Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

THE YOUNG ONE (1960)

THE YOUNG ONE (1960)
του Luis Buñuel
Μετά Το Βιασμό
ή
Ένα Κορίτσι Στην Αγκαλιά σου



Σκηνοθεσία: Luis Buñuel
Σενάριο: Peter Matthiessen, Hugo Butler
Παίζουν: Zachary Scott, Bernie Hamilton, Key Meersman
Διάρκεια: 95 λεπτά – Βαθμολογία: 7,6 
Ελληνικοί υπότιτλοι σε ξεχωριστό αρχείο
δικής μου μετάφρασης


Παρουσίαση από το Μπλοκ: "Ταινιοθραύστης"

Ο Λουίς Μπουνιουέλ εγκαινίασε τη δεκαετία του ’60 – μια δεκαετία στην οποία επρόκειτο να δημιουργήσει τα πλέον αναγνωρισμένα έργα του – με ένα πολύ περίεργο Β-movie, το οποίο γύρισε στο Μεξικό και αποτελεί τη μοναδική αγγλόφωνη ταινία του. Από την έναρξη κιόλας του φιλμ, με το άκουσμα του τραγουδιού «Sinner Man», γίνεται φανερό ότι πρόκειται για μια αλληγορική παραβολή πάνω στην Αμαρτία, εκεί όπου ο Παράδεισος και η Αθωότητα δοκιμάζονται, χάνονται και επανακτώνται! Αν και η τελική πράξη του έργου, δεν είναι και πολύ ξεκάθαρη με όλα τα παραπάνω…



Ένας έγχρωμος φυγάς (Bernie Hamilton), που καταδιώκεται για τον βιασμό μιας λευκής (μια τέτοια κατηγορία στον Αμερικάνικο Νότο θα μπορούσε να οδηγήσει μέχρι και σε λυντσάρισμα), καταφεύγει σε ένα ιδιωτικό νησί, στο οποίο κατοικούν μονάχα ο φύλακας (Zachary Scott) και η έφηβη εγγονή του πρόσφατα αποβιώσαντος συνεργάτη του ( την υποδύεται η Kay Meersman, η οποία παραπέμπει εμφανισιακά σε νεαρή Καρόλ Μπουκέ). Ο φύλακας κακομεταχειρίζεται την μικρή τόσο λεκτικά και σωματικά, όσο και …σεξουαλικά (όπως υπαινίσσεται το φιλμ). Όταν ο τελευταίος απουσιάσει κάποια στιγμή στην ενδοχώρα για δουλειές, ο έγχρωμος νεοφερμένος (που θυμίζει κάτι ανάμεσα σε Σίντνεϊ Πουατιέ του «Όταν Σπάσαμε τις Αλυσίδες» και πρωταγωνιστή των μεταγενέστερων blaxploitation) θα αναπτύξει έναν παιχνιδιάρικο αλλά σταδιακά προστατευτικό δεσμό με το κορίτσι.



Καθώς ο «κηδεμόνας» της μικρής επιστρέφει και ανακαλύπτει πως ο άγνωστος «επισκέπτης» έχει στην κατοχή του ένα από τα κυνηγετικά του όπλα – κραυγαλέο «φαλλικό» σύμβολο που ενεργοποιεί (πέρα από το ήδη ξεκάθαρο φυλετικό ζήτημα) τα αντανακλαστικά του – η ένταση ανάμεσα στους δύο άντρες κορυφώνεται. Με τον κλοιό του φιλμ να συστρέφεται γύρω από τους τρεις κεντρικούς χαρακτήρες, η απειλή στην ατμόσφαιρα από τις αντικρουόμενες «ορμές» τους δίνεται από τον Μπουνιουέλ με έναν πρωτότυπο τρόπο : με παρεμβολές των πολύβουων εντόμων (κυρίως των μελισσών στις κυψέλες από όπου συλλέγει το μέλι η μικρή ηρωίδα) που θυμίζουν τα πρώιμα σουρεαλιστικά του έργα και με την ηχητική μπάντα από τα τζιτζίκια που παιχνιδίζουν στους αγρούς να μετατρέπεται σε κρεσέντο κάθε φορά που η ένταση του φιλμ κορυφώνεται!



Για πρώτη φορά, ο Μπουνιουέλ μοιάζει στ’ αλήθεια απασχολημένος - κι όχι απλά να διασκεδάζει – προσπαθώντας να ζωντανέψει τούτο το παράξενα διεστραμμένο υλικό που έχει στα χέρια του (το στόρι βασίζεται σε ένα σύντομο διήγημα με τίτλο «Travelin Man» του Αμερικανού Peter Matthiessen) και το οποίο απαρτίζεται από κλαρινέτα (ο φυγάς είναι πρώην μουσικός της jazz), χειροβομβίδες και φετιχιστικά σύμβολα μιας σκανδαλιστικής αθωότητας (ρούχα, καπέλα, ψηλοτάκουνα παπούτσια, μέχρι και το μέλι κι ο τρόπος με τον οποίο η μικρή πρωταγωνίστρια βουτάει το δάχτυλο σε αυτό ή αδειάζει την κηρήθρα σαν να «στραγγίζει» τα υπολείμματα των χυμών μιας ερωτικής κορύφωσης), μέχρι τελετές βάπτισης, κοτόπουλα που κατασπαράσσονται από σαρκοφάγα ζώα και παγίδες για κουνέλια. Ταυτόχρονα αναζητά διαρκώς επινοητικές μεθόδους για να παρακάμψει την αυξημένη λογοκρισία που θα τον ακολουθούσε μετά το πέρασμά του από την Αμερική, όπως το χαμήλωμα της κάμερας στα πόδια του κοριτσιού την ώρα που το τελευταίο βρίσκεται στο ντους ή μια σκηνή διαλόγου στην αρχή του φιλμ, ανάμεσα στον φύλακα και την «προστατευόμενη» του, που εκτυλίσσεται πίσω από ένα κλειστό παράθυρο χωρίς να μπορούμε να ακούσουμε τι ακριβώς συζητιέται – με συνέπεια να φανταζόμαστε την… «βρώμικη» στιχομυθία!



Είναι εμφανές πως ο Μπουνιουέλ ενδιαφέρθηκε εδώ πολύ περισσότερο να προβεί σε ένα κάστινγκ χαρακτήρων, απ’ ότι να ασχοληθεί με τις ιδιαιτερότητες της σκηνοθεσίας των ηθοποιών του. Οι χαρακτήρες του διαθέτουν περισσότερο περιγραφές με ευδιάκριτα χαρακτηριστικά (φυγάς, λολίτα, ρατσιστής, εκπρόσωπος της διεφθαρμένης εξουσίας, παπάς) παρά ονόματα, και τείνουν να αλληλεπιδρούν μέσω αυτών, προσδίδοντας στο γενικότερο κλίμα και ύφος του φιλμ μια αφηρημένη χροιά και μια αποσπασματικότητα – αν και το «απομονωμένο σκηνικό» στο οποίο εξελίσσεται του παρέχει το άλλοθι να μην υποχρεούται να μοιάζει απόλυτα ρεαλιστικό. Η ερμηνεία του Scott επιχειρεί κάτι γενναίο (και ενδεχόμενα «επιζήμιο» για την καριέρα του) : ενσαρκώνει έναν παιδεραστή, χαρακτήρα που το κινηματογραφικό κοινό – κι ας βρισκόμαστε στις αρχές του ’60 – δεν είχε μάθει ακόμα να αποδέχεται!



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου