είχε παραδεχθεί ότι ο Ντουέιν Τζόουνς είχε απλώς την καλύτερη audition. Ακόμα και έτσι, πάντως, η διάθεση για έναν ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό σχολιασμό είναι εμφανής, ιδιαίτερα σε συνάρτηση με το τέλος της ταινίας, το οποίο αφήνεται (κατά κάποιον τρόπο) ανοιχτό σε ερμηνείες τόσο σεναρίου όσο και… χρώματος. Πέρα και πάνω από την υποδειγματική συμβολική αναπαράσταση μιας ζοφερής πραγματικότητας (κι ενός ακόμη ζοφερότερου μέλλοντος), ο Ρομέρο υπογράφει εδώ μαζί με τον συν-σεναριογράφο του, Τζον Α. Ρούσο, μία υποδειγματική ιστορία, συστήνοντας έναν από τους πιο ορθολογιστές ήρωες στο σινεμά του τρόμου, μία συνθήκη διόλου απλή μιας που οι χαρακτήρες τού εν λόγω είδους έχουν διαρκώς μια τάση (ας πούμε) προς το ανόητο και την υπερβολή. Εδώ, ο Τζόουνς υποδύεται με κοφτερή ακρίβεια έναν άνδρα που έχει τον έλεγχο της κατάστασης και αξιοποιεί τα πάντα γύρω του προκειμένου να επιτύχει τον σκοπό του: να παραμείνει ζωντανός. Βλέποντας την ταινία σήμερα, γίνεται ακόμη πιο αντιληπτό το τεράστιο επίτευγμα του Ρομέρο σε επίπεδο σκηνοθεσίας και παραγωγής, ιδιαίτερα όταν ξεκινούν οι συγκρίσεις με τη «fast-food» βιομηχανία των ταινιών ζόμπι που μοιάζει να έχει ξεχάσει ότι ο πραγματικός τρόμος δεν βρίσκεται στο αίμα και το gore, αλλά στην ύστατη συνειδητοποίηση ότι το μοναδικό πράγμα που απομένει να καταναλώσουμε πια είναι οι ίδιοι μας οι εαυτοί. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου