Δευτέρα 1 Μαρτίου 2021

Biruma No Tategoto 1956

Biruma No Tategoto 1956

Η Άρπα της Βιρμανίας

 


Σκηνοθεσία: Kon Ichikawa

Σενάριο: Michio Takeyama, Natto Wada

Είδος: 1956, Drama, Music, War, ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗ

Διάρκεια: 01:56

Γλώσσα: Japanese

Παίζουν:

Rentaro Mikuni: Captain Inouye

Shôji Yasui: Mizushima

Jun Hama: Kobayashi

Shunji Kasuga: Maki

 

Τις τελευταίες μέρες του πολέμου στα δάση της Βιρμανίας, ένας ιαπωνικός λόχος ξεκομμένος, κουρασμένος, προχωρεί προς ανατολάς ψάχνοντας τα σύνορα με Ταϊλάνδη. Είναι ένας ιδιαίτερος λόχος καθότι υπό τη διεύθυνση του μουσικού λοχαγού Ινούγιε, συχνά τραγουδούν χορωδιακά, για τόνωση του ηθικού, ενώ ένας στρατιώτης, ο Μιζουσίμα, συνοδεύει με μια βιρμανέζικη άρπα. Φτάνοντας σε ένα χωριό, έρχονται σε επαφή με αγγλική μονάδα κι αντί σύρραξης βρίσκονται να τραγουδούν το «σπίτι μου, σπιτάκι μου» και οι δύο μερίδες μαζί, στη γλώσσα τους ο καθένας, ενώ παρακάτω μαθαίνουν ότι ο πόλεμος τελείωσε και είναι στη διάθεση των Άγγλων να τους διευθετήσουν. Όμως, μια χούφτα ιαπώνων στρατιωτών που δεν ξέρουν τι έχει συμβεί, επιμένουν πάνω σ’ έναν λόφο να αντιστέκονται. Ο Μιζουσίμα πάει να τους εξηγήσει, εκείνοι ανένδοτοι συνεχίζουν να πυροβολούν και μερικές κανονιές των Άγγλων τους αποδεκατίζουν. Ο Μιζουσίμα αναστατώνεται βαθιά από τους παράλογους σκοτωμούς και αποφασίζει να χαθεί από τους συντρόφους του, φορά βουδιστικά ράσα και περιφέρεται παντού, θάβοντας νεκρούς στρατιώτες. Μέχρι τέλους, οι σύντροφοί του, εν αναμονή της επιστροφής τους στην πατρίδα, τον αναζητούν, αλλά εκείνος επιμένει στο έργο του.

Ο Κον Ιτσικάουα δεν είναι πολύ γνωστός στο διεθνές κοινό, αλλά τη δεκαετία του 1950 είχε ακουστεί χάρη στο παρόν φιλμ όπως και στο «Fires on the Plain». Εδώ εμπνέεται από ένα βιβλίο παιδικής λογοτεχνίας του Μιτσίο Τακεγιάμα, διασκευασμένο σε σενάριο από τη γυναίκα του, Νάτο Ουάντα, ένα βιβλίο που εστιάζει στην βουδιστική ηθική. Το παιδικό υλικό είναι εμφανές. Το έργο, παρά το εκ πρώτης όψεως ρεαλιστικό του πλαίσιο, δεν έχει καμία σχέση με ρεαλισμό, είναι μια αλληγορία πάνω στην επερχόμενη κρίση ταυτότητας του ηττημένου ιαπωνικού έθνους, καθώς τελειώνει η παλιά αυτοκρατορία κι έρχεται ο δυτικός πολιτισμός. Ο Μιζουσίμα (μίζου+σίμα = νερό+νήσος, άρα η ίδια η Ιαπωνία που είναι ένα νησιωτικό έθνος) θάβοντας τους νεκρούς κλείνει ένα κεφάλαιο της ιστορίας με τρόπο τελετουργικό άρα σαν γνήσιος Ιάπωνας. Η όλη ατμόσφαιρα του έργου, που παρά τα 117 λεπτά μοιάζει μεγαλύτερο καθώς ο χρόνος κυλάει σε ύφος και ρυθμό αργό και μελαγχολικό, είναι κατά έναν τρόπο ονειρική. Χωρίς τον σουρεαλισμό του Απισατπόνγκ Βερασεθάκουλ, υπάρχει ωστόσο μια συγγένεια. Συχνά, τα χορωδιακά το κάνουν να φαντάζει με ιδιότυπο μιούζικαλ. Η λαχτάρα, πάλι, του λόχου και ιδιαίτερα του λοχαγού να βρουν τον Μιζουσίμα, μόνο σαν αλληγορία της ίδιας εθνικής αγωνίας μπορεί να ερμηνευτεί μέσα στο πλαίσιο του παραμυθιού, ενώ η κινηματογραφία -κάδρα, φωτογραφία, τα φυσικά σκηνικά- είναι απαράμιλλη.

Εντέλει, έχουμε ένα έργο απολύτως ιδιόρρυθμο, παράξενο, που παρά την αλλόκοτη αφήγηση (ίσως τότε να μην έμοιαζε έτσι) σε υποβάλει στους όρους του. Αφελές και ταυτόχρονα σοβαρό, απλοϊκό και ταυτόχρονα πλούσιο σε συμβολισμούς, με χαλαρή πλοκή μιας νατουραλιστικής καταγραφής και ταυτόχρονα σαν χαμηλόφωνο έπος. Δεν αποκλείεται ο Κλιντ Ίστγουντ να εμπνεύστηκε από αυτό για το «Γράμματα από το Ιβο Τζίμα».

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου