Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2022

Night of the Living Dead 1968

Night of the Living Dead 1968

Η νύχτα των ζωντανών νεκρών


Σκηνοθεσία: George A. Romero

Σενάριο: John A. Russo, George A. Romero

Είδος: Horror ΔΕ 60, Thriller

Διάρκεια: 1h 36m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Duane Jones: Ben

Judith O'Dea: Barbra

Karl Hardman: Harry Cooper

Marilyn Eastman: Helen Cooper

Keith Wayne: Tom

Judith Ridley: Judy

 

Μία ομάδα αγνώστων θα ταμπουρωθεί σε παλιά αγροικία, σε μια προσπάθεια να ξεφύγει από τις ορδές των απέθαντων που λυμαίνονται τους δρόμους. Με τον κίνδυνο να καραδοκεί έξω από το σπίτι και με τις διαπροσωπικές κόντρες στο εσωτερικό να δυσχεραίνουν την ήδη τεταμένη κατάσταση, οι επιζήσαντες θα πρέπει τώρα να βρουν έναν τρόπο να γλιτώσουν πριν γίνουν το επόμενο γεύμα των αιμοδιψών ζόμπι.

Έτος 1968. Οκτώ χρόνια μετά την αποφοίτησή του από το Πανεπιστήμιο, ένας νεαρός ονόματι Τζόρτζ Α. Ρομέρο θα γράψει και θα σκηνοθετήσει (αναλαμβάνοντας παράλληλα χρέη φωτογράφου, μοντέρ και παραγωγού) την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, ένα ανεξάρτητο φιλμ που έμελλε να γράψει κινηματογραφική και πολιτισμική ιστορία ως μία από τις πιο επιτυχημένες εισπρακτικά παραγωγές του ανεξάρτητου σινεμά, που έθεσε μια και καλή τα θεμέλια της σύγχρονης pop κουλτούρας σχετικά με τα ζόμπι, διατηρώντας μέχρι και σήμερα τα ηνία στο ευφάνταστο είδος του κινηματογραφικού – και όχι μόνο – τρόμου. Και ο τίτλος αυτής… «Η Νύχτα των Ζωντανών Νεκρών».

Η Μπάρμπρα και ο Τζόνι ταξιδεύουν μέχρι τη μακρινή Πενσιλβανία προκειμένου να επισκεφθούν τον τάφο του πατέρα τους. Εκεί θα έχουν μια τρομακτική συνάντηση με έναν άνδρα ο οποίος τους επιτίθεται εντελώς ξαφνικά, αναγκάζοντας την Μπάρμπρα να το βάλει στα πόδια. Η σωτηρία της βρίσκεται κάμποσα μέτρα παραπέρα, σε μια εγκαταλελειμμένη αγροτική κατοικία όπου θα γνωρίσει τον Μπεν, έναν άνδρα που με τη σειρά του έχει μόλις γλιτώσει από τις δολοφονικές επιθέσεις τυχαίων ατόμων που μοιάζουν να έχουν χάσει τα λογικά τους. Σε μια προσπάθεια να καταλάβουν τι συμβαίνει στον κόσμο εκεί έξω, η Μπάρμπρα και ο Μπεν θα συνειδητοποιήσουν πως δεν είναι οι μόνοι που έχουν καταφέρει να επιβιώσουν – μέχρι στιγμής – από την αιματηρή τρέλα που έχει κυριεύσει τον πληθυσμό, μετατρέποντας σχεδόν τους πάντες σε ανθρωποφάγα τέρατα. Για να ζήσουν τώρα θα πρέπει να κυριαρχήσει η λογική και η ψυχραιμία, πόσο εύκολο όμως είναι αυτό όταν οι δεκάδες νεκροί που πολιορκούν το σπίτι απαιτούν ζεστή σάρκα και αίμα;

Βλέποντας κανείς σήμερα την ταινία του Ρομέρο μπορεί εύκολα να διαπιστώσει τους λόγους για τους οποίους το επακόλουθο cult status της και το τεράστιο fan base που απέκτησε προοδευτικά μέσα στα χρόνια, μοιάζουν να δικαιολογούν άψογα τη διαχρονικότητα της «απέθαντης» φιλοσοφίας και τη ριζοσπαστικότητα ενός ευφυούς κοινωνικοπολιτικού σχολίου δια χειρός του ίδιου του δημιουργού της. Η ιδέα της νεκροζώντανης οντότητας δεν αποτέλεσε σύλληψη του Ρομέρο, αλλά προϋπήρχε ως θεματική, ήδη από τη δεκαετία του ’30, τόσο στο σινεμά του φανταστικού (το «White Zombie» του Βίκτορ Χάλπεριν με πρωταγωνιστή τον Μπέλα Λουγκόζι αποτελεί ένα από τα πρώιμα παραδείγματα) όσο και στη λογοτεχνία του τρόμου, με τον «Ζωντανό Θρύλο» του Ρίτσαρντ Μάθεσον να αποτελεί και μία από τις βασικές πηγές έμπνευσης της «Νύχτας» του Ρομέρο. Εντούτοις, η ουσιαστική διαφοροποίηση στη σεναριακή προσέγγιση εδώ έγκειται στο γεγονός πως ο Ρομέρο επιχείρησε να χρησιμοποιήσει τη δική του εκδοχή των πεινασμένων απέθαντων (η λέξη «ζόμπι» δεν ακούγεται ποτέ στην ταινία) προκειμένου να καταδείξει, μεταξύ άλλων, το φαινόμενο του υπερκαταναλωτισμού στην Αμερική, μια κατάσταση που κατά την περίοδο της δεκαετίας του ’50 και των αρχών του ’60 έφτασε σε δυσθεώρητα ύψη. Αυτή η μεταφορική κατάδειξη της διάθεσης του μέσου Αμερικανού για «εγχώριο αυτο-κανιβαλισμό» υπό τη μορφή του υλικού «φαγώματος» έγινε ακόμα πιο ευδιάκριτη δέκα χρόνια αργότερα, όταν ο Ρομέρο επέστρεψε με το sequel «Το Ξύπνημα των Νεκρών», αυτή τη φορά μεταφέροντας το πεδίο δράσης των ηρώων του από το παρατημένο αγρόκτημα σε ένα έρημο εμπορικό κέντρο.

Δεδομένων των φυλετικών αναταραχών που κυριαρχούσαν εκείνη την εποχή στην Αμερική, με αποκορύφωμα τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ (η ταινία κυκλοφόρησε λίγο καιρό μετά τον θάνατό του), η αντισυμβατική επιλογή του Ρομέρο για έναν μαύρο πρωταγωνιστή είχε θεωρηθεί από πολλούς ως στοχευμένη κίνηση, παρά το γεγονός πως ο ίδιος είχε παραδεχθεί ότι ο Ντουέιν Τζόουνς είχε απλώς την καλύτερη audition. Ακόμα και έτσι, πάντως, η διάθεση για έναν ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό σχολιασμό είναι εμφανής, ιδιαίτερα σε συνάρτηση με το τέλος της ταινίας, το οποίο αφήνεται (κατά κάποιον τρόπο) ανοιχτό σε ερμηνείες τόσο σεναρίου όσο και… χρώματος. Πέρα και πάνω από την υποδειγματική συμβολική αναπαράσταση μιας ζοφερής πραγματικότητας (κι ενός ακόμη ζοφερότερου μέλλοντος), ο Ρομέρο υπογράφει εδώ μαζί με τον συν-σεναριογράφο του, Τζον Α. Ρούσο, μία υποδειγματική ιστορία, συστήνοντας έναν από τους πιο ορθολογιστές ήρωες στο σινεμά του τρόμου, μία συνθήκη διόλου απλή μιας που οι χαρακτήρες τού εν λόγω είδους έχουν διαρκώς μια τάση (ας πούμε) προς το ανόητο και την υπερβολή. Εδώ, ο Τζόουνς υποδύεται με κοφτερή ακρίβεια έναν άνδρα που έχει τον έλεγχο της κατάστασης και αξιοποιεί τα πάντα γύρω του προκειμένου να επιτύχει τον σκοπό του: να παραμείνει ζωντανός. Βλέποντας την ταινία σήμερα, γίνεται ακόμη πιο αντιληπτό το τεράστιο επίτευγμα του Ρομέρο σε επίπεδο σκηνοθεσίας και παραγωγής, ιδιαίτερα όταν ξεκινούν οι συγκρίσεις με τη «fast-food» βιομηχανία των ταινιών ζόμπι που μοιάζει να έχει ξεχάσει ότι ο πραγματικός τρόμος δεν βρίσκεται στο αίμα και το gore, αλλά στην ύστατη συνειδητοποίηση ότι το μοναδικό πράγμα που απομένει να καταναλώσουμε πια είναι οι ίδιοι μας οι εαυτοί. 

WAIT UNTIL DARK 1967

WAIT UNTIL DARK 1967

Περίμενε Μέχρι Να Νυχτώσει


                                             Σκηνοθεσία: Terence Young

Σενάριο: Frederick Knott, Robert Carrington

Jane-Howard Hammerstein

Είδος: Thriller, Horror ΔΕ 60

Διάρκεια: 1h 48m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Audrey Hepburn: Susy Hendrix

Alan Arkin: Roat / Roat Jr. / Roat Sr.

Richard Crenna: Mike Talman

Efrem Zimbalist Jr: Sam Hendrix

Jack Weston: Carlino

Samantha Jones: Lisa

 

Θρίλερ της Warner σε σκηνοθεσία Τέρενς Γιανγκ, με τους Ώντρεϋ Χέπμπορν, Άλαν Άρκιν, Ρίτσαρντ Κρέννα, Τζακ Γουέστον, Τζούλι Χέροντ, Έφρεμ Ζίμπαλιστ Τζούνιορ.

Τρεις κακοποιοί χειραγωγούν μία τυφλή γυναίκα στο διαμέρισμά της καθώς ψάχνουν μια κούκλα γεμάτη ηρωίνη, την οποία μια συνεργός τους πέρασε στη Νέα Υόρκη από τον Καναδά.

Ένα "χιτσκοκικού" ύφους θεατρικό έργο του Φρέντερικ Νοτ διασκευάζεται για το σινεμά από το σεναριακό (και συζυγικό) ζεύγος Ρόμπερτ και Τζέην-Χάουαρντ Κάρρινγκτον σε ένα φιλμ αγωνίας και υποδειγματικής κλιμάκωσης. Γυρισμένο όλο σχεδόν στο ημιυπόγειο διαμέρισμα της τυφλής Σούζι Χέντριξ και του φωτογράφου συζύγου της, το φιλμ (που σκηνοθέτησε ο Τέρενς Γιανγκ, στα ντουζένια του μετά από τρεις ταινίες Τζέημς Μποντ) λειτουργεί ως ωρολογιακή βόμβα ακριβείας, με τα λεπτά να περνούν αδίστακτα και την ψυχολογική πίεση που αυτοί οι τρεις άγνωστοι ασκούν στην αθώα και ανίδεη γυναίκα να περνά αβίαστα και στον θεατή που όσο περνά η ώρα τόσο πιο άβολα νιώθει στην καρέκλα του. Το σενάριο (όπως φαντάζομαι και το θεατρικό) δεν αφήνει καμία ένδειξη και κανένα στοιχεία ανεκμετάλλευτο και επανέρχεται για να σου τρίψει κατάμουτρα όλα όσα θεωρείς ότι εσύ έχεις εντοπίσει, στερώντας σου άρα και κάθε ελπίδα διαφυγής.

Η ταινία βέβαια έχει και ηθοποιούς, δεν είναι τυχαία τόσο συναρπαστική. Από τη μία, η η Ώντρεϋ Χέπμπορν, με μια ερμηνεία που την έφτασε μέχρι την υποψηφιότητα για Όσκαρ Α' Γυναικείου, κατορθώνει και περνά σταδιακά την ανησυχία, τον πανικό και τον τρόμο της σε εμάς, καθώς συνειδητοποιεί όλα όσα εμείς έχουμε ήδη δει και γνωρίζουμε ενώ εκείνη αγνοεί. Το παιχνίδι με την τυφλή πρωταγωνίστρια δουλεύει αμφίρροπα, αφού δεν είναι μόνο η ανησυχία που εμείς ως θεατές νιώθουμε για εκείνη αλλά και ο φόβος της με κάθε νέο στοιχείο που εντοπίζει, ο οποίος γυρίζει διπλός σε εμάς. Καλοδουλεμένες εξίσου είναι και οι ερμηνείες των τριών εγκληματιών, με ξεχωριστή αυτήν του Άλαν Άρκιν, ο οποίος αποτυπώνεται εξαιρετικά απειλητικός σε κάθε εμφάνισή του στην οθόνη. Κι όταν φτάνουμε στο σημείο που η απροστάτευτη Σούζι πολεμά για τη ζωή της, τότε μπαίνουμε σε ένα συναρπαστικό τρίτο μέρος που οδηγεί και σε ένα αξέχαστο τελευταίο εικοσάλεπτο αξεπέραστης αγωνίας. 

Quatermass and the Pit 1967

Quatermass and the Pit 1967

Το τέλος του κόσμου


Σκηνοθεσία: Roy Ward Baker

Σενάριο: Nigel Kneale

Είδος: Horror ΔΕ 60, Mystery, Sci-Fi, Thriller

Διάρκεια: 1h 37m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

James Donald: Doctor Roney

Andrew Keir: Quatermass

Barbara Shelley: Barbara Judd

Julian Glover: Colonel Breen

Duncan Lamont: Sladden

Bryan Marshall: Captain Potter 

Στο κέντρο του Λονδίνου γίνονται έργα για την επέκταση του μετρό, ώσπου η σκαπάνη πέφτει σε αρχαιολογικής αξίας ευρήματα. Ομάδα αρχαιολόγων σπεύδει να εξετάσει τα κρανία και καταλήγει στο συμπέρασμα πως πρόκειται για οστά ηλικίας 5.000.000 ετών. Ο καθηγητής Κουότερμας, υπεύθυνος του βρετανικού διαστημικού προγράμματος, καταφτάνει στον τόπο, την στιγμή που ανεγείρεται από το χώμα ένα περίεργο σκάφος, φτιαγμένο από άγνωστο υλικό. Τα πρώτα στοιχεία αποδεικνύουν την εξωγήινη προέλευση του και το μυστήριο αποκτά επικίνδυνες διαστάσεις, όταν περίεργα φαινόμενα κάνουν την εμφάνισή τους και αναστατώνουν επιστήμονες και στρατό. Ίσως υπάρχει κάποια σύνδεση ανάμεσα στην εξωγήινη προέλευση του σκάφους, την ηλικία των ανθρωπίνων ευρημάτων και τις εικασίες που θέλουν στην περιοχή, επί σειρά ετών, να εμφανίζονται δαιμονικά φαντάσματα. 

Operazione Paura 1964

Operazione Paura 1964

Σκότωσε μωρό μου. Σκότωσε


Σκηνοθεσία: Mario Bava

Σενάριο: Romano Migliorini, Roberto Natale, Mario Bava

Είδος: Horror ΔΕ 60, Mystery, Mario Bava

Διάρκεια: 1h 23m

Γλώσσα: Ιταλικά

Παίζουν:

Giacomo Rossi Stuart: Dr. Paul Eswai (as Giacomo Rossi-Stuart)

Erika Blanc: Monica Schuftan

Fabienne Dali: Ruth (as Fabienne Dalì)

Piero Lulli: Inspector Kruger

Luciano Catenacci: Burgomeister Karl (as Max Lawrence)

Micaela Esdra: Nadienne

Franca Dominici: Martha

 

Ο Δρ Eswai καλείται από τον επιθεωρητή Κρούγκερ σε ένα μικρό χωριό για να πραγματοποιήσει αυτοψία σε μια γυναίκα που πέθανε κάτω από ύποπτες συνθήκες. Παρά τη βοήθεια της Ρουθ, της μάγισσας του χωριού, ο Κρούγκερ σκοτώνεται και αποκαλύπτεται ότι η νεκρή γυναίκα, όπως και άλλοι χωρικοί, έχουν σκοτωθεί από το φάντασμα της Μελίσας, μιας νεαρής κοπέλας που τρέφεται από το μίσος της θλιμμένης μητέρας της, Η βαρόνη Γκραπς, παίρνει την εκδίκησή της. Ο Δρ Eswai, μαζί με τη Monica, μια τοπική νοσοκόμα, παρασύρονται σε μια μοιραία αντιπαράθεση στο Villa Graps. 

Nightmare 1964

Nightmare 1964

Ο Εφιάλτης Του Τρίτου Ορόφου


Σκηνοθεσία: Freddie Francis

Σενάριο: Jimmy Sangster

Είδος: Horror ΔΕ 60, Mystery, Thriller

Διάρκεια: 1h 22m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

David Knight: Henry Baxter

Moira Redmond: Grace Maddox

Jennie Linden: Janet

Brenda Bruce: Mary Lewis

George A. Cooper: John

Clytie Jessop: Woman in White

Irene Richmond: Mrs. Gibbs

 

Η Janet είναι μία κοπέλα που βασανίζεται από τρομερούς εφιάλτες, αφού έχει βιώσει ένα πολύ τραυματικό γεγονός στη ζωή της: Όταν ήταν μικρή, είδε τη μητέρα της να μαχαιρώνει τον πατέρα της την ημέρα των γενεθλίων της. Τώρα είναι εσώκλειστη σε σχολείο, αλλά επειδή ο διαταραγμένος της ύπνος αποτελεί μεγάλο πρόβλημα, τη στέλνουν πίσω στο σπίτι της, στο οποίο έχει απομείνει η οικονόμος του σπιτιού και ο σοφέρ. Η μητέρα της είναι κλεισμένη σε ψυχιατρική κλινική, ενώ το σπίτι συχνά επισκέπτεται και ο κηδεμόνας της Janet, ένας νεαρός δικηγόρος. Όταν όμως εκείνη φτάνει στο σπίτι, αντί να βελτιωθεί γίνεται πολύ χειρότερα, και πλέον εκτός από τους εφιάλτες με τη μητέρα της βλέπει και μία μυστηριώδη γυναίκα ντυμένη στα λευκά να περιφέρεται στο σπίτι και αυτό είναι τόσο ρεαλιστικό, που αδυνατεί να καταλάβει τι είναι όνειρο και τι πραγματικότητα. Έχει αρχίσει όντως να τρελαίνεται ή μήπως κάτι άλλο συμβαίνει;

Ανατροπή πάνω στην ανατροπή έχει αυτή η ωραία ταινία της Hammer. Σασπενς, πολύ καλή εφιαλτική ατμόσφαιρα, ενώ πολύ ωραία είναι και η μουσική της ταινίας. 

Hush...Hush, Sweet Charlotte 1964

Hush...Hush, Sweet Charlotte 1964

Το μυστικό της Σαρλότ


Σκηνοθεσία: Robert Aldrich

Σενάριο: Henry Farrell, Lukas Heller

Είδος: Crime, Drama, Mystery, Thriller, Horror ΔΕ 60

Διάρκεια: 2h 13m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Bette Davis: Charlotte

Olivia de Havilland: Miriam

Joseph Cotton: Drew

Agnes Moorehead : Velma

Cecil Kellaway: Harry

Victor Buono: Big Sam

Mary Astor: Jewel

Wesley Addy: Sheriff

 

Η ταινία Το μυστικό της Σάρλοτ (Πρωτότυπος Τίτλος Hush... Hush, Sweet Charlotte) είναι θρίλερ παραγωγής 1964 σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Όλντριτς και με πρωταγωνιστές τους Μπέτι Ντέιβις, Ολίβια Ντε Χάβιλαντ, Τζόζεφ Κότεν, Άγκνες Μούρχεντ και Μαίρη Άστορ[1].

Η ταινία που μεταφέρθηκε για τη μεγάλη οθόνη από τους Λούκας Χάλερ και Χένρι Φάρελ, είναι βασισμένη σε διήγημα του ιδίου του Φάρελ με τίτλο What Ever Happened To Cousin Charlotte. Η ταινία έλαβε 7 υποψηφιότητες για βραβείο Όσκαρ.

Υπόθεση

Το 1927, η νεαρή καλλονή Σάρλοτ Χόλλις (Μπέτι Ντέιβις) και ο παντρεμένος εραστής της, Τζον Μέιχιου (Μπρους Ντερν), σχεδιάζουν να δραπετεύσουν κατά την διάρκεια μιας γιορτής στην οικογενειακή κατοικία των Χόλλις στην Ενορία Ασένσιον, Λουιζιάνα. Όμως αφότου ο πατέρας την Σάρλοτ τον εκφοβίζει, λέγοντάς του ότι η σύζυγος του τον είχε επισκεφθεί την προηγούμενη ημέρα και του είχε αποκαλύψει τον δεσμό, ο Τζον υποκρίνεται ότι δεν αγαπά πλέον τη Σάρλοτ και της λέει ότι πρέπει να χωρίσουν.

Ο Τζον τότε δολοφονείται άγρια και αποκεφαλίζεται μέσα στο σπίτι με έναν μπαλτά, ενώ ακρωτηριάζεται και το χέρι του. Η Σάρλοτ ανακαλύπτει το πτώμα και επιστρέφει στη γιορτή αποσβολωμένη, τραυματισμένη, με ματωμένο το φόρεμά της, οδηγώντας τους περισσότερους στο να πιστέψουν ότι εκείνη είναι η δολοφόνος.

Η ιστορία κάνει άλμα στο 1964. Η Σάρλοτ είναι τώρα μια πλούσια γεροντοκόρη, που ζει ακόμα στην φυτεία της Ενορίας Ασένσιον η οποία ανήκει επί γενεές στην οικογένειά της. Ο πατέρας της Σάρλοτ πέθανε ένα χρόνο μετά τον φόνο του Μέιχιου, θεωρώντας την κόρη του ένοχη. Η Σάρλοτ πιστεύει όλα αυτά τα χρόνια ότι ο πατέρας της σκότωσε τον Μέιχιου, αλλά όλοι οι άλλοι θεωρούν ότι ήταν η Σάρλοτ, η μοναχική τρελή,, που αποκεφάλισε τον εραστή της.

Η ιστορία συνεχίζει καθώς η Επιτροπή Αυτοκινητοδρόμων της Λουιζιάνα προετοιμάζεται να κατεδαφίσει το σπίτι και να χτίσει έναν νέο αυτοκινητόδρομο μέσα από το κτήμα. Η Σάρλοτ είναι σφόδρα εναντίον αυτής της προοπτικής και αγνοεί την εντολή έξωσης, αρνούμενη να φύγει. Κρατά μακριά τον επιστάτη (Τζορτζ Κένεντι), το συνεργείο κατεδάφισης, και την μπουλντόζα πυροβολώντας προς το μέρος τους με ένα τουφέκι. Προσωρινά εγκαταλείπουν και φεύγουν.

Η Σάρλοτ μένει με την οικονόμο της, Βέλμα (Άγκνες Μούρχεντ), στην κατοικία των Χόλλις. Αναζητώντας βοήθεια εναντίον της Επιτροπής Αυτοκινητοδρόμων, καλεί την Μίριαμ (Ολίβια ντε Χάβιλαντ), μια φτωχή εξαδέλφη που ζούσε με την οικογένεια όταν ήταν κορίτσι. Η Μίριαμ ανανεώνει την σχέση της με τον Ντρου Μπέιλις (Τζόζεφ Κόττεν), έναν τοπικό γιατρό ο οποίος την άφησε μετά τον φόνο.

Η ψυχική υγεία της Σάρλοτ βαίνει προς το χείρον από την στιγμή που φθάνει η Μίριαμ. Οι νύχτες της στοιχειώνονται από ένα μυστηριώδες τσέμπαλο που παίζει το τραγούδι που ο Μέιχιου έγραψε για εκείνη και από το ακρωτηριασμένο χέρι του και το κεφάλι του. Η Βέλμα, υποπτευόμενη ότι η Μίριαμ και ο Ντρου εποφθαλμιούν τα χρήματα της Σάρλοτ, αναζητά βοήθεια από τον κύριο Ουίλλις (Σέσιλ Κάλλαγουεϊ), έναν ασφαλιστικό ερευνητή που ενδιαφέρεται ακόμα για την υπόθεση Μέιχιου και ο οποίος έχει επισκεφθεί την καταπονημένη χήρα του Μέιχιου, Τζούελ (Μέρι Άστορ).

Η Μίριαμ απολύει την Βέλμα, η οποία αργότερα επιστρέφει και ανακαλύπτει ότι στην Σάρλοτ χορηγούνται ψυχοτρόπες ουσίες. Η Μίριαμ βλέπει την οικονόμο να προσπαθεί να βγάλει την Σάρλοτ από το σπίτι. Οι δύο τους φιλονικούν στην κορυφή της σκάλας. Η Βέλμα προσπαθεί να δραπετεύσει αλλά η Μίριαμ γνωρίζοντας ότι η Βέλμα έχει ανακαλύψει τα φάρμακα, την χτυπά με μια καρέκλα στο κεφάλι. Η Βέλμα κατρακυλά στη σκάλα βρίσκοντας τον θάνατο.

Μία νύχτα, η Σάρλοτ υπό την επήρεια των φαρμάκων κατεβαίνει την σκάλα εν μέσω μιας παραίσθησης, πιστεύοντας ότι ο Τζον έχει επιστρέψει κοντά της. Η Μίριαμ και ο Ντρου αποφασίζουν να κάνουν την Σάρλοτ να πιστέψει ότι πυροβόλησε τον Ντρου με ένα όπλο, το οποίο στην πραγματικότητα ρίχνει άσφαιρα. Μετά η Μίριαμ βοηθά στο να εγκαταλείψουν το "πτώμα" σε ένα βάλτο. Η Σάρλοτ επιστρέφει στο σπίτι και βλέπει τον υποτιθέμενα νεκρό Ντρου στην κορυφή της σκάλας, πέφτοντας σε παράνοια.

Τώρα νομίζοντας την Σάρλοτ εντελώς τρελή και ασφαλή στο δωμάτιό της, η Μίριαμ και ο Ντρου πηγαίνουν στον κήπο και συζητούν το σχέδιό τους να οδηγήσουν την Σάρλοτ στην τρέλα για να πάρουν τα χρήματά της. Η Μίριαμ επίσης λέει στον Ντρου ότι το 1927 είδε την Τζούελ Μέιχιου να δολοφονεί τον σύζυγό της. Παραδέχεται ότι χρησιμοποιεί αυτή της την γνώση για να εκβιάζει την Τζούελ όλα αυτά τα χρόνια, ενώ σχεδιάζει να πάρει τα πλούτη της Σάρλοτ.

Η Σάρλοτ κρυφακούει τα πάντα. Κινείται προς μια τεράστια πέτρινη γλάστρα στο περβάζι του μπαλκονιού, σχεδόν κατακόρυφα πάνω από τα κεφάλια των εραστών. Η Μίριαμ αγκαλιάζει τον Ντρου, μετά οι δύο τους κοιτούν πάνω προς τα μάτια της Σάρλοτ, η οποία πλέον τα έχει καταλάβει όλα. Παραλύουν στη θέα της Σάρλοτ να σπρώχνει την γλάστρα από το περβάζι, η πτώση της οποίας τους σκοτώνει αμφότερους.

       Το επόμενο πρωί, οι αρχές παίρνουν την Σάρλοτ, πιθανόν σε άσυλο ψυχικά ασθενών. Πολλοί γείτονες και ντόπιοι συγκεντρώνονται στην οικία Χόλλις για να παρακολουθήσουν την διαδικασία, πιστεύοντας ότι η τρελή Σάρλοτ ξαναδιέπραξε φόνο. Ο Ουίλλις της δίνει ένα φάκελο από την νεκρή πια Τζούελ Μέιχιου, η οποία έπαθε καρδιακή προσβολή αφότου έμαθε τα περιστατικά της προηγούμενης νύχτας. Το σημείωμα περιέχει την ομολογία της Τζούελ για την δολοφονία του συζύγου της. Καθώς οι αρχές οδηγούν την Σάρλοτ έξω από τον περίβολο του σπιτιού, εκείνη κοιτάζει πίσω την αγαπημένη της φυτεία, μάλλον για τελευταία φορά. 

Danza macabre 1964

Danza macabre 1964

Μακάβριος Χορός


Σκηνοθεσία: Antonio Margherit, iSergio Corbucci

Σενάριο: Giovanni Grimaldi, Bruno Corbucci

Είδος: Horror ΔΕ 60

Διάρκεια: 1h 27m

Γλώσσα: Ιταλικά

Παίζουν:

Barbara Steele: Elisabeth Blackwood

Georges Rivière: Alan Foster

Margrete Robsahm: Julia Alert

Arturo Dominici: Dr. Carmus (as Henry Kruger)

Silvano Tranquilli: Edgar Allan Poe (as Montgomery Glenn)

Sylvia Sorrente: Elsi Perkings (as Sylvia Sorrent)

Umberto Raho: Lord Thomas Blackwood

 

Υπόθεση: Ένας συγγραφέας αποδέχεται το στοίχημα να περάσει μια νύχτα σε ένα στοιχειωμένο κάστρο. Μόλις πέσει η νύχτα, οι δολοφονημένοι μέσα στο κάστρο επιστρέφουν στη ζωή, ξαναζούν τους θανάτους τους και προσπαθούν να σκοτώσουν τον συγγραφέα, καθώς πιστεύουν ότι το αίμα του θα τους βοηθήσει να μείνουν ζωντανοί πέρα από ένα βράδυ.

Θεματικά με έντονες επιρροές από τα έργα του Poe και φέρνοντας στο μυαλό εικόνες από τις ταινίες τρόμου της Universal και των πρώτων ταινιών της Hammer, το Castle of Blood αποτελέι μια από τις πιο καλές ταινίες του, ανερχόμενου τότε, ιταλικού τρόμου. To Castle of Blood έχει ως βάση το, όχι και τόσο πρωτότυπο, concept του στοιχειωμένου σπιτιού και φυσικά κινείται πάνω στα γνωστά μονοπάτια και τα κλισέ του είδους. Όμως, ο σκηνοθέτης Antonio Margheritti, καταφέρνει να δημιουργήσει ένα πολύ καλό αποτέλεσμα, βασιζόμενος κυρίως στην δημιουργία μιας εξαιρετικής ατμόσφαιρας. Η γοτθική αίσθηση του τρόμου, είναι φυσικά κάτι που θα περίμενε και ο πιο αμύητος στα θρίλερ θεατής, αλλά ο Margheritti καταφέρνει και την ντύνει με μια απόκοσμη, υπνωτική ομορφιά που χαρίζει στο τελικό αποτέλεσμα μια μυστικιστική γοητεία. Με την εξαιρετική χρήση των σκιών και του φωτισμού και την επιβλητική κινηματογράφηση των εσωτερικών χώρων, ο σκηνοθέτης στήνει ένα αξιοπρεπές μυστήριο και μια κλιμακούμενη αγωνία, που καταφέρνει να κρατήσει τον θεατή παρά τους σχετικά αργούς ρυθμούς της ταινίας. Η ατμόσφαιρα του Castle of Blood είναι ένας συνδυασμός ονειρικής αύρας και εφιαλτικής διάθεσης, γεγονός που δείχνει πόσο επιδραστικό ήταν το προγενέστερο Black Sunday του Bava, που χαρίζει στην ταινία ένα έντονο κλειστοφοβικό κλίμα και μια ανατριχιαστική αίσθηση απειλής. Η πανέμορφη ασπρόμαυρη φωτογραφία χαρίζει την αιθέρια ανατριχίλα που είχαν οι παλιότερες ταινίες τρόμου της δεκαετίας του '40 και ο Margheritti την εκμεταλλεύεται στο ακέραιο με την όμορφη χρήση της κάμερας που διακρίνεται από μια απαλή κίνηση, κάποιες περίεργες κλίσεις στα πλάνα και μια στρεβλωτική οπτική που προκαλεί ένα έντονο αίσθημα αποπροσανατολισμού. Η αναπαράσταση των φόνων γίνεται με μια νωχελικά εκλεπτυσμένη διάθεση δίνοντας στα πλάνα μια απόκοσμη αύρα και κάνοντας, εν τέλει, τις σκηνές να μοιάζουν με μια ακολουθία, σχεδόν χορογραφημένων, εικόνων. Βέβαια υπάρχουν και τα απαραίτητα αισθηματικά ιντερλούδια, που όμως δεν καταφέρνουν και πολλά πράγματα, αφού παρά το γεγονός ότι προσθέτουν μια διάθεση γοτθικού ρομαντισμού, στην πλειονότητά τους μοιάζουν αμήχανα. Επιπλέον, ο Margheritti αφήνει κάποιο χώρο στους χαρακτήρες της ταινίας ώστε να αποκτήσουν υπόσταση και να μην αποτελούν απλά σιλουέτες που κινούνται ανάμεσα στα σκηνικά, παρουσιάζοντας με αρκετά ανάγλυφο τρόπο τα συναισθήματα απειλής, απόγνωσης και μελαγχολίας. Η συνταγή περιέχει και αρκετά στοιχεία λανθάνοντα ερωτισμού και αποκλίνουσας σεξουαλικότητας, που δίνει μια πιο ενήλικη αισθητική στο τελικό αποτέλεσμα. Γενικότερα, το Castle of Blood, είναι μια εξαιρετική ταινία του πρώιμου ιταλικού τρόμου, γεμάτη με γοτθικό αισθησιασμό και εφιαλτική ατμόσφαιρα, που πατάει γερά πάνω στα θεμέλια που είχε στήσει ο Bava.