Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2022

Paranoiac 1963

Paranoiac 1963

1963Δυο Μάτια Γεμάτα Πόνο

 


Σκηνοθεσία: Freddie Francis

Σενάριο: Jimmy Sangster, Josephine Tey

Είδος: Horror ΔΕ 60, Drama, Mystery

Διάρκεια: 1h 20m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Janette Scott: Eleanor Ashby

Oliver Reed: Simon Ashby

Sheila Burrell: Aunt Harriet

Maurice Denham: John Kossett

Alexander Davion: Tony Ashby

Liliane Brousse: Françoise 

Ο για χρόνια χαμένος Tony Ashby εμφανίζεται ξαφνικά ζωντανός στο πατρικό του σπίτι, αλλά τόσο η θεία του όσο και ο αλκοολικός αδελφός του πιστεύουν ότι είναι απατεώνας που θέλει να βάλει χέρι στην οικογενειακή περιουσία εκμεταλλευόμενος την εύθραυστη ψυχική κατάσταση της μικρής τους αδελφής.

Κλασικό θρίλερ μυστηρίου από την κορυφαία περίοδο της Hammer, το PARANOIAC είναι σίγουρα μια από τις καλύτερες ταινίες τόσο του αγαπημένου Freddie Francis όσο και του πρωταγωνιστή Oliver Reed. Βασισμένη στο βιβλίο της Josephne Tey, η ταινία κυκλοφόρησε σαν 2η σε double bill μαζί με το καταπληκτικό KISS OF THE VAMPIRE, αλλά βλέποντάς την κανείς σήμερα λογικά αναρωτιέται γιατί μια τόσο καλή ταινία δεν μπορούσε να σταθεί άνετα και μόνη της.

Η υπόθεση ασχολείται με την πάμπλουτη Βρετανική οικογένεια των Ashby που χτυπήθηκε αλύπητα από την μοίρα όταν και οι δύο γονείς έχασαν τη ζωή τους αφήνοντας τα 3 παιδιά με την θεία Harriet (Sheila Burrell) η οποία εκτός από την οικογενειακή περιουσία έπρεπε να φροντίσει τον αλκοολικό Simon (Oliver Reed) και την διαταραγμένη από το θάνατο των γονιών της Eleanor (Janette Scott). Σαν να μην έφταναν αυτά, ήρθε λίγα χρόνια μετά και η αυτοκτονία της φωνής της λογικής της οικογένειας, του μεγάλου αδελφού Tony (Alexander Devion), η οποία έσπρωξε στην παράνοια την Eleanor που 8 χρόνια μετά ζει υπό τη φροντίδα της ιδιωτικής νοσοκόμας Franηoise (Liliane Brousse) και βρίσκεται γενικά κλεισμένη στο δωμάτιό της.

Όμως μια μέρα που η Eleanor αποφασίζει να τελειώσει τη ζωή της πηδώντας από ένα γκρεμό, σαν από μηχανής θεός την σώζει ο εξαφανισμένος και υποτίθεται νεκρός αδελφός της Tony, ο οποίος επιστρέφει στο σπίτι υπό το δύσπιστο βλέμμα της θείας του και του Simon,οι οποίοι πιστεύουν ότι είναι απατεώνας που απλώς μοιάζει με τον χαμένο Tony και έχει σαν απώτερο στόχο την περιουσία της οικογένειας. Όμως η Eleanor δεν πείθεται και πέφτει με τα μούτρα πάνω στον Tony. Είναι όμως αυτός ο πραγματικός αδελφός της, κι αν όχι τι απέγινε ο αληθινός Tony Ashby;

Η ταινία ξεκινάει χωρίς χρονοτριβές με τις απολύτως αναγκαίες εισαγωγές στους διάφορους χαρακτήρες και μια αρχική ματιά στον ψυχισμό τους αλλά και στο ιστορικό υπόβαθρο της υπόθεσης. Αυτό το στιλ συνεχίζεται μέχρι το πρώτο μισάωρο όπου και κάνει την εμφάνισή του ο χαμένος Tony και αλλάζει τα δεδομένα της ταινίας αλλά και το ειδικό ενδιαφέρον της συγκεκριμένης θεματικής ενότητας. Μέχρι τότε, οι θεατές απολάμβαναν κυρίως τον καταπληκτικό Oliver Reed σε μια από τις ερμηνείες που δυστυχώς για τον ίδιο χαρακτήρισαν την πραγματική του ζωή, όπου ο Βρετανός ηθοποιός υπήρξε διαβόητος για την σχέση του με το αλκοόλ και τις καταχρήσεις.

Άξια συμπαραστάτης του Reed η πανέμορφη Janette Scott σε μια άκρως ρεαλιστική ερμηνεία, όπως και η Sheila Burrell στο ρόλο της μυστηριώδους θείας Harriet. Οι τρεις αυτοί χαρακτήρες κρατάνε στα χέρια τους ολόκληρη την ταινία στο πρώτο μέρος της και αυξάνουν το ενδιαφέρον κατακόρυφα σε συνδυασμό με τις σεναριακές εναλλαγές θέματος και ύφους που είναι ασταμάτητες από την εμφάνιση του Alexander Devion στο ρόλο του χαμένου Tony και μετά.

Το ζουμί έρχεται στο τελευταίο 40λεπτο, που περιέχει όλη την ποιότητα που θα περίμενε κανείς από μια ταινία της Hammer εκείνης της περιόδου. Οι ανατροπές δίνουν και παίρνουν και ο ρυθμός είναι τόσο γρήγορος ώστε να μην δίνει ευκαιρία στον θεατή να πολυζυγίζει αυτά που βλέπει. Όλα υποστηρίζονται από πολύ καλή ατμόσφαιρα που γίνεται ακόμα καλύτερη λόγω της εκπληκτικής ασπρόμαυρης φωτογραφίας και της μίνιμαλ αλλά προσεγμένης και άκρως ατμοσφαιρικής μουσικής της Elisabeth Lutyens. Σε αυτό το χρονικό σημείο υπάρχουν και όλα τα στοιχεία τρόμου που τοποθετούν το PARANOIAC σε αυτό το είδος, με αρκετές επιρροές από PSYCHO αλλά με προσωπικότητα και όχι με διάθεση αντιγραφής.

Χέρι- χέρι με τις αποκαλύψεις του σεναρίου έρχεται και μια από τις πιο ώριμες σκηνοθετικές δουλειές του Freddie Francis που εκμεταλλεύεται στο έπακρο τους καταπληκτικούς πρωταγωνιστές και τα διάφορα «δωράκια» που του κάνει το σενάριο. Προσωπικά τοποθετώ το PARANOIAC με ευκολία ανάμεσα στις καλύτερες δουλειές του σκηνοθέτη, κάτι που όποιος ξέρει τον όγκο και μόνο της δουλειάς του καταλαβαίνει ότι δεν είναι πολύ εύκολο. Όμως εδώ ο Francis φοράει τα καλά του και επιστρατεύει όλο το ταλέντο του, κάτι που κάνουν και οι περισσότεροι άλλοι συντελεστές της ταινίας.

Αυτό που μένει στο τέλος της προβολής είναι πλήρης ικανοποίηση για μια φανταστική ταινία που δείχνει με εμφατικό τρόπο την δυναμική της Hammer εκείνη την περίοδο. Μια δυναμική που μεταφράστηκε σε δεκάδες κλασικές ταινίες και σε δεκάδες κραταιούς σταρ όπως ο Oliver Reed που μεγάλωσαν γενιές και γενιές horror fans με τις υπέροχες ταινίες και ερμηνείες τους. Και μην έχετε αμφιβολίες, το PARANOIAC είναι μια από αυτές τις ταινίες και αποτελεί αναγκαία προσθήκη σε κάθε σοβαρή συλλογή θρίλερ και τρόμου. 

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2022

KISS OF THE VAMPIR 1963

 

KISS OF THE VAMPIR 1963

ΤΟΦΙΛΙ ΤΟΥ ΒΡΙΚΟΛΑΚΑ


Σκηνοθεσία: Don Sharp

Σενάριο:

Anthony Hinds

Είδος: Horror ΔΕ 60,

Διάρκεια: 1h 28m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Clifford Evans: Professor Zimmer

Edward de Souza: Gerald Harcourt

Noel Willman: Dr. Ravna

Jennifer Daniel: Marianne Harcourt

Barry Warren: Carl Ravna

Noel Howlett: Father Xavier

Jacquie Wallis: Sabena Ravna

Peter Madden: Bruno

Isobel Black: Tania

Ένα νιόπαντρο ζευγάρι, ο Τζέραλντ και η Μάριαν, ξεμένουν από βενζίνη στην μέση του πουθενά. Σύντομα βρίσκουν καταφύγιο στο ξενοδοχείο του κοντινού χωριού και διαπιστώνουν πως είναι οι μοναδικοί ένοικοι του ξενοδοχείου. Το ίδιο βράδυ δέχονται μια πρόσκληση για δείπνο από τον επιφανή γιατρό του χωριού, Δρ. Ράβνα. Γνωρίζουν τον ίδιο και την οικογένεια του και η Μάριαν γοητεύεται ιδιαίτερα από τον γιο του και το ταλέντο του στο πιάνο. Τους προσφέρουν την βοήθειά τους για να μπορέσουν να φύγουν σύντομα από το χωριό αλλά οι προθέσεις τους και τα κίνητρά τους για βοήθεια δεν είναι και τόσο αγνά.

Το φιλί του βαμπίρ είναι μια βρετανική ταινία βαμπίρ του 1963 που έγινε από το κινηματογραφικό στούντιο Hammer Film Productions. Η ταινία σκηνοθετήθηκε από τον Ντον Σαρπ και γράφτηκε από τον παραγωγό Άντονι Χιντς, με το ψευδώνυμό του John Elder. Ήταν η πρώτη ταινία του Sharp για τη Hammer.

 

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2022

Vampire Circus 1972

 

Vampire Circus 1972

Το Τσίρκο των Βρικολάκων

 

Σκηνοθεσία: Robert Young

Σενάριο: Jud Kinberg, George Baxt, Wilbur Stark

Είδος: Horror ΔΕ 70,

Διάρκεια: 1h 24m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Adrienne Corri: Gypsy Woman

Thorley Walters: Burgermeister

Anthony Higgins: Emil (as Anthony Corlan)

John Moulder-Brown: Anton Kersh

Laurence Payne: Albert Mueller

Richard Owens: Dr. Kersh

 

Μία συμμορία βρικολάκων, με τη βιτρίνα ενός τσίρκου, εισχωρούν σε ένα χωριό για να εκδικηθούν το θάνατο ενός αρχιβρικόλακα. Προσφέρουν θέαμα και ψυχαγωγία, ώστε να προσελκύουν κάθε βράδυ τους κατοίκους του χωριού και  σιγά-σιγά να το αποδεκατίσουν.

Αν και η ταινία ξεκινά ελπιδοφόρα,  μετά το πρώτο μισάωρο μετατρέπεται σε ταινία-τσίρκο! Οι ερμηνείες, ας πούμε, είναι για το τσίρκο (π.χ. όταν οι γυναίκες στην ταινία αντικρίζουν ξαφνικά ένα βαμπίρ κάνουν σα να είδαν κατσαρίδα ή οι άντρες σα να έφαγε γκολ η ομάδα τους). Το σενάριο διολισθαίνει στο να παρακολουθούμε, από ένα σημείο και μετά, κιτς αναμετρήσεις μεταξύ των ανθρώπων και αξιοθρήνητων βρικολάκων. Κιτς αναμετρήσεις, διότι, για παράδειγμα, υπάρχουν σκηνές στις οποίες με  τη θέαση ενός σταυρού από τους βρικόλακες, έχουμε συνοδεία από μία θεία λάμψη στο σταυρό και την ανάλογη μπανάλ μουσικούλα.  Αξιοθρήνητοι βρικόλακες διότι θα ταίριαζαν περισσότερο σε μια κωμική ταινία του στυλ Dead and Loving it.

Το μόνο που αξίζει από την ταινία είναι ένας αισθησιακός και ζωώδης χορός από μία γυμνή και καλλίγραμμη γυναίκα, βαμμένη από την κορφή ως τα άκρα ως αιλουροειδές

Twins of Evil 1971

Τα Δίδυμα του Δράκουλα


Σκηνοθεσία: John Hough

Σενάριο: Tudor Gates, Sheridan Le Fanu

Είδος: Horror ΔΕ 70,

Διάρκεια: 1h 27m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Inigo Jackson: Woodman

Judy Matheson: Woodman's Daughter

Peter Cushing: Gustav Weil

Harvey Hall: Franz

Alex Scott: Hermann

Shelagh Wilcocks: Lady in Coach (as Sheelah Wilcox)

Madeleine Collinson: Frieda Gellhorn (as Madelaine Collinson)

 

Το TWINS OF EVIL είναι μια από τις πιο ολοκληρωμένες παραγωγές της θρυλικής Αγγλικής Hammer Films που μας χάρισε στο παρελθόν μεταξύ άλλων τις περιπέτειες του Δράκουλα με τον Chris Lee. Στο ίδιο κλίμα, το TWINS OF EVIL είναι το τελευταίο μέρος της ανεπίσημης τριλογίας με πρωταγωνιστή τον Κόμη Karnstein, με τις δύο προηγούμενες να είναι τα THE VAMPIRE LOVERS και LUST FOR A VAMPIRE, που κυκλοφόρησαν το 1970.

Ο Peter Cushing υποδύεται τον Gustav Weil, υπέρ συντηρητικό θεοσεβούμενο αλλά απίστευτα σκληρό άνθρωπο, που μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της Αδελφότητας εντοπίζουν «αμφίβολων ηθών» γυναίκες, τις εξετάζουν για τον βαθμό εμπλοκής τους με το Σατανά, και συνήθως καταλήγουν να τις καίνε στην πυρά λόγω μαγείας χωρίς δίκη ή αδιάσειστες αποδείξεις.

Η ζωή του Gustav Weil αναστατώνεται όταν οι δύο πανέμορφες δίδυμες ανιψιές του έρχονται να μείνουν μαζί του, και εντοπίζονται από τον αιμοδιψή Κόμη Karnstein που μόλις απέκτησε βρικολακικό status και έχει σκοπό να τις μετατρέψει σε υπηρέτριές του κάνοντάς τις βρικόλακες. Η Frieda είναι πιο επιρρεπής στην κακιά επιρροή του Karnstein και δεν αργεί να πέσει θύμα της δίψας για αίμα του σατανικού Κόμη, ενώ η Maria είναι η αθώα περιστέρα από τις δύο. Σύντομα, διάφοροι φόνοι αρχίζουν να συγκλονίζουν την περιοχή, και ο Gustav Weil υποψιάζεται ότι είναι δουλειά θηλυκών οργάνων του Σατανά. Με τα πολλά, ανακαλύπτει με τη βοήθεια και του cult ειδώλου David Warbeck (THE BEYOND, THE BLACK CAT) ότι η μια από τις δύο δίδυμες ανιψιές του είναι η πηγή του κακού.

Η τάση που εγκαινιάστηκε με τις δύο προηγούμενες ταινίες της τριλογίας του Κόμη Karnstein, όπου το γυμνό παντρεύεται με τον τρόμο συνεχίζεται με μεγάλη επιτυχία στο TWINS OF EVIL, κυρίως λόγω της πληθωρικής παρουσίας των πρώην Playmates αδελφών Mary και Madeleine Collinson, που είναι πραγματική απόλαυση να βλέπει κανείς. Η ιστορία, όπως ίσως θα μαντέψατε, είναι ουσιαστικά η δραματική ιστορία της πάλης του καλού με το κακό, που ενσαρκώνεται στο πρόσωπο της όμορφης Frieda. Παρ’ όλη τη θεατρική υπόστασή της ταινίας, ο John Hough σκηνοθετεί με μαεστρία και επιβλητική ατμόσφαιρα το προσωπικό show του μεγάλου Peter Cushing, που εδώ δίνει μια από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του, πρώτα σαν αδίστακτος κυνηγός μαγισσών, και μετά σαν ο τσακισμένος θείος που βλέπει το αίμα του να υποκύπτει στο κακό του Κόμη Karnstein και διχάζεται μεταξύ της αγάπης του προς την ανιψιά του και την αφοσίωσή του στην Εκκλησία και στο λόγο του Θεού.

Πραγματικά ο θεατής νιώθει την πίεση βλέποντας το πρόσωπο του Cushing, που απέχει πολύ από τις «θεατρικές» ερμηνείες των περισσότερων από τους υπόλοιπους πρωταγωνιστές, και ο ξαφνικός θάνατος της γυναίκας του κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων δίνει στην ερμηνεία του ακόμα μεγαλύτερο ρεαλισμό και σκληράδα απ’ ότι συνήθως.

Ο David Warbeck είναι επίσης καλός, όπως συνήθως, όσο και ο Damien Thomas στο ρόλο του Κόμη Karnstein, αλλά η παρουσία του Cushing σκεπάζει τις ερμηνείες τους, όπως και των περισσότερων πρωταγωνιστών στο TWINS OF EVIL. Οι δίδυμες είναι χάρμα οφθαλμών και παρόλο που οι ερμηνείες τους είναι λίγο «ξύλινες», μας αποζημιώνουν με τις ερωτικές τους περιπτύξεις.

Όπως σε κάθε ταινία της Hammer τα σκηνικά και τα κοστούμια είναι αρκετά καλά και δίνουν την εικόνα της εποχής, ενώ η σκοτεινή αλλά πολύ καλή φωτογραφία τονίζει περισσότερο την γοτθική ατμόσφαιρα. Δυο- τρεις σκηνές αρκετά δυνατού για τα δεδομένα της Hammer gore συμπληρώνουν την εικόνα, και καθιστούν το TWINS OF EVIL αναγκαία προσθήκη στη συλλογή κάθε φίλου της Βρετανικής εταιρίας, όσο και στους φίλους του παραδοσιακού σινεμά τρόμου της εποχής. 

Lust for a Vampire 1971

Lust for a Vampire 1971

Στο Παρθεναγωγείο των Βρικολάκων


Σκηνοθεσία: Jimmy Sangster

Σενάριο: Tudor Gates, Sheridan Le Fanu

Είδος: Horror ΔΕ 70,

Διάρκεια: 1h 31m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Barbara Jefford: Countess Herritzen

Ralph Bates: Giles Barton

Suzanna Leigh:Janet Playfair

Yutte Stensgaard: Mircalla / Carmilla Karnstein

Michael Johnson: Richard Lestrange

Helen Christie: Miss Simpson

Mike Raven: Count Karnstein

 

Το Lust for a Vampire, επίσης γνωστό ως Love for a Vampire ή To Love a Vampire (ο τελευταίος τίτλος ήταν αυτός που χρησιμοποιήθηκε στην αμερικανική τηλεόραση), είναι μια βρετανική ταινία τρόμου της Hammer του 1971 σε σκηνοθεσία Jimmy Sangster, με πρωταγωνιστές τους Ralph Bates, Barbara Jefford, Suzanna. Leigh, Michael Johnson και Yutte Stensgaard. Του δόθηκε χαμηλη βαθμολογία στις Ηνωμένες Πολιτείες για περιεχόμενο βίας,  και περιεχόμενο αυστηρά για ενήλικες και γυμνό. Είναι η δεύτερη ταινία της Τριλογίας του Καρνστάιν, βασισμένη χαλαρά στη νουβέλα του Sheridan Le Fanu του 1872 Carmilla. Είχε προηγηθεί το The Vampire Lovers (1970) και ακολούθησε το Twins of Evil (1971). Οι τρεις ταινίες δεν αποτελούν μια χρονολογική εξέλιξη, αλλά χρησιμοποιούν την οικογένεια Karnstein ως πηγή της βαμπιρικής απειλής και ήταν κάπως τολμηρές για την εποχή στην απεικόνισή τους ρητά των λεσβιακών θεμάτων.

Η παραγωγή του Lust for a Vampire ξεκίνησε λίγο μετά την κυκλοφορία του The Vampire Lovers.

Η ταινία έχει λατρεία, αν και ορισμένοι θαυμαστές του Hammer Horror την έχουν κατηγορήσει για υπερβολική βία. Η πιο αξιοσημείωτη σκηνή του δείχνει τον Yutte Stensgaard βουτηγμένο στο αίμα και μερικώς καλυμμένο από αιματοβαμμένα κουρέλια, αν και η κινηματογραφημένη σκηνή δεν είναι τόσο ξεκάθαρη όσο αυτή που εμφανίζεται σε ένα διαφημιστικό στιγμιότυπο.

Άλλοι αξιόλογοι ηθοποιοί στην ταινία είναι ο Χάρβεϊ Χολ (ο οποίος έχει διαφορετικό ρόλο σε κάθε ταινία αυτής της σειράς), ο Ντέιβιντ Χίλι και ο δημοφιλής ραδιοφωνικός DJ Mike Raven ως Κόμης Καρνστάιν.

Η ταινία διαδραματίζεται το 1830, 40 χρόνια μετά τα γεγονότα του The Vampire Lovers. Στο έρημο παρεκκλήσι στο Κάστρο των Καρνστάιν, ο Κόμης και η Κοντέσα Καρνστάιν διεξάγουν μια σατανική τελετή για να αναστήσουν το σώμα της κόρης τους Καρμίλα. Ο Richard Le Strange έχει έρθει στο χωριό για να πάρει υλικό για τα βιβλία του για τις μάγισσες, τους βρικόλακες και τη μαύρη μαγεία. Προειδοποιημένος να προσέχει το Κάστρο Καρνστάιν, δεν δίνει καμία σημασία. Αμέσως με την είσοδό του στο κάστρο, του πέφτουν τρεις γυναίκες ντυμένες με σάβανα. Αποδεικνύεται ότι είναι μαθήτριες σε μια εκπαιδευτική περιοδεία από το μοντέρνο σχολείο της Μις Σίμπσον. Καθώς ο LeStrange παρουσιάζεται στη Miss Simpson και τις μαθητριές της, μια νέα μαθήτρια έρχεται, η Mircalla Herritzen. Ο LeStrange την ερωτεύεται αμέσως.

Αργότερα εκείνο το βράδυ, όταν ο ΛεΣτρέιντζ αφηγείται την περιπέτειά του στους άντρες στο πανδοχείο του χωριού, ένα από τα κορίτσια που σερβίρουν βρίσκεται νεκρό με δύο τρύπες στο λαιμό της και ο ΛεΣτρέιντζ είναι πεπεισμένος ότι η ιστορία του Κάρνσταϊν δεν είναι απλή δεισιδαιμονία. Όταν έχει την ευκαιρία να συναντήσει τον πρόσφατα προσληφθέντα καθηγητή αγγλικής λογοτεχνίας στο δρόμο του για το σχολείο της Miss Simpson, τον ξεγελάει να πάει στη Βιέννη και κανονίζει να πάρει τη θέση του στο σχολείο. Λίγο αργότερα, η συγκάτοικος της Μιρκάλλα, Σούζαν Πέλι εξαφανίζεται. Όταν ο διευθυντής Giles Barton ανακαλύπτει το μυστικό της, η Mircalla/Carmilla, του προσφέρεται. Αργότερα την ίδια μέρα, αφού βρεθεί το πτώμα του Μπάρτον, ο ΛεΣτρέιντζ περνάει από τα βιβλία του και ανακαλύπτει τι είχε μάθει ο Μπάρτον, ότι η Mircalla Herritzen είναι η Carmilla Karnstein. Ο LeStrange της εξομολογείται τον έρωτά του και κάνουν έρωτα ενώ παίζει το τραγούδι Strange Love.

        Η δεσποινίς Simpson, ανήσυχη για την εξαφάνιση μιας μαθήτριας και τον θάνατο του διευθυντή της, αποφασίζει να μην καλέσει τις αρχές ή να ειδοποιήσει τον πατέρα της Susan Pelley, ιδιαίτερα όταν ο προσωπικός γιατρός της κόμισσας Herritzen συμφωνεί να πιστοποιήσει τον θάνατο του Barton ως καρδιακή προσβολή. Ωστόσο, η δασκάλα χορού Jenny Playfair ειδοποιεί τόσο την αστυνομία όσο και τον κ. Pelley, οι οποίοι φτάνουν όλοι για να ερευνήσουν. Οι Κάρνσταϊν καταφέρνουν να σκοτώσουν τον αστυνομικό που μόλις ανακάλυψε το πτώμα της Σούζαν στον πυθμένα ενός πηγαδιού, αλλά ο κ. Πέλλεϊ φτάνει με ένα ένταλμα εκταφής και έναν παθολόγο για να ερευνήσει το θάνατο της κόρης του. Το σώμα της Σούζαν εκτάφηκε (μόλις το έθαψαν βολικά από τους Καρνστάιν) και η συζήτηση γίνεται γύρω από το ότι ήταν θύμα ενός βρικόλακα. Μαζί με τον τοπικό ιερέα, οι χωρικοί εισβάλλουν στο Κάστρο Karnstein με σκοπό να το κάψουν ολοσχερώς. Ο LeStrange παίρνει επίσης το δρόμο του προς το κάστρο, σχεδιάζοντας να σώσει τη Mircalla. Οι χωρικοί παγιδεύουν και τους τρείς Karnstein στο φλεγόμενο κάστρο, όπου ένα ξύλο πέφτει από το ταβάνι και ανασηκώνει τη Mircalla/Carmilla. Ο LeStrange σώζεται από τη φωτιά, με τον κόμη και την κόμισσα Karnstein να παραμένουν ασφαλείς, γνωρίζοντας ότι η φωτιά δεν θα τους καταστρέψει. 

The Vampire Lovers 1970

The Vampire Lovers 1970

Οι Ερωμένες του Βρυκόλακα


Σκηνοθεσία: Roy Ward Baker

Σενάριο: Sheridan Le Fanu(story "Carmilla"), Harry Fine, Tudor Gates

Είδος: Horror ΔΕ 70,

Διάρκεια: 1h 31m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Ingrid Pitt: Marcilla / Carmilla / Mircalla Karnstein

Pippa Steel: Laura

Madeline Smith: Emma Morton

Peter Cushing: General von Spielsdorf

George Cole: Roger Morton

Dawn Addams: The Countess

Kate O'Mara: The Governess

Douglas Wilmer: Baron Joachim von Hartog

 

Κλασική ταινία χωρίς αμφιβολία, από τις λίγες συνεργασίες δύο ιερών τεράτων του χώρου, της Hammer και της American International. Οι δυο αγαπημένες εταιρίες δίνουν τα διαπιστευτήρια τους ασχολούμενες με τον μύθο της Carmilla Karnstein με αρκετά πιο exploitation τρόπο απ’ ότι θα περίμενε κανείς. Η γοτθική ατμόσφαιρα της Hammer παραμένει αλλά αυτή τη φορά εμπλουτίζεται με exploitation στοιχεία που είχαν ήδη γίνει της μόδας εκείνη την εποχή στη σκηνή του τρόμου ελέω Jess Franco και Euro horror γενικότερα.

Η ιστορία διαδραματίζεται στα τέλη του 18ου αιώνα όπου ο στρατηγός von Spielsdorf (Peter Cushing) αποφασίζει να φιλοξενήσει την περιπλανώμενη Marcilla (Ingrid Pitt) στο σπίτι του για λίγες μέρες, μέχρι η θεία της να επέστρεψει από τις δουλειές της στην περιοχή. Η εκθαμβωτική Marcilla αμέσως γίνεται αχώριστη με την νεαρή κόρη του στρατηγού, αλλά η υγεία της τελευταίας αρχίζει να φθίνει απότομα, με τους γιατρούς να μην μπορούν να διαγνώσουν αιτία. Μέσα σε απόγνωση ο στρατηγός προσπαθεί να πλευρίσει την Marcilla μπας και μάθει κάτι για την ασθένεια της κόρης του, αλλά οι εξαφανίσεις από το δωμάτιο της τις νυχτερινές ώρες απλώς περιπλέκουν το μυστήριο.

Ανήμπορος να αντιδράσει, ο στρατηγός θα δει την κόρη του να σβήνει σιγά- σιγά, με τις φήμες στο χωριό να διαδίδουν ότι η άτυχη νεαρή έπεσε θύμα βρικολάκων. Σύντομα ο στρατηγός αναγνωρίζει την άφιξη της Marcilla σαν την πηγή του κακού και αναζητώντας την βοήθεια ενός ντόπιου βαρόνου (Douglas Wilmer) μαθαίνει ότι μπορεί να είναι βρικόλακας. Πριν όμως προλάβει να της ζητήσει το λόγο ανακαλύπτει ότι η καυτή νεαρή είχε εξαφανιστεί. Αυτό που δεν γνωρίζει είναι ότι η Marcilla μαζί με την θεία της και άλλον έναν σκοτεινό τύπο είχε κατευθυνθεί στο επόμενο χωριό με στόχο να επαναλάβει ακριβώς το ίδιο φονικό σχέδιο στη νεαρή κόρη ενός εκεί ευγενή, συντεινόμενη αυτή τη φορά ως Mircalla.

Από πλευράς υπόθεσης η ταινία κινείται στα γνωστά πλαίσια της μυθολογίας της Carmilla, με αρκετή ατμόσφαιρα σήμα- κατατεθέν της Hammer Films. Το αληθινό ατού της ταινίας και ο βασικός λόγος που το THE VAMPIRE LOVERS έμεινε στην ιστορία είναι ξεκάθαρα η παρουσία μιας υπέρ- σέξι Ingrid Pitt που δεν χάνει ευκαιρία να επιδείξει τα πλούσια κάλη της. Σε συνδυασμό με την διάχυτη σκοτεινή σεξουαλικότητα της ιστορίας αλλά και της σκηνοθεσίας του βετεράνου Roy Ward Baker δίνουν το κάτι παραπάνω σε μια από τις καλύτερες ταινίες της Βρετανικής εταιρίας τη δεκαετία του 70.

Δίπλα στην Ingrid Pitt υπάρχει βέβαια και ένας ορεξάτος Peter Cushing που όσο βρίσκεται στο πλάνο κλέβει την παράσταση με μια ειλικρινέστατη και απόλυτα συναισθηματική ερμηνεία από εκείνες που τον καθιέρωσαν ως θρύλο του Βρετανικού σινεμά. Και οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους πρωταγωνιστές δεν πάνε πίσω. Ιδίως ο George Cole και η Madeline Smith που υποδύονται πατέρα και κόρη στην δεύτερη στάση της Marcilla/ Mircalla, ενώ και ο Douglas Wilmer στο ρόλο του έμπειρου σε βρικόλακες βαρόνου είναι μια χαρά.

Από εκεί και πέρα ο ρυθμός είναι πολύ καλός, ο ερωτισμός έντονος και αρκετά τολμηρός για τα δεδομένα της Hammer αλλά και της American International, ενώ υπάρχουν και κάποιες σχετικά δυνατές σκηνές gore για ακόμα πιο πικάντικη γεύση. Όλα σηματοδοτούν μια από τις κορυφαίες κατά τη γνώμη του γράφοντα μεταφορές του μύθου της Carmilla και της ιστορία του Sheridan Le Fanu αλλά και μια από τις καλύτερες ταινίες βρικολάκων στην ιστορία της Hammer.

Το THE VAMPIRE LOVERS ακολούθησαν άλλες δύο εξίσου καλές συνέχειες που απλώς σχετίζονται περιστασιακά χρησιμοποιώντας κάποιους χαρακτήρες από την βασική ιστορία. Περιττό βέβαια να αναφέρω ότι και οι τρεις είναι αναγκαίες προσθήκες στις συλλογές των fans του κλασικού γοτθικού τρόμου και της Hammer που στη συγκεκριμένη έχουν και το μπόνους της παρουσίας μιας  αληθινά εκρηκτικής Ingrid Pitt που εδώ δείχνει τα… δόντια της και όχι μόνο!