Τρίτη 26 Μαΐου 2020

My Boy 1921


My Boy 1921
Αγόρι μου


Σκηνοθεσία: Albert Austin, Victor Heerman
Συγγραφείς: Max Abramson, Shirley Vance Martin
Είδος: Comedy, Drama
Διάρκεια: 55min
Παίζουν: Mathilde Brundage, Claude Gillingwater, Jackie Coogan, και άλλοι
Μεσότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο


Ένα ορφανό δραπετεύει από υπεύθυνους μετανάστευσης στο νησί Έλις και πηγαίνει να ζήσει με έναν πλοίαρχο ενός παλιού πλοίου ο οποίος δεν μπορεί να βρει δουλειά και δεν μπορεί να πληρώσει το ενοίκιό του.


Ο πατέρας του Τζάκι Μπλερ σκοτώθηκε στη Γαλλία. Η μητέρα του πέθανε ταξιδεύοντας στο κατάστρωμα. Έτσι ο μικρός Τζάκι Μπλερ έμεινε μόνος του όταν παρουσιάστηκε στο νησί Έλις και οι υπεύθυνοι μετανάστευσης ήθελαν να τον στείλουν αμέσως πίσω. Ο καπετάνιος Μπιλ παρουσιάζεται στη σκηνή ζητώντας δουλειά, αλλά είναι πολύ μεγάλος και κανείς δεν τον θέλει. Βλέπει τον μοναχικό μικρό Τζάκι, τον λυπάται και ζητά από τα οκτώ παιδιά των Pinkosuwitzes να τον συμπεριλάβουν στα παιχνίδια τους.


Έτσι, ο καπετάνιος συμβάλει άθελά του στη διαφυγή του Τζάκι. Το ορφανό αναμιγνύεται με τους Pinkosuwitzes όταν φεύγουν από το κτίριο υπηρεσίας μετανάστευσης. Όταν διαπιστώσουν ότι έχουν αποκτήσει ένα ένατο παιδί, τον αφήνουν στο δρόμο. Αυτό κάνει τον Τζάκι να ακολουθήσει τον Καπετάν Μπιλ στο πολύ μικρό σπίτι του, για το οποίο ο γέρος δεν μπορεί να πληρώσει το ενοίκιο. Ο Τζάκι προσπαθεί να φανεί χρήσιμος στον καπετάνιο. Τραγουδά και χορεύει με έναν λατερνατζή για να κερδίσει χρήματα για τα φάρμακα του καπετάνιου.
Λίγοι μαντεύουν ότι η πλούσια γιαγιά του Τζάκι έχει αναστατώσει τις υπηρεσίες μετανάστευσης για να βρουν το αγόρι.





Safety Last! 1923


Safety Last! 1923
Μωρέ, Κουράγιο!


Σκηνοθεσία: Fred C. Newmeyer, Sam Taylor

Συγγραφείς: Hal Roach, Sam Taylor
Είδος: Action, Comedy, Thriller
Διάρκεια: 1h 14min
Παίζουν: Harold Lloyd, Mildred Davis, Bill Strother, και άλλοι
Μεσότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο



Επειδή την εποχή του βωβού δεν υπήρχε μόνο ο Τσάπλιν και ο Μπάστερ Κίτον, γνωρίστε τον Harold Lloyd, τον τρίτο ίσως μεγαλύτερο κωμικό της εποχής, ο οποίος είχε μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση στο έργο του. Υπάρχουν βεβαίως και δω τα βασισμένα σε ακροβατικά κωμικά στοιχεία, αλλά ο ήρωάς μας δεν βασίζεται αποκλειστικά σ' αυτά. Γυρισμένη το 1923, η ταινία Safety Last είναι η πιο διάσημη σε ολόκληρη τη φιλμογραφία του και αυτό οφείλεται στην σκηνή που κρέμεται από το ρολόι, η οποία πλέον έχει ταυτιστεί με τον ίδιο και ολόκληρο τον βουβό κινηματογράφο, θα λέγαμε. Και ο λόγος που βρίσκεται εκεί είναι φυσικά απλός Ως φτωχός βιοπαλαιστής (που προσπαθεί να πιάσει την καλή με νόμιμους πάντα τρόπους) δέχεται για διαφημιστικούς λόγους να σκαρφαλώσει ολόκληρο το εικοσαόροφο κτίριο στο οποίο δουλεύει. Έτσι θα κερδίσει 1.000 δολάρια και θα μπορέσει να παντρευτεί την καλή του, η οποία παρεμπιπτόντως τον περνάει για πλούσιο.


Και ας μην αναφερθούμε στο πόσες φορές έχει κοπιαριστεί η σκηνή του ρολογιού? θυμηθείτε μόνο την Επιστροφή στο μέλλον! Μπορείτε πάντως


Ένας επαρχιώτης καταφτάνει στην μεγαλούπολη, αναζητώντας την μεγάλη ευκαιρία. Πιάνει δουλειά ως ταμίας σε εμπορικό κέντρο και αρπάζει με ζήλο την ευκαιρία που του δίνεται, όταν ο διευθυντής ανακοινώνει ότι θα δώσει 1.000 δολάρια σε όποιον φέρει την περισσότερη πελατεία.
Η πιο κλασική στιγμή στην καριέρα του Harold Lloyd, ενός από τους πιο σημαντικούς κωμικούς στην ιστορία του Χόλιγουντ. Σε αυτήν τη ταινία υπάρχει η περίφημη σκηνή στο ρολόι του ουρανοξύστη, από όπου κρεμιέται ο ήρωας. Στην πραγματικότητα ο Lloyd δεν ήταν πολύ ψηλά, αλλά απλά κάποια μέτρα από το έδαφος σε τοίχο ουρανοξύστη, προσαρμοσμένο με την κάμερα να δείχνει πολύ ψηλά. Σε μια συνέντευξη ενός κασκαντέρ, όμως, το 1980, αυτός λέει ότι η σκηνή γυρίστηκε στην ταράτσα ενός ουρανοξύστη, όπου είχε κατασκευαστεί το σκηνικό και οι κάμερες το έπαιρναν από τέτοια λήψη, που φαίνονταν ο κόσμος στο δρόμο χαμηλά. Ο ίδιος διαψεύδει πως ο Lloyd δεν χρησιμοποίησε σωσία για το σκαρφάλωμα, εικάζοντας πως ήταν αυτός που έκανε την πιο δύσκολη δουλειά. Το όνομα του κασκαντέρ ήταν Robert A. Golden και στους τίτλους του έργου αναγράφεται ως βοηθός σκηνοθέτης.


Ο Harold Lloyd, όπως και όλοι οι πρώτοι κωμικοί του μπουρλέσκ, ήταν παθιασμένος με τα επικίνδυνα σταντ. Το 1919 είχε εκραγεί στο χέρι του ένα εκρηκτικό και όταν επέστρεψε στα γυρίσματα φορούσε ένα λευκό γάντι για να το κρύβει. Η ιδέα του Safety Last του ήρθε όταν παρακολούθησε μια επίδειξη του ριψοκίνδυνου Bill Strother, όπου σκαρφάλωνε έναν ουρανοξύστη. Γνήσιος ζηλιάρης ο Lloyd, περίμενε κρυμμένος παρακολουθώντας το θέαμα. Όταν ο Strother κατέβηκε, πήγε και του συστήθηκε και του ζήτησε πληροφορίες πάνω στο κατόρθωμα του. Ο Bill Strother εμφανίζεται σε έναν σημαντικό ρόλο στην ταινία και ενώ δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά στον κινηματογράφο.


Επειδή την εποχή του βωβού δεν υπήρχε μόνο ο Chaplin και ο Buster Keaton, γνωρίστε τον Harold Lloyd, τον τρίτο ίσως μεγαλύτερο κωμικό της εποχής, ο οποίος είχε μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση στο έργο του. Υπάρχουν βεβαίως και δω τα βασισμένα σε ακροβατικά κωμικά στοιχεία, αλλά ο ήρωάς μας δεν βασίζεται αποκλειστικά σ` αυτά. Γυρισμένη το 1923, η ταινία Safety Last είναι η πιο διάσημη σε ολόκληρη τη φιλμογραφία του και αυτό οφείλεται στην σκηνή που κρέμεται από το ρολόι, η οποία πλέον έχει ταυτιστεί με τον ίδιο και ολόκληρο τον βουβό κινηματογράφο, θα λέγαμε. Και ο λόγος που βρίσκεται εκεί είναι φυσικά απλός? ως φτωχός βιοπαλαιστής (που προσπαθεί να πιάσει την καλή με νόμιμους πάντα τρόπους) δέχεται για διαφημιστικούς λόγους να σκαρφαλώσει ολόκληρο το εικοσαόροφο κτίριο στο οποίο δουλεύει. Έτσι θα κερδίσει 200 δολάρια και θα μπορέσει να παντρευτεί την καλή του, η οποία παρεπιμπτόντως τον περνάει για πλούσιο.




Die Straße (1923)

Die Straße (1923)
Ο δρόμος


Του Karl Grune
Ο δρόμος είναι μια άμεση μαρτυρία της ηθικής κρίσης που διαπερνά το γερμανικό έθνος την δεκαετία του 20. Είναι η ιστορία ενός ώριμου άνδρα που νιώθει να  πνίγεται με την οικογενειακή του ζωή και έλκεται ακαταμάχητα από την νυχτερινή ζωή του δρόμου που τον παρασύρει  ένα νεαρό κορίτσι, πιθανόν πόρνη. Το δράμα εκτυλίσσεται μέσα σε μία νύχτα στην  οποίο ο πρωταγωνιστής θα κατηγορηθεί για φόνο.
Αν και το θέμα της ταινίας είναι ο ξεπεσμός ενός καθημερινού άνδρα που παρασύρεται και  εγκαταλείπει το σπίτι του της προς αναζήτηση περιπέτειας στο δρόμο, ο Carl Mayer, μας παρουσιάζει έναν Γερμανικό νεορεαλισμό, κάτι που στην Γαλλία ονομάστηκε avant-garde, και εξπρεσιονισμό συνάμα.
Παράλληλα, έχουμε και τις ιστορίες άλλων χαρακτήρων που τελικά συγκλίνουν σε ένα τραγικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, η επιλογή αυτού του θέματος, αυτή η παρουσίαση του Βερολίνου έχει να κάνει περισσότερο με το όραμα που μας έφερε ο Fritz Lang στην εκπληκτική ιστορία του «Δρ Μακούζε». Η εναρκτήρια σκηνή μας προϊδεάζει για τον πρωταγωνιστή που στο μικρό, σκοτεινό διαμέρισμα του, παρατηρεί γοητευμένος την αστική ζωή που τον περιμένει έξω. Αλλά μόλις κατέβει στο δρόμο, σε μια πολύβουη, ξέφρενη και σχεδόν επιθετική παρέα ύποπτων ανθρώπων όπου ένας άνθρωπος, όπως ο πρωταγωνιστής έχει ελάχιστες πιθανότητες επιβίωσης. Το τι περιμένει τον πρωταγωνιστή μας στην νυχτερινή του περιπέτεια, μας το παρουσιάζει συμβολικά ο σκηνοθέτης, όταν ο ήρωάς μας ακολουθεί μια νεαρή γυναίκα τις οποίας το κεφάλι μετατρέπεται σε... νεκροκεφαλή.


Αργότερα μας εμφανίζεται η νεαρή γυναίκα η οποία είναι μια πόρνη που ψάχνει για αφελή θύματα. Συμβολική και η παρουσίαση της φωτεινής επιγραφής ενός καταστήματος οπτικών που τα δύο φωτεινά μάτια της επιγραφής μοιάζουν να παρατηρούν τα συμβαίνοντα στην αμαρτωλή νύχτα.


Έχουμε και αθώα πρόσωπα που εμπλέκονται στην όλη υπόθεση. Η πόρνη και ο σύντροφος προστάτης της έχουν ένα κοριτσάκι και έναν τυφλό παππού που ζει μαζί τους.


Ο μεσήλικας της ιστορίας μας φαίνεται να γοητεύεται από την νεαρά πόρνη και αυτή τον παρασύρει να παίξει χαρτιά μα μια ύποπτη παρέα που στην οποία μετέχει ο προστάτης της και άλλο ένα – κατ αυτούς - υποψήφιο θύμα για να το ξεκοκαλίσουν. Το υποψήφιο θύμα στην αρχή τας χάνει όλα αλλά την τελευταία στιγμή κατορθώνει να ρεφάρει και να τους τα μαζέψει όλα. Οι κακοποιοί δεν σκοπεύουν όμως να αφήσουν να τους ξεφύγει ο τύπος με ένα τόσο συμπαντικό χρηματικό ποσό. Βάζουν λοιπόν την πόρνη να τον παρασύρει δήθεν για ερωτικές περιπέτειες στο σπίτι της με σκοπό να τον ληστέψουν. Ταυτόχρονα όμως ο μεσόκοπος οικογενειάρχης ακολουθεί την νεαρά πόρνη μιας και  το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να κάνει έρωτα μαζί της. Την ώρα που αυτή προσπαθεί να τον αποκρούσει, ο προστάτης της επιχειρεί να ληστέψει τοτον κερδισμένο του χαρτοπαιγνίου. Αυτός τραβά πιστόλι για να αμυνθεί, τότε ο κακοποιός του ορμά με μαχαίρι και τον τραυματίζει θανάσιμα.
Από την φασαρία ξυπνά και σηκώνεται το κοριτσάκι,. Σηκώνεται και ο τυφλός παππούς του και πέφτει επάνω στον νεκρό. Το κοριτσάκι ξεχύνεται έντρομο έξω απ’ το σπίτι. Ένας αστυφύλακας που το βρίσκει προσπαθεί να το επαναφέρει στο σπίτι της. Εκεί βρίσκει το πτώμα και καλή σε συναγερμό τους συναδέλφους του. Η νεαρή πόρνη για να γλυτώσει τους δικούς της ανθρώπους ισχυρίζεται ότι φονιάς είναι ο μεσήλικας πρωταγωνιστής, λόγο ζήλιας. Αυτός από το σοκ της όλης κατάστασης δεν μπορεί να αρθρώσει ούτε λέξη. Τότε προφυλακίζεται ως βασικός ύποπτος του φόνου. Η ανάκριση συνεχίζεται και ο δράστης ερωτάται τι γνωρίζει για την υπόθεση. Αυτός ισχυρίζεται ότι έλειπε όλη την νύχτα από το σπίτι και δεν έχει ιδέα του έγινε. Τότε το κοριτσάκι γεμάτο αφέλεια τον ρωτά γιατί το βράδυ έφυγε ξαφνικά από το σπίτι. Αυτό ήταν. Η μικρή μες την αφέλειά της κάρφωσε τον πατέρα της και έτσι ο μεσήλικας την γλύτωσε και αφέθηκε ελεύθερος. Γύρισε σπίτι του όπου η γυναίκα του χωρίς να ρωτήσει το παραμικρό του σερβίρει την σούπα.
Ο ήρωάς μας επανέρχεται στην ρουτινιάρικη αλλά ασφαλή ζωή του.
Χαρακτηριστικό του Carl Mayer είναι ότι ελάχιστα παρεμβάλει μεσότιτλους στην ταινία. Αφήνει τον θεατή να μαντέψει μόνος του την πλοκή της ταινίας. Την μετάφραση των έστω λίγων αυτών μεσότιτλων την έκανα εγώ.



Madame DuBarry (1919)

Madame DuBarry (1919)

Σκηνοθεσία: Ernst Lubitsch
Συγγραφείς: Norbert, Hanns Kräly
Είδος: Biography, Drama, Romance
Διάρκεια: 1h 25min
Παίζουν: Pola Negri, Emil Jannings, Harry Liedtke, και άλλοι
Μεσότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο


Στην Γαλλία του 18ου αιώνα, η θέση της επίσημης ερωμένης του βασιλιά ήταν τιμητική θέση και έφερε τοη τίτλο «Μετρέσα». Δεν μπορούσε οπουδήποτε γύναιο να κατέχει την τιμητική αυτή θέση. Έπρεπε να είναι αριστοκρατικής Καταγωγής! Φυσικά και ταπεινής καταγωγής να ήταν, άμα την γουστάριζε ο βασιλιάς βρισκόταν λύση. Την πανδρεύανε με κάποιον ξεπεσμένο αριστοκράτη έναντι χρηματικής αμοιβής και έτσι μεταπηδούσε στον κύκλο της αριστοκρατίας!
Μια μοδίστρα στην Γαλλική επαρχία συνήψε σχέση με κάποιον μοναχό. Καρπός της παράνομης σχέσεις τους ήταν να γεννηθεί στις 19 Αυγούστου 1743 ένα κοριτσάκι που το ονόμασαν Ζαν. Το σκάνδαλο ήταν βαρύ για την κοινωνία της επαρχίας, έτσι αναγκάστηκαν να μετακομίσουν στο Παρίσι για να αποφύγουν την κοινωνική κατακραυγή. Η Μικρή πήγε εκεί σε σχολείο αλλά ζωηρή όπως ήταν το εγκατέλειψε νωρίς. Ασχολήθηκε με διάφορες εργασίες γύρο από τον τομέα της μόδας, πόζαρε δε συχνά ως μοντέλο διάσημων ζωγράφων. Πανέμορφη όπως ήταν με τα μεγάλα αμυγδαλωτά της μάτια δεν άφησε ασυγκίνητα μέλη της «υψηλής» κοινωνίας και αυτή ως φιλόδοξη επεδίωκε την άνοδό της με της σχέσεις αυτές. Τότε έπεσε στα χέρια του ξεπεσμένου κόμη Ντυμπαρή του οποίου οι δουλειές δεν πήγαιναν καλά τελευταία και συμπλήρωνε το εισόδημά του κάνοντας τον προαγωγό και προμηθεύοντας ερωμένες στην αριστοκρατία! Έγινε επίσημη ερωμένη του και αυτός την πλασάριζε σε διάφορους επώνυμους δίνοντάς της την υπόσχεση ότι θα πετύχει την κοινωνική της άνοδο. Και η ευκαιρία παρουσιάστηκε. Ο βασιλιάς Λουδοβίκος ο 15ος είχε πέσει σε μελαγχολία. Η επίσημη μετρέσα του η κα Pompadour απεβίωσε. Τότε ο Ντυμπαρή φρόντισε μέσο γνωστών του να συστήσει στον βασιλιά την Ζαν. Αυτός ξετρελάθηκε με την ομορφιά της και θέλησε να την κάνει μετρέσα του.


Υπήρχε όμως θέμα ως προς την καταγωγή της Ζαν. Κι αυτό όμως λύθηκε. Ο αδελφός του κόμη Ντυμπαρή δέχτηκε έναντι αδράς χρηματικής αμοιβής να παντρευτεί την Ζαν και να της δώσει έτσι τον τίτλο της κόμισσας. Στον γάμο όμως παρουσιάστηκε και ένα  πλαστό πιστοποιητικό γέννησης που την εμφάνιζε διαφορετικής ηλικίας και αριστοκρατικής καταγωγής. Τότε μπόρεσε ο βασιλιάς να την παρουσιάσει επίσημα στην αυλή του. Αυτό ήταν! Η ζωή της Ζαν άλλαξε από τότε ραγδαία. Είχε ιδιαίτερα διαμερίσματα στο παλάτι, κοσμήματα και άλλα πανάκριβα δώρα του βασιλιά και σημαντική επιρροή στα τεκταινόμενα στην Γαλλία. Το γνωστό σήμερα κωμικό σλόγκαν, ότι τα τρία «Μ» κυβερνούν τον κόσμο, στην αποκορύφωσή του!
Η Ζαν όμως με την επιτυχία της αυτή φαίνεται να καβάλησε το καλάμι. Το πίστεψε και η ίδια πως ήταν αριστοκρατικής καταγωγής και φερόταν με υπεροψία στο πόπολο. Οι δε εξεζητημένες εμφανίσεις της και η επίδειξη πλούτου εξόργιζε τον λαό ο οποίος λιμοκτονούσα και έβλεπε να ξοδεύει τον πλούτο η αριστοκρατία για τις ερωμένες της.
Κάποτε ο βασιλιάς Λουδοβίκος ο 15ος αρρώστησε από ευλογιά. Συναισθανόμενος το τέλος του και αντίθετα από ότι μας παρουσιάζουν διάφοροι σκηνοθέτες κατά την μεταφορά της ιστορίας αυτής στην οθόνη, αυτός ζήτησε να μην επιτραπεί πια στην Ζαν να εισέλθει στο δωμάτιό του. Ζήτησε να μεταλάβει και με δάκρια γύρεψε συγνώμη για τα ανομήματά του. Μετά τον θάνατό του τον διαδέχτηκε ο Λουδοβίκος ο 16ος η γυναίκα του οποίου, η Μαρία Αντουανέτα δεν την πήγαινε καθόλου την ¨»Madame Du Barry». Με διαταγή λοιπόν του νέου βασιλιά κλίστηκε σε μοναστήρι και αργότερα εξορίστηκε σε ένα κτήμα της στην επαρχία. Κατόπιν ξέσπασε η Γαλλική επανάσταση. Κάποιοι διέρρηξαν το σπίτι της Ζαν και αφαίρεσαν ολόκληρο θησαυρό απ/ό τα πανάκριβα κοσμήματά της. Αργότερα μαθεύτηκε ότι το κοσμήματα αυτά κυκλοφωρούσαν στην Αγγλία. Τέσσερεις φορές ταξίδευσε στην Αγγλία μήπως μπορέσει και τα ξαναποκτήσει αλλά δεν κατάφερε τίποτα. Τότε τα πιο άγρια στοιχεία της επανάστασης που είχαν το πάνω χέρι τότε, την κατηγόρησαν ότι στην Αγγλία πηγαίνει για να έχει επαφές με τους φιλομοναρχικούς αντεπαναστάτες. Την δίκασαν και χωρίς πολλές διατυπώσεις όπως συνέβαινε τότε, την καταδίκασαν να θανατωθεί στην γκιλοτίνα. Άδικα αυτή έκλαψε και παρακαλούσε. Στις 8 Δεκεμβρίου 1793 και στην πλατεία Κονκόρντ εκτελέστηκε και το όμορφο κεφαλάκι της κατέληξε στο κοφίνι!
Η ιστορία της «Madame Du Barry» πολλές φορές πέρασε στην μεγάλη οθόνη. Μία από αυτές ήταν το 1919 από τον Γερμανό σκηνοθέτη Ernst Lubitsch με πρωταγωνίστρια στον ρόλο της Ζαν την Pola Negri. Παρά του ότι ο σκηνοθέτης αυτός είχε γυρίσει αρκετές αξιόλογες ταινίες μέχρι τότε, η συγκεκριμένη ταινία αποτέλεσε το διαβατήριο αυτού και της Pola Negri για το Χόλυγουντ. Ο Lubitsch δεν παραποιεί τα βασικά ιστορικά γεγονότα, προσθέτει και παραποιεί δευτερεύουσας σημασίας γεγονότα για να κάνει την ταινία πιο μελοδραματική.


Μας παρουσιάζει την Ζαν σε νεαρή ηλικία να εργάζεται σε ένα καπελάδικο, να έχει έναν μόνιμο αγαπητικό, τον νεαρό φοιτητή Armand De Foix αλλά δεν χάνει ευκαιρία να φλερτάρει και με πρόσωπα την ανώτερης κοινωνίας αν νομίσει ότι μπορεί να εισπράξει όφελος. Ένα τέτοιο πρόσωπο είναι ο Ισπανός πρέσβης Don Diego για πού για να πάει στο σπίτι του που την προσκάλεσε, λέει ψέματα στον Armand. Στο σπίτι του Don Diego γνωρίζει τον κόμη Ντυμπουά που της ρίχνεται. Κάποια στιγμή η Ζαν βρίσκεται σε έναν χορό στην όπερα όπου εκεί εμφανίζονται και οι τρεις άνδρες που την διεκδικούν. Η Ζαν τρέχει στην αγάλια του Armand και ο Don Diego έξαλλος από θυμό του ορμά με το σπαθί του. Ο κόμης Ντημπουά χώνει στο χέρι του νεαρού ένα σπαθί για να αμυνθεί. Στην μονομαχία ο νεαρός σκοτώνει τον Don Diego. Τότε ο Ντυμπουά φυγαδεύει την Ζαν στο σπίτι του για να την προφυλάξει και καλά από τις συνέπειες της πράξης του νεαρού. Εκεί της λέει πως με τον νεαρό θα έχει μόνο μπελάδες, ενώ αν δεχτεί να γίνει μόνιμη ερωμένη του θα είναι ¨η κυρία» του σπιτιού του. Τελικά η Ζαν πείθεται και αυτός χρησιμοποιεί την γοητεία της για να πετύχει να κλείσει διάφορες δουλειές του. Κάποια στιγμή την στέλνει στον πρωθυπουργό για να τακτοποίηση μια υπόθεσή του. Αυτός αρνείται να την εξυπηρετήσει αλλά η Ζαν κυνηγώντας τον πέφτει στην αντίληψη του βασιλιά ο οποίος εντυπωσιασμένος από την ομορφιά της ζητά από τον πρωθυπουργό να του την βρει και να του την παρουσιάσει. Έτσι κι έγινε


 Από κει και πέρα τα γεγονότα στην ταινία εξελίσσονται όπως και στην πραγματική ιστορία. Μέχρι που ο βασιλιάς αρρωσταίνει από ευλογιά.


Αντίθετα με την πραγματική ιστορία, ο πρωθυπουργός είναι αυτός που απαγορεύει στην Ζαν να εισέλθει στο δωμάτιο του βασιλιά. Τότε ο βασιλιάς τον παρακαλεί να τον αφήσει να την δει για τελευταία φορά. Όταν οι μαυροφορεμένοι ιερείς πλησιάζουν τον ετοιμοθάνατο βασιλιά για να τον μεταλάβουν, αυτός τους αντιμετωπίζει έντρομος!
Κατά τα λοιπά η ταινία εξελίσσεται όπως και ιστορική πραγματικότητα και τελειώνει με το κεφάλι της «της «Madame Du Barry» στο κοφίνι.

Κατόπιν εορτής και όταν είχα τελειώσει με την μετάφραση αυτών των μεσοτίτλων και τους έκανα upload, αντιλήφτηκα ότι κάποιος είχε προηγηθεί κα ι είχε ανεβάσει την μετάφραση. Σκοπός μου δεν είναι να περιφρονήσω τον μεταφραστή και να ισχυριστώ ότι μόνο οι δικές μου μεταφράσεις αξίζουν. Κάθε άλλο. Δεν περίμενα όμως να υπάρχει και άλλος κολλημένος σαν κι εμένα με ταινίες του 1919! Στεναχωρήθηκα διότι στον χρόνο που ξόδευα γι αυτή τη μετάφραση, θα μπορούσα να είχα μεταφράσει κάτι άλλο.
Να σημειώσω ότι οι δικοί μου μεσότιτλοι ταιριάζουν με την μετάφραση των Γερμανικών υποτίτλων μια και το έργο είναι Γερμανικό.

Male And Female 1919


Male And Female 1919
Αρσενικό και θηλυκό


Σκηνοθεσία: Cecil B. DeMille
Συγγραφείς: Jeanie Macpherson, J.M. Barrie
Παίζουν: Thomas Meighan, Theodore Roberts, Raymond Hatton, και άλλοι
Είδος: Adventure, Drama
Διάρκεια: 1h 56min
Μεσότιτλοι: zelligas


Το "Male and Female" είναι μια αμερικανική βωβή ταινία περιπέτειας του 1919 που σκηνοθέτησε ο Cecil B. DeMille και πρωταγωνιστούν η Gloria Swanson και ο Thomas Meighan. Τα κύρια θέματα του είναι οι σχέσεις μεταξύ των φύλων και η κοινωνική τάξη.
Η ταινία επικεντρώνεται στη σχέση μεταξύ της Λαίδης Mary Loam (Swanson), μιας βρετανής αριστοκράτισσας, και του μπάτλερ της, Crichton (Meighan). Ο Crichton επιθυμεί μία ρομαντική με τη Mary, αλλά αυτή τον περιφρονεί λόγω της χαμηλότερης κοινωνικής του τάξης. Όταν οι δύο τους και μερικοί άλλοι ναυαγούν σε ένα έρημο νησί, προσπαθούν να επιβιώσουν στη άγρια φύση.


Οι ικανότητες των αριστοκρατών να επιβιώσουν είναι πολύ χειρότερες από αυτές του Crichton, και ακολουθεί μια αντιστροφή ρόλων, με τον μπάτλερ να γίνεται βασιλιάς ανάμεσα στους ναυαγούς.


Ο Crichton και η Mary πρόκειται να παντρευτούν στο νησί όταν η ομάδα τους διασώζεται. Επιστρέφοντας στη Βρετανία, ο Crichton επιλέγει να μην παντρευτεί τη Mary.  Αντ 'αυτού, ζητά από μια υπηρέτρια, την Tweeny (που την είχε προσλάβει ο Crichton), να τον παντρευτεί, και να μετακομίσουν






Δευτέρα 25 Μαΐου 2020

Back to God's Country (1919)

Back to God's Country (1919)




ΣκηνοθεσίαDavid Hartford- Παραγωγός Ernest Shipman
Συγγραφείς:  James Oliver Curwood, James Oliver Curwood
Διάρκεια: 73 λεπτά - ΕίδοςAdventureRomance
Χώρα: Καναδάς - Ήχος: Βωβή ταινία
Μετέχουν:
Nell Shipman ως Dolores, Charles Arling ως 'Sealskin' Blake
Wheeler Oakman ως Peter Burke, Wellington A. Playter ως Capt. Rydal
Ελληνικοί μεσότιτλοι μεταφρασμένοι από εμένα


Οι ταινίες είναι όπως τα τρόφιμα: Κάθε χώρα έχει τη δική τις δικές της σπεσιαλιτέ. Οι Βωβές ταινίες δεν αποτελούν εξαίρεση. Στους Αμερικανούς άρεσε η Γκλαμουργιά, ο Ρομαντισμός και οι Σταρ. Οι Γερμανοί ήταν διάσημοι για τον Εξπρεσιονισμό και τα σκοτεινά θέματα. Οι Γάλλοι γοήτευαν με τα περίτεχνα σύνολα τους, τα ιδιότροπα ειδικά εφέ και τις λεπτές αποχρώσεις.
Και οι καναδικές ταινίες; Ήσαν διάσημες  για... τα τοπία τους. Για την ίδια την χώρα του Καναδά. Πιο συγκεκριμένα για τα όμορφα Καναδικά τοπία. Από το ξεκίνημα της Καναδικής κινηματογραφικής βιομηχανίας δημιουργήθηκαν τα λεγόμενα "Scenics". Scenics, σε ελεύθερη μετάφραση θα πει: γραφικά; τοπία,   ήσαν οι σχετικά αδόμητες ταινίες μικρού μήκους που στόχο είχαν να αναδείξουν τα θαύματα της φύσεις, αυτό που σήμερα θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε ένα οδοιπορικό ή κινηματογραφικό χρονικό.
Το " Back to God’s Country",  ήταν μια προσπάθεια να παντρέψουν το μεγαλείο της φύσης με μια ιστορία που θα προσελκύσει το κοινό. Οι άνθρωποι αυτού του εγχειρήματος ήταν ο παραγωγός Ernest Shipman,  η ηθοποιός Nell Shipman και ο συγγραφέας James Oliver Curwood. Οι Shipmans είχαν δείξει της ικανότητές τους στο Χόλυγουντ πριν από την απόφασή τους να κάνουν μια ταινία που θα αναδεικνύει το μεγαλείο της Καναδικής φύσης.
Ας δούμε αν αυτοί οι τρείς αυτοί πέτυχαν.
Η ιστορία ξεκινά με τη δολοφονία ενός Κινέζου στον Καναδά. Ο σκύλος του νεκρού είναι ένας υπέροχος  μολοσσός υψηλής νοημοσύνης που έχει την ικανότητα να κληροδοτεί στους απογόνους του την δική του μνήμη!
Μετά από χρόνια, μας παρουσιάζεται η Ντολόρες, (Nell Shipman), μια όμορφη κοπέλα που ζει με τον πατέρα της, (Roy Laidlaw), σε ένα απομακρυσμένο δάσος του Καναδά. Κάποτε τους έρχεται ένας επισκέπτης από πέρα, από τον πολιτισμό. Είναι ο διανοούμενος Πίτερ (Wheeler Oakman). Ο Πίτερ και η Ντολόρες θα ειρωtευτούν, αλλά ο Πίτερ πρέπει να φύγει στην πόλη για επαγγελματικούς λόγους.
Ενώ ο Πίτερ λείπει, συναντάμε τον κακοποιό της υπόθεσης, τον Rydal, (Wellington A. Playter). Είναι ένας φυγάς που ντύθηκε με τη στολή του δολοφονηθέντα σερίφη και παριστάνει το όργανο τάξης.
Ο Rydal είδε την Ντολόρες να κολυμπά και αποφασίζει να την αποκτήσει. Η Ντολόρες τον απορρίπτει και έτσι αυτός για εκδίκηση συλλαμβάνει δήθεν τον πατέρα της για φόνο και την κατάλληλη στιγμή τον ρίχνει κάτω από ένα γκρεμό και αυτός σκοτώνεται.
Την στιγμή εκείνη επιστρέφει ο Πίτερ και βρίσκει την Ντολόρες να θρηνεί τον νεκρό πατέρα της. Την παρηγορεί και τελικά παντρεύονται, αλλά εγκαθίστανται στην πόλη.
Η Ντολόρες υποφέρει από νοσταλγία για το μέρος που μεγάλωσε, έτσι ο Πίτερ για να την ευχαριστήσει κλείνει θέση σε ένα πλοίο για να επιστρέψουν στα μέρη της. Μα ποιος ήταν ο καπετάνιος αυτού του πλοίου; Ο ίδιος ο. Rydal!
Ο Rydal εμφανίζεται στην Ντολόρες και επιδιώκει και πάλι να την αποκτήσει. Εκείνη τον αποκρούει μετά βδελυγμίας. Δεν ανακοινώνει όμως τίποτα στον Πίτερ, φοβούμενη μήπως αυτός αντιδράσει και έτσι δοθεί η ευκαιρία στον Rydal να του κάνει κακό. Ο Rydal όμως φροντίζει με μια σκόπιμη πτώση του πανιού επάνω στον Πίτερ να τον τραυματίσει βαριά. Αυτός περνά δύσκολες ώρες στο κρεβάτι, ενώ ο Rydal περιμένει ανά πάσα στιγμή τον θάνατό του για να του μείνει ελεύθερο το πεδίο με την Ντολόρες.
Ο Rydal φθάνει σε έναν εμπορικό σταθμό που ανήκει σε έναν εγκληματία συνεργάτη του. Αποφασίζει να ξεχειμωνιάσει εκεί στην ερημιά για να μην έχει ο Πίτερ καμία πρόσβαση σε γιατρούς και άλλα πρόσωπα που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν.
Ο συνεργάτης του Rydal έχει έναν άγριο σκύλο που είναι ένας τεράστιος μολοσσός, απόγονος του σκύλου που γνωρίσαμε στην αρχή. Η Ντολόρες του φέρεται με αγάπη και κερδίσει την συμπάθειά του. Σχεδιάσει δε με την βοήθεια αυτού του σκύλου να επιχειρήσει να δραπετεύσει. Κάτι που τελικά κατορθώνει και σώζει τόσο την ζωή της, όσο και του τραυματία άνδρα της.
Να σημειώσουμε πως για πρώτη φορά, και μάλιστα σε ένα βωβό φιλμ, μας παρουσιάζεται μια γυναίκα που παλεύοντας μόνο μες τις δικές της δυνάμεις, χωρίς την βοήθεια κανενός ανδρός, αλλά μόνο με την συμπαράσταση ενός σκύλου να τα καταφέρει, κάτι το οποί συνήθως μόνο σκληροί καουμπόηδες το κατόρθωναν!

Broken Blossoms 1919


Broken Blossoms 1919
Τα Σπασμένα Κρίνα


Σκηνοθέτης: D.W. Griffith
Συγγραφείς: Thomas Burke, D.W. Griffith
Διάρκεια: 1h 30min
Είδος: Drama, Romance
Παίζουν: Lillian Gish, Richard Barthelmess, Donald Crisp, και άλλοι
Μεσότιτλοι: Δικής μου μετάφρασης


Η φουκαριάρα μικρή, φτωχή, Lucy Burrows (Lilian Gish) υπομένει τους εξευτελισμούς αλλά και τις βιαιότητες του αγροίκου παλαιστή πατέρα της Battling (Donald Crisp).
Όταν κάποτε, εντελώς βασανισμένη και δυστυχισμένη βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι του ήρεμου, γλυκού Κινέζου εμπόρου Cheng Huan (Richard Barthelmess), ο Battling με τους σπιούνους του την εντοπίζει και την φέρνει βίαια πίσω στο σπίτι τους. Εκεί όμως, η τιμωρία που της επιφυλάσσει είναι τόσο βάναυση, που η φτωχή Lucy πεθαίνει ταλαιπωρημένη από τα χτυπήματα του.


Ο ήρεμος κ. Huan, όμως, θα εκδικηθεί την αθώα ψυχούλα της...
Θαλεγε κανείς, ότι η ταινία αυτή του μεγάλου D. W Griffith του 1919, δηλαδή λίγο μετά την μεγαλειώδη ταινία του "Birth of A Nation (1915)", φαίνεται κάπως αδύναμη, δραματική, μελό και κοινότυπη (σαν σύλληψη...). Βέβαια, ο μεγάλος σκηνοθέτης καταφέρνει να περάσει τόσο έντονα τα στοιχεία του πόνου της τρυφερής παιδούλας Lucy, που η καρδιά του θεατή σφίγγει σε πολλά σημεία του έργου και το μίσος του ξεχειλίζει για τον σκληρό, μέθυσο, ρατσιστή, απάνθρωπο Battling. Ο αργός ρυθμός του έργου κάνει την καταπίεση του θεατή ακόμα χειρότερη.
Δύσκολο έργο, για όσους βρίσκονται ήδη σε μία άσχημη ψυχική κατάσταση...


Τ