Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2011

Signore & signori (1965)

Signore & signori (1966)
Κυρίες και Κύριοι...


Σκηνοθεσία: Pietro Germi

Παίζουν:
Virna Lisi ...
Milena Zulian
Gastone Moschin ...
Osvaldo Bisigato
Nora Ricci ...
Gilda Bisigato
Alberto Lionello ...
Toni Gasparini
Olga Villi ...
Ippolita Gasparini
Franco Fabrizi ...
Lino Bebedetti
Beba Loncar ...
Noemi Castellan
Gigi Ballista ...
Giancinato Castellan

Υπάρχει μια ολόκληρη γενιά που μεγάλωσε με τις ασπρόμαυρες Ιταλικές κωμωδίες της δεκαετίας του 60. Αυτές διαπραγματεύονταν θέματα από τον Ιταλικό νότο και κυρίως από την Σικελία. Να αναφέρω χαρακτηριστικά το «Διαζύγιο αλλά Ιταλικά» και τις περιπέτειες του Δον Καμίλο.
Το 1965 όμως ο Pietro Germi μας ανεβάζει πιο βόρια και συγκεκριμένα σε μια κωμόπολη στο μέσον της Ιταλίας. Οι κάτοικοι εκεί μπορεί να μην είναι Σιτσιλιάνοι, αλλά είναι το ίδιο – αν όχι και παραπάνω – κωμικοί και σχεδόν γελοίοι με τις μικροαστικές τους συμπεριφορές.

Η ταινία είναι σπονδυλωτή με 3 κύριες υποθέσεις στις οποίες εμφανίζονται πάντα οι ίδιοι άνθρωποι που σε κάθε επεισόδιο πρωταγωνιστούν ορισμένοι και πλαισιώνονται από τους υπόλοιπους.

Θα αναφερθώ στην δεύτερη που είναι και η κορυφαία της ταινίας.
 Καταπιεσμένος σύζυγος και πατέρας τολμά να πάει κόντρα στο καταστημένο που δέχεται το κέρατο, αλλά όχι και το διαζύγιο. Αποφασίζει λοιπόν να απαλλαγεί από την καταπιεστική γυναίκα του και να κάνει καινούργια αρχή με μια νεαρότερή του, ταμία καφετέριας (Virna Lisi).

Όλη η πόλη στρέφεται εναντίον του. Όχι όμως από ενδιαφέρον για τα χρηστά ήθη και το θεσμό του γάμου.
Οι μεν γυναίκες από αλληλεγγύη προς την σύζυγο και φοβούμενες μην αποτελέσει αυτό κακό παράδειγμα για τους δικούς τους άνδρες.
Οι άνδρες δε από καθαρή ζήλια, μην αντέχοντας το θάρρος του συντοπίτη τους που αυτοί δεν έχουν.

Ο πικρός συμβιβασμός, όσο κι αν γαρνίρεται με κωμικές καταστάσεις, σου αφήνει μια μελαγχολία και συμπόνια για το άτυχο «παράνομο!» ζευγάρι.
Για να μην παρεξηγηθώ, τα συναισθήματα αυτά δεν μου δημιουργούνται τώρα (καταλαβαίνετε τι εννοώ) αλλά από την εποχή που πρωτοείδα την ταινία ως έφηβος.
Και να έλθουμε στο πρακτικό μέρος του θέματος που αφορά νοσταλγούς αλλά και νεότερους κυνηγούς παλιών ταινιών.
Μη κάνετε τον κόπο να ψάξετε τα βιντεοκλάπ και τα καταστήματα. Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά ούτε και στα γνωστά μαγαζιά του εξωτερικού δε θα την βρείτε. Εμένα με έβαλε στα αίματα ο ΖΗΣΗΣ με το γνωστό του μπλοκ. Χάρις σ’ αυτόν παρακινήθηκα και βρήκα την ταινία στο internet. Βρήκα ακόμα και υπότιτλους στα αγγλικά και γαλλικά τους οποίους μετέφρασα στα ελληνικά. 
Έκανα και την μετατροπή από DivX σε DVD. και έτσι έχω μια ολοκληρωμένη ταινία σε DVD, με ελληνικούς υπότιτλους, ασπρόμαυρη 16:9, με πολύ καλή ποιότητα εικόνας και ήχου.












Pandora and the Flying Dutchman (1951)

Pandora and the Flying Dutchman
(1951)


Η Πανδώρα και ο Ιπτάμενος Ολλανδός
 


Σκηνοθεσία και Σενάριο: Albert Lewin
Παίζουν:
James Mason ως Hendrik van der Zee (Ιπτάμενος Ολλανδός)
Ava Gardner ως Pandora Reynolds

Διάρκεια: 122 min
Χώρα: UK
Γλώσσα: Αγγλικά και λίγο Ισπανικά
Εικόνα: 4:3 Έγχρωμη (Technicolor)


Όταν πρωτοπαίχτηκε η εγγλέζικη αυτή ταινία το 1951, συνάντησε απαξίωση και αδιαφορία. Το κοινό και οι κριτικοί την θεώρησαν ταινία ιδιόρρυθμα εξωφρενική.
Με την πάροδο του χρόνου όμως ανέβηκε η εκτίμησή της σε σημείο που ο τίτλος της να κοσμεί διάφορες λίστες κορυφαίων ταινιών, μεταξύ αυτών και της περίφημης:
"1001 ταινίες που πρέπει να δείτε πριν πεθάνετε".
Αρκεί να σας πω ότι η ευρωπαϊκή έκδοση DVD που κυκλοφόρησε παλαιότερα, έχει εξαντληθεί και έφθασε να πωλήται ως μεταχειρισμένη στους συλλέκτες μέσω διαδικτυακών πλειστηριασμών, για πάνω από 200 € !!!
Το .Αmazon.fr για την ακρίβεια έφθασε να πουλά μεταχειρισμένο DVD στα 219,90€ !!!!!


Ο Albert Lewin που είναι παραγωγός, συγγραφέας και σκηνοθέτης της ταινίας αυτής, είναι μια προσωπικότητα που έχει κερδίσει τον τίτλο του διανοούμενου ανάμεσα στον κόσμο του θεάματος. Σε όλες του τις ταινίες παραθέτει φιλοσοφίες και τσιτάτα δικής του κυρίως εμπνεύσεως υπό μορφή αφήγησης.
Την ιδιοτροπία του αυτή την ένιωσα στο πετσί μου κατά την προσπάθειά μου να μεταφράσω όλες αυτές τια αμπελοφιλοσοφίες στα ελληνικά. Το δύσκολο ήταν ότι διέθετα μόνο Γαλλικό και Ισπανικό κείμενο. Τα γαλλικά όμως προέρχονται από την μεταγλώττιση της ταινίας και δεν είναι καθόλου αξιόπιστα. Μόνο τα Ισπανικά είναι ακριβής μετάφραση του Αγγλικού διαλόγου. Δουλεύοντας λοιπόν αρχικά με τα κείμενα αυτά και μετά ακουστικά, φράση-φράση στον κομπιούτερ, προσπάθησα να αποδώσω όσο πιο πιστά γίνεται το πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο. Αν δεν τα κατάφερα 100%... ε, μη με ξαναπροτιμήσετε.

Η ιστορία είναι εμπνευσμένη από τον ολλανδικό μύθο του «Ιπτάμενου Ολλανδού».
Πρόκειται για έναν καπετάνιο που καταδικάστηκε σε θάνατο, διότι από ζήλια και ως άλλος Οθέλο, σκότωσε την γυναίκα του που την υποπτεύτηκε άδικα.
Όταν κατάλαβε το λάθος του, θεώρησε ότι η εκτέλεση είναι μικρή ποινή για το έγκλημά του, και ζήτησε από τον Θεό αυστηρότερη τιμωρία. Η παράκλησή του εισακούστηκε και καταδικάστηκε να περιπλέει ολομόναχος και αιωνίως με το πλοίο του την γη ολόκληρη.
Κάθε 7 χρόνια όμως προσεγγίζει κάποια στεριά και παραμένει εκεί για 6 μήνες. Αν στο διάστημα αυτό γνωρίσει μια γυναίκα που θα τον αγαπήσει τόσο πολύ, ώστε να δεχτεί να πεθάνει μαζί του, τότε η κατάρα θα λυθεί και ο Ολλανδός θα αναπαυθεί πεθαίνοντας με την καλή του.
Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του 30 και σε ένα λιμάνι των μεσογειακών ακτών της Ισπανίας, μαζί με τους ντόπιους ψαράδες κατοίκους περιφέρεται μια ομάδα αργόσχολων ευρωπαίων και αμερικανών που προσπαθούν να πνίξουν την ανία τους ασχολούμενοι άλλος με την αρχαιολογία, άλλος με τις κούρσες αυτοκινήτων και άλλοι με τη μουσική και το τραγούδι.
Ανάμεσά τους δεσπόζει η προσωπικότητα της Πανδώρας (Ava Gardner) που ως γυναίκα μοιραία, με χαρακτήρα ίδιο με αυτόν που συναντάμε στα φιλμ νουάρ, παίζει με τον πόθο των ανδρών και τους οδηγεί στην καταστροφή.
Όλα αυτά μέχρι την ημέρα όπου στα ανοικτά του λιμανιού αγκυροβολεί το πλοίο του Ιπτάμενου Ολλανδού (James Mason). Γνωρίζοντάς τον η Πανδώρα, θα νοιώσει μια ακατανίκητη έλξη γι αυτόν. Θα αλλάξει ο χαρακτήρας της και όλα δείχνουν ότι ίσως αυτή να είναι η μοιραία γυναίκα που με την αυτοθυσία της θα λυτρώσει τον Ολλανδό.
Ότι αξίζει πάντως για μένα στην ταινία αυτή, είναι η αιθέρια ομορφιά της Ava Gardner, που την διαποτίζει και κάνει αξιόλογο το έργο, όπως το καρύκευμα που νοστιμίζει ένα ακόμα και μέτριο φαγητό.





THE WICKER MAN 1973


THE WICKER MAN 1973

ΤΟ ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟ ΣΚΙΑΧΤΡΟ
 Σκηνοθεσία: Robin Hardy

ΣενάριοAntonthony Shaffer, David Pinner

Είδος: Horror ΔΕ 70, Thriller, Mystery, Christopher Lee

Διάρκεια: 1h 40m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Edward Woodward: Sergeant Howie

Christopher Lee: Lord Summerisle

Diane Cilento: Miss Rose

Britt Ekland: Willow

Ingrid Pitt: Librarian

Lindsay Kemp:: Alder MacGreagor

Russell Waters: Harbour Master


    Αν και πέρασαν αρκετές ημέρες, ακόμα προσπαθώ να συνέλθω.
Τι ήταν αυτό;
Αν και κυνηγός των θρίλερ, αυτό το έργο μου είχε ξεφύγει.
Ακόμα και όταν υπάρχει υπερβολή υπάρχει και κάποια δόση αλήθειας.
- Το καλύτερο Βρετανικό θρίλερ!
- Η καλύτερη Βρετανική ταινία!
- Η καλύτερη ερμηνεία του Christopher Lee!
Ότι θέλετε κρατήστε και ότι δεν σας αρέσει πετάχτε το. Πάλι θα έχετε μια μεγαλειώδη ταινία.
    Ο ίδιος ο Christopher Lee παραδέχεται ότι είναι η καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του. Τον βλέπουμε σε ένα διαφορετικό ρόλο από αυτούς που τον είχαμε συνηθίσει.
Είναι η ταινία που σε καθηλώνει και σου αφήνει πρωτόγνωρα συναισθήματα με το απρόοπτο φινάλε της.
    Και να σκεφτείτε ότι δεν υπάρχει ούτε σταγόνα αίμα. Δεν μπορώ να χαρακτηρίσω την ταινία horror, αλλά τα συναισθήματα που σου αφήνει είναι πολύ χειρότερα.
Μη σας ξεγελάει ο ανόητος ελληνικός της τίτλος (Το καταραμένο Σκιάχτρο) και περιμένετε κανένα μαγικό ψάθινο τέρας να κατατρέχει ανθρώπους.



    Η ιστορία εκτυλίσσεται με φόντο την μαγευτική Σκοτσέζικη εξοχή και με υπόκρουση από ονειρεμένα Βρετανικά παραδοσιακά τραγούδια.     
    Δεν θα σας πω περισσότερα για την υπόθεση για να μην χαλάσω την ατμόσφαιρα αυτών που δεν το έχουν δει ακόμα και σκοπεύουνε να το δούνε.

     Είναι όμως αξιοσημείωτο να ειπωθεί ότι η ταινία κακοποιήθηκε από άσχετους στο μοντάζ και ενώ ήταν διάρκειας κάτι παραπάνω από 100 λεπτά, πετσοκόπηκε στα 84!
Μερικοί – μεταξύ αυτόν και ο Christopher Lee – υποστηρίζουν ότι αυτό έγινε σκοπίμως για να μην περάσουν ορισμένα μηνύματα. Υποστηρίζεται μάλιστα ότι οι πρωτότυπες σκηνές που λείπουν έχουν καταστραφεί και χάθηκαν για πάντα..
Πρόσφατα όμως βρέθηκε παλαιότερη κόπια διάρκειας 99 λεπτών και κάπως βελτιώθηκαν τα πράγματα.

     Στην χώρα μας κυκλοφόρησε η πετσοκομμένη κόπια 84 λεπτών χωρίς καθόλου έξτρα.
Μία από τις αξιόλογες εκδόσεις είναι και αυτή του CANAL+ VIDEO την οποία και έχω και περιλαμβάνει δύο δίσκους.
    Ο πρώτος περιέχει την λεγόμενη θεατρική κόπια 84ων λεπτών, με παρουσιάσεις και συνεντεύξεις, μεταξύ αυτών και ο Christopher Lee. Εικόνα 1.75:1.
    Ο δεύτερος περιέχει την Director’s cut, 99min. Εικόνα 1.85:1
    Στην μετάφραση υποτίτλων για την Director’s cut, προσπάθησα να αποδώσω όσο μπορούσα καλύτερα τους στοίχους των τραγουδιών, αλλά μην έχετε και υπερβολικές λογοτεχνικές απαιτήσεις από μένα. Είναι πάντως ελπίζω πολύ καλύτεροι από κάποιους που βρήκα στο internet μεταφρασμένους μάλλον με systram που αναρωτιέσαι πράγματι: - Τι θέλει να πει ο ποιητής:


Α! Και να μην ξεχάσω.
Οι Αμερικανοί κατά την προσφιλή τους συνήθεια έκαναν remake της ταινίας.
ΠΡΟΣΟΧΗ!!! Σκέτη πατάτα!
Α! Έπαιζε ο Nicolas Cage.
Ήτανε στραβό το κλήμα ...







King Kong (1933)

King Kong (1933)




Των: Merian C. Cooper και Ernest B. Schoedsack
Παίζουν: Fay Wray, Robert Armstrong, Bruce Cabot, Frank Reicher, Sam Hardy


Μετά τα δύο θρυλικά τέρατα της χρυσής δεκαετίας του 30 του φανταστικού κινηματογράφου, Δράκουλας και Φρανκενστάιν, εμφανίζεται και ο τεράστιος πίθηκος King Kong.
Ακολούθησαν δύο remakes το 1976 και 2005. Το τελευταίο ήταν πολύ κοντά στο πρωτότυπο και σίγουρα πολύ εντυπωσιακό με τα εφέ του. Θα ήταν όμως μεγάλο λάθος να συγκρίνουμε το πρώτο του 33, με το τελευταίο το 2005. Πρόκειται για ανόμοια πράγματα. Ένα έργο τέχνης κρίνεται σε συνδυασμό με τον τόπο και τον χρόνο της δημιουργίας του. Συνηθίζω πάντα στα εξώφυλλα των DVD μου να γράφω με μαρκαδόρο το έτος δημιουργίας της ταινίας. Έτσι έχω διαφορετικά κριτήρια για ταινία του 90 και άλλα για μια του 50. Δεν υποτιμώ την σημερινή ψηφιακή τεχνολογία αφού κι εγώ αποτελώ - λόγο επαγγέλματος - μέρος της. Την απολαμβάνω αλλά δεν εντυπωσιάζομαι όταν γνωρίζω από πρώτο χέρι το τι μπορεί να κάνει η ψηφιακή γόμα και ο ψηφιακός μαρκαδόρος.
Ας μεταφερθούμε όμως στην δεκαετία του 30 και ας θαυμάσουμε το πώς κατόρθωσαν οι τότε δημιουργοί με τα πενιχρά τεχνολογικά μέσα, να μας δείξου το γιγαντιαίο πίθηκο σκαρφαλωμένο στη στέγη του Empire State Building, έχοντα στη χούφτα του μια κοπελίτσα που σπαρταράει. Γενικά η ταινία θεωρείται το πρώτο blockbuster ειδικών εφέ στην ιστορία του σινεμά.
Ο μύθος είναι ακριβός ο ίδιος με αυτόν της τελευταίας ταινίας και το βαθύτερό του νόημα είναι το δράμα της ανεκπλήρωτης αγάπης. Μερικοί του έδωσαν τον εναλλακτικό τίτλο: Πεθαίνοντας από αγάπη.
Θα ήταν άδικο να κατηγορούμε μόνο τα σύγχρονα έργα για σπλάτερ τη στιγμή που ο πρώτος King Kong μας δείχνει το τρομερό πίθηκο να μασουλάει και να καταβροχθίζει ανθρώπους, άλλους δε τους ποδοπατάει και τους λιώνει σαν αποτσίγαρα. Κάτι τέτοιο δεν υπάρχει στις τελευταίες ομώνυμες ταινίες.
Εκτός από το εντυπωσιακό τέρας, στην ταινία δεσπόζει η παρουσία της πρωταγωνίστριας Fay Wray. Είναι πολύ γλυκιά και ανθρώπινη και απορώ πως δεν έκανε περισσότερες επιτυχίες παρ’ όλες τις αμέτρητες ταινίες στις οποίες συμμετείχε. Την έχω δει και στην ταινία . Mystery of the Wax Museum της ίδιας χρονιάς (1933). Για σκεφτείτε ότι μόνο το 1933 συμμετείχε σε 11 ταινίες!
Μας εγκατέλειψε πλήρης ημερών το 2004 σε ηλικία 97 ετών.





Fahrenheit 451 (1966)

Fahrenheit 451(1966)


Director:François Truffaut

 Writers:François Truffaut (screenplay), Jean-Louis Richard (screenplay), and 3 more credits »

Stars:Oskar Werner, Julie Christie and Cyril Cusack

 

Το «Fahrenheit 451» ήταν η πρώτη και η τελευταία ταινία που έκανε ο François Truffaut για λογαριασμό του Hollywood. Η διχογνωμία μεταξύ κριτικών οδήγησε το έργο σε εμπορική αποτυχία και στην οριστική επιστροφή του Truffaut στην Ευρώπη. Ευτυχώς μάλλον, διότι γλύτωσε την αλλοτρίωση.
Για εμάς τους μεγάλους που ζήσαμε στα χρόνια προβολής της ταινίας, σας διαβεβαιώ ότι και το κοινό είχε διχαστεί σαν τους αμερικανούς κριτικούς. Πολλοί το λάτρεψαν – ένας απ αυτούς κι εγώ – και πολλοί το χλεύασαν.
Γιατί;
Το σενάριο του Jean-Louis Richard, που βασίζεται στην νουβέλα του 1953 του Ray Bradbury, μας παρουσιάζει μια μελλοντική κοινωνία όπου το δικτατορικό καθεστώς έχει απαγορεύσει όχι μόνο την λογοτεχνία, αλλά την γραφή γενικά. Τα πάντα είναι εικόνες και αριθμοί και οι εφημερίδες που κυκλοφορούν παρουσιάζουν τα νέα σε σκίτσα
Στο σχολείο τα παιδιά αποστηθίζουν αριθμητική ενώ τα σπίτια δυναστεύονται από γιγαντοοθόνες που ασχολούνται με ριάλιτι που προωθεί το καθεστώς. Οι πρώην πυροσβέστες είναι το επίλεκτο σώμα του καθεστώτος – κάτι σαν τους Εσατζήδες της επταετίας – δεν ασχολούνται με το σβήσιμο της φωτιάς, αλλά με την ανεύρεση και το κάψιμο οτιδήποτε γραπτού. Η κατοχή και το διάβασμα βιβλίου είναι έγκλημα και οι παραβάτες στέλλονται σε χώρους αναμόρφωσης, με ότι αυτό σημαίνει.
Σε όποιο σπίτι δεν υπάρχει κεραία τηλεόρασης στη στέγη του, οι ένοικοι θεωρούνται ύποπτοι και μπαίνουν στην μαύρη λίστα!

Όλα αυτά φάνταζαν και φαντάζουν μεγάλη υπερβολή.
Θα σταθώ όμως σε μια διαπίστωση.
Το καθεστώς της χούντας της χώρα μας επέβαλε την λογοκρισία. Και δεν αρκέστηκε μόνο σε λίστα επικίνδυνων γι αυτήν συγγραφέων, αλλά και πολλών που το όνομά τους τέλειωνε σε –ωφ και –όφσκη! Ακόμα και περί φασιστών να επρόκειτο προτιμούσαν να τους κόψουν για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο. Εξάλλου για να διαπιστώσεις αν ένα έργο είναι επικίνδυνο για σένα, πρέπει πρώτον να το διαβάζει και δεύτερον να το καταλάβεις. Πράγμα δύσκολο για τέτοιους τύπους.
Είμαι σίγουρος ότι μερικοί από αυτούς θα ονειρεύονταν να είχαν την τεχνογνωσία να μας μεταβιβάσουν κατευθείαν στον εγκέφαλο αυτά που ήθελαν, χωρίς να εξαρτόμαστε από το διάβασμα και να μπορέσουν έτσι να τα απαγορεύσουν όλα.
Στο κάτω-κάτω, όπως και στην ποίηση δεχόμαστε – ποιητική αδεία – συνθήκες έξω από τα καθιερωμένα για να δώσουμε έμφαση στην ιδέα μας, έτσι νομίζω και στην λογοτεχνία μπορούμε να δούμε την υπερβολή σαν μέσο που τονίζει τις ανησυχίες μας και μας προκαλεί να βρισκόμαστε σε εγρήγορση.
Δύο μορφές κατά την γνώμη μου δεσπόζουν στο έργο.
Η πρώτη είναι του François Truffaut που στο πρώτο του έγχρωμο έργο, χωρίς σπουδαία εφέ στην διάθεσή του, καταφέρνει να μας βάλει στο κλίμα μιας καταπιεστικής φουτουριστικής κοινωνίας.
Η δεύτερη είναι αυτή της Julie Christie. Η παγερή κούκλα με τον ανεξήγητο αισθησιασμό κυριαρχεί στον διπλό της ρόλο. Αυτή της υποτακτικής στο καθεστώς γυναικούλας συζύγου που προδίδει τον άνδρα της για να μην χάσει την βολή της και της επαναστάτριας δασκάλας που η γνωριμία της με τον πυροσβέστη ήρωά μας θα του αλλάξει την ζωή. Ή σωστότερα, θα δώσει νόημα στην ζωή του.
Φυσικά δεν θέλω να μειώσω την αξία της συμβολής του Oskar Werner στο ρόλο του ανανήψαντος πυροσβέστη, συζύγου και εραστή.
Και δύο προσωπικές διαπιστώσεις:
Ξαναβλέποντας το φιλμ μετά από τόσα χρόνια, διαπιστώνω πρώτον ότι απομακρύνθηκα από το διάβασμα και πρέπει να ανανήψω.
Δεύτερον, η τεράστια οθόνη τηλεόρασης που δεσπόζει στο σαλόνι των πρωταγωνιστών μου φάνηκε κάτι τι το υπερβολικό εκείνη την εποχή. Σήμερα έχω ακριβώς την ίδια!







 



Chinatown 1974


Chinatown 1974

 Ετος: 1974
Σκηνοθεσία: Roman Polanski
Σενάριο: Robert Towne
Παίζουν: Jack Nicholson, Faye Dunaway, John Huston, Perry Lopez, John Hillerman, Darrell Zwerling, Diane Ladd


Πέντε χρόνια μετά την άγρια δολοφονία της γυναίκας του, ο Roman Polansk χαρίζει στην Αμερική το καλλίτερό της Νέο-noir film.
Μεγάλη συμβολή σ’αυτό θα παίξει το υπέροχο σενάριο (oscar καλλίτερου σεναρίου) του Robert Towne, που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Πράγματι, με την κλοπή γης και νερού από τους αγρότες της περιοχής, κατορθώθηκε η ανάπτυξη από το πουθενά της πόλης του Los Angeles στη μέση της ερήμου.
Το να έχεις στη διάθεσή σου δυο ηθοποιούς σαν τον Jack Nicholson και την Faye Dunaway και μόνους τους να τους αφήσεις να κάνουν ότι τους κατέβει, θα κάνουν μια επιτυχία. Αν μάλιστα τους καθοδηγεί ένας Roman Polanski που έχει στα χέρια του ένα τέτοιο εμπνευσμένο σενάριο, τότε η δημιουργία ενός αριστουργήματος δεν είναι δύσκολη υπόθεση.

Χαρακτηριστική ατάκα του έργου:
Noah Cross (John Huston): “Φυσικά και είμαι σεβαστός. Πολιτικοί, άσχημα κτίρια και πόρνες, όλα γίνονται σεβαστά αν αντέξουν για αρκετό χρονικό διάστημα…”

Από ορισμένους ασκείται κάποια κριτική ή και παράπονο, γιατί η ταινία - όπως και πολλές ταινίες του Roman Polanski – δεν τελειώνει με τον θρίαμβο του καλού επί του κακού.
Γιατί βρε παιδιά;
Μήπως στην πραγματική ζωή που ζούμε, τα πράγματα είναι διαφορετικά;



Et mourir de plaisir (1960)


Et mourir de plaisir (1960)
Ή
BLOOD AND ROSES

 Σκηνοθεσία: Roger Vadim

Σενάριο: Claude Brulé, , ory)Sheridan Le Fanu(novel "Carmilla"),

Claude Martin

Είδος: Horror ΔΕ 60. Drama. Romance

Διάρκεια: 1h 14m

Γλώσσα: Γαλλικά

Παίζουν:

Mel Ferrer: Leopoldo De Karnstein

Elsa Martinelli: Georgia Monteverdi

Annette Stroyberg : Carmilla (as Annette Vadim)

Alberto Bonucci: Carlo Ruggieri

René-Jean Chaffard: Dr. Verari (as R.J. Chauffard)

Gabriella Farinon: Lisa (as Gaby Farinon)

Serge Marquand: Giuseppe

    Δεν θα ισχυριστώ ότι πρόκειται για αριστούργημα, αλλά ήταν μία από τις ταινίες που μου έκανε  μεγάλη εντύπωση όταν πρωτοπαίχτηκε. Αυτό οφείλεται στο ότι μέχρι τότε είχα συνδυάσει ταινίες ΒΑΜΠΙΡ με Δράκουλες, σουβλερά δόντια,  τρόμο, κοκ. Αλλά γυναίκα βαμπίρ τόσο όμορφη και γλυκιά, σε σημείο που να σε κάνει να αγωνιείς όχι για τα τυχόν θύματά της, αλλά για την τύχη της ίδιας… έ, αυτό ήταν κάτι πρωτόγνωρο.

Χρόνια έψαχνα να αποκτήσω την ταινία αυτή. Όχι μόνο εγώ, αλλά και αρκετοί αλλοδαποί σε ξένα φόρουμ. Κάτι κόπιες της κακιάς ώρας κυκλοφορούσαν στο διαδίκτυο, μεταφορά από κασέτα με  Αγγλική μεταγλώττιση. Αλλά το πρόβλημα δεν ήταν αυτό. Ήταν ότι μαζί με την μεταγλώττιση οι Αμερικάνοι αλλάξανε τα φώτα της ταινίας με αποτέλεσμα να μην ταιριάζουν με τίποτε οι Αγγλικοί υπότιτλοι που έβρισκα στο διαδίκτυο.
Τελικά ο επιμένον…
Βρήκα στις ΗΠΑ DVD, από κάποιον που ειδικεύεται στις σπάνιες ταινίες, οι οποίες δεν κυκλοφορούν επίσημα και δεν μπορεί κανένας να ισχυριστεί ότι καταπατώνται πνευματικά δικαιώματα. Το DVD αυτό προέρχεται προφανώς από βιντεοκασέτα, άλλα έχει γίνει πολλή καλή δουλειά. Κάδρο 16:9, αυθεντική Γαλλική γλώσσα και εξωτερικοί Αγγλικοί υπότιτλοι!
Ήταν τόση η λαχτάρα μου όταν έλαβα επιτέλους το DVD αυτό, που ξενύχτησα και μετέφρασα τους υπότιτλους την ίδια μέρα!
Για την ταινία μπορούμε να πούμε  αρκετά πράγματα, αλλά ας αρκεστούμε για την ώρα σε αυτά που έγραψε ο exetlaios στο φόρουμ retromaniax:

Η πρώτη κινηματογραφική απόπειρα που βασίστηκε στο έργο αυτό, ήταν το 1960, όταν ο γνωστός σκηνοθέτης Roger Vadim ( ʽBarbarellaʼ, Και Ο Θεός δημιούργησε τη γυναίκα ) δημιούργησε το ποιητικό αριστούργημα που άκουγε στο όνομα ʽBlood and Rosesʼ. H έγχρωμη αυτή Γάλλο-Ιταλική παραγωγή είναι εξίσου γνωστή και με τον γαλλικό της τίτλο Et Mourir de plaisir ( και να πεθαίνεις από απόλαυση ). Αποτελεί μάλλον οξύμωρο σχήμα το γεγονός ότι η φιλμική γέννηση της Carmilla, οριοθετεί ταυτόχρονα και το τέλος της, καθώς καμία μεταγενέστερη ταινία δεν κατάφερε να αγγίζει καν, το πνεύμα το μυθιστορήματος του Le Fanu, τόσο, όσο το Blood and Roses. Αξιοσημείωτο είναι επίσης, το ότι ο συγγραφέας αναφέρεται εσφαλμένα ως Le Vanu στους εναρκτήριους τίτλους !
O Vadim ως γνωστόν, εκτός από αξιόλογος σκηνοθέτης ήταν και μεγάλος γόης. Παντρευόταν πάντα πανέμορφες γυναίκες και τις έβαζε να πρωταγωνιστούν στις ταινίες του. Μόνο τα ονόματα δύο εκ των πρώην συζύγων του, είναι αρκετά για να πείσουν τον οποιονδήποτε : Jane Fonda και Brigitte Bardot ! H πρωταγωνίστρια της ταινίας, Annete Stroyberg, δεν παρεκκλίνει του κανόνα, μιας και την εποχή που γυρίστηκε το φιλμ, έχαιρε της τιμής του να είναι η σύζυγός του. H ομορφιά της είναι τουλάχιστον αιθέρια και αναμφισβήτητα απογειώνει τα επίπεδα ερωτισμού της ταινίας. Παρά την ύπαρξη ενός ηχηρού ονόματος στην καρέκλα του σκηνοθέτη, η ταινία δεν κατάφερε να αποφύγει το ψαλίδι της λογοκρισίας καθώς από την αμερικανική εκδοχή απουσιάζουν αρκετές σκηνές διαλόγου που προέβαλαν έντονα το λεσβιακό στοιχείο.
Από την αρχή της ταινίας, η μαυρόασπρη σκηνή των εισαγωγικών τίτλων υπό τη μελαγχολική μελωδία μιας άρπας, τονίζουν στο θεατή ότι δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη ταινία με βρικόλακες. Κατά τη διάρκεια του έργου, η μουσική του δικού μας Jean Prodromides ( Ιωάννης Προδρομίδης ), φροντίζει συνεχώς να διατηρεί ένα κλίμα υποτονικότητας και λανθάνοντος ερωτισμού.
Tον πρώτο ανδρικό ρόλο κρατάει ο Mel Ferrer, υποδυόμενος τον Leopoldo Karnstein, απόγονο της γνωστής οικογένειας, ενώ η εντυπωσιακή Elsa Martinelli υποδύεται τη μνηστή του, Georgia. Η Annete Stroyberg υποδύεται την Carmilla Karnstein, εξαδέλφη του Leopoldo.
Στο παλιό αβαείο, πλανάται ακόμα το πνεύμα της Mircalla Karnstein, προγόνου της Carmilla, που κατά το παρελθόν αγαπούσε με πάθος τον ξάδελφό της ( πρόγονο του Leopoldo ) και ορκίστηκε παντοτινή αγάπη σε αυτόν. Μια εορταστική βραδιά με πυροτεχνήματα, που δίνει ο Leopoldo προς τιμήν της μνηστής του, στέκεται αφορμή για να επισκεφτεί η Carmilla το παλιό αβαείο, όπου και κυριεύεται από το πνεύμα της Mircalla.
Ενδεικτικό του όλου κλίματος της ταινίας, είναι ότι η πρωταγωνίστρια, αν και ανήκει στον χώρο των πλασμάτων της νύχτας, δεν δρα ορμώμενη από πρωτόγονα και αιμοδιψή συναισθήματα, αλλά από το αρχέγονο συναίσθημα της αγάπης. Ένας παραλληλισμός της αιμομιξίας ( η αγάπη της Carmilla για τον ξάδελφό της ), με την ασθένεια των βαμπίρ, είναι περισσότερο από προφανής.
Κάθε σκηνή της ταινίας μοιάζει με έναν σχολαστικά φιλοτεχνημένο πίνακα ζωγραφικής. Ενδεικτική η σκηνή όπου η Carmilla περπατάει υπό τις λάμψεις των πυροτεχνημάτων, καθώς η μορφή της αντανακλάται στα νερά της λίμνης. Όταν μάλιστα εμφανίζεται με ένα ολόλευκο φόρεμα, κρατώντας ένα κατακόκκινο ρόδο, παραπέμπει περισσότερο σε πριγκίπισσα παιδικών παραμυθιών παρά σε αιμοσταγή βρικόλακα.
Η ταινία, ακολουθώντας πιστά την αφηγηματική δομή του αρχικού μυθιστορήματος, στηρίζει την εξέλιξή της σε έναν υποτιθέμενο μονόλογο της Mircalla, απευθυνόμενη προς το θεατή, κάτι που κάνει την αίσθηση της διήγησης παραμυθιού ακόμα πιο έντονη.
Ο σκηνοθέτης αποφεύγει επιτυχώς να ακολουθήσει κάθε κλισέ που οι ταινίες τρόμου προστάζουν. Η παρουσία της Mircalla υπονοείται, ενώ η ίδια δε φανερώνεται μπροστά στην κάμερα. Το δάγκωμα της Carmilla γίνεται εκτός κάδρου, ενώ κατά τη σεκάνς στην οποία η Carmilla σκοτώνει μια υπηρέτρια, αντί για την αναμενόμενη πομπώδη μουσική υπόκρουση, ακούγεται η γνώριμη μελαγχολική άρπα των αρχικών τίτλων!
Παρόλο που η ευρύτερη προσέγγιση του Vadim, θυμίζει παραμύθι για μεγάλους, γρήγορα η ερωτική έλξη της Carmilla έναντι της Georgia, κυριαρχεί θεματικά στην ταινία, με αποτέλεσμα το ταμπού αυτό θέμα να την καθιστά απρόσιτη σε όσους περιμένουν μια καθόλα καθαρή και αθώα ταινία. Αν και η ερωτική προσέγγιση της Carmilla στην Georgia γίνεται ( υποτίθεται ) με σκοπό να την κυριεύσει και να ζήσει το πνεύμα της Carmilla στο σώμα της Georgia, η όλη διαδικασία γίνεται υπερβολικά σχολαστικά ( σχεδόν τελετουργικά ), αφήνοντας σαφείς αιχμές απόλαυσης του όλου παιχνιδιού από τις δύο γυναίκες. Το ερώτημα τίθεται πλέον ανοιχτά : Τι είναι πιο επιθυμητό για τη νεαρή κοπέλα : Ο αιώνιος αγαπητικός της, ή η γοητευτική μνηστή του ; Παρόλο που το γυμνό είναι ανύπαρκτο, το όλο κλίμα δύναται να ταρακουνήσει τους περισσότερο μοραλιστές, εκ των θεατών. Αν και ο γράφων δεν τελεί υπέρμαχος της εν λόγω ερωτικής παρέκκλισης, εντούτοις οφείλει να ομολογήσει ότι αν ποτέ η ποίηση και ο ερωτισμός μπορούσε να αποδοθεί με εικόνα, τότε θα ήταν σίγουρα η σκηνή του φιλιού στο θερμοκήπιο, ανάμεσα στις δύο γυναίκες.
Όσο η ταινία εξελίσσεται, ο Vadim επιδεικνύει τη σκηνοθετική αρτιότητα που τον χαρακτηρίζει. Αποκορύφωμα αυτής της βιρτουόζας επίδειξης, η σκηνή του ονείρου της Georgia : Η ταινία γυρνάει σε ασπρόμαυρο, διάφορες ακατανόητες εικόνες περνούν μπροστά από τα μάτια της, και το μοναδικό χρώμα που φαίνεται στο ασπρόμαυρο πλάνο, είναι το κόκκινο του αίματος, καθώς η Georgia ονειρεύεται τον εαυτό της σε ένα χειρουργείο, με την αιματοβαμμένη Carmilla γιατρό !
Στο τέλος της ταινίας, η Carmilla σκοτώνεται πέφτοντας πάνω σε έναν αιχμηρό φράχτη. Αποτελεί μέγιστη και προμελετημένη ειρωνεία, ότι η μοναδική σκηνή της ταινίας, που το αίμα φαίνεται καθαρά, δεν είναι κατά το θάνατο κάποιου από τα θύματά της, αλλά κατά τον θάνατο της ίδιας ! Όμως το πνεύμα της έχει πλέον κυριεύσει την Georgia και ζώντας στο σώμα της, έχει επιτέλους την ευκαιρία να απολαύσει τον έρωτά της με τον Leopoldo ανενόχλητα, βάζοντας έτσι τέλος στο μικρό αυτό κινηματογραφικό διαμάντι.