Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Horror. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Horror. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

Nosferatu, Eine Symphonie Des Grauens 1922


Nosferatu, Eine Symphonie Des Grauens 1922
Νοσφεράτου, μια συμφωνία τρόμου


Σκηνοθεσία: F.W. Murnau
Σενάριο: Henrik Galeen
Είδος: Fantasy, Horror
Διάρκεια: 1h 34min
Παίζουν:
Max Schreck = Κόμης Orlok ο βρυκόλακας)
Gustav von Wangenheim = Hutte)
Georg H. Schnell = Harding
Ruth Landshoff= Ruth (η αδελφή του)
Gustav Botz = Καθηγητής Sievers
John Gottowt = Καθηγητής Bulwer


Η ακατανίκητη επιθυμία του ανθρώπου να ξορκίσει τους εσωτερικούς του δαίμονες και επί της οθόνης θα οδηγούσε αργά ή γρήγορα στη δημιουργία του είδους του κινηματογραφικού τρόμου. Όμως τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο χωρίς τον «Νοσφεράτου».
Εξωθώντας στα άκρα τη σκοτεινή πλευρά του Ρομαντισμού που εξέφρασε ο Γερμανικός Εξπρεσιονισμός, ο  Φρίντριχ Βίλελμ Μουρνάου ξεπέρασε σε φρίκη κάθε προγενέστερη απόπειρα όπως «Το Εργαστήρι Του Δρος. Καλιγκάρι» και το «Γκόλεμ». Ο ίδιος ο πλήρης τίτλος της ταινίας, «Νοσφεράτου, Μια Συμφωνία Τρόμου» («Nosferatu, Eine Symphonie Des Grauens»), προδίδει σαφέστατα τις προθέσεις του.


Και να σκεφτεί κανείς ότι ο «Νοσφεράτου» λίγο έλειψε να περάσει για πάντα στη λήθη. Κάτοχος των δικαιωμάτων του γοτθικού μυθιστορήματος του συζύγου της, η χήρα του Μπραμ Στόουκερ (στον «Δράκουλα» του οποίου βασίστηκε άτυπα αλλά αρκετά πιστά ο Μουρνάου) Φλόρενς πέτυχε μια δικαστική απόφαση που διέταζε ρητά την καταστροφή του αρνητικού και κάθε κόπιας της ταινίας. Ευτυχώς κάποιες από τις κόπιες του διαβολικού αυτού αριστουργήματος διασώθηκαν για να μεταβιβάσουν την αρρωστημένη του επιρροή στις επερχόμενες γενιές.


Έχοντας στη διάθεσή του τον πενιχρό προϋπολογισμό μιας εταιρείας στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, ο Μουρνάου έσπασε τα στεγανά του Εξπρεσιονισμού και αποτόλμησε εκτεταμένα εξωτερικά γυρίσματα, τακτική σχεδόν ανήκουστη για τη γερμανική κινηματογραφική βιομηχανία της εποχής που προτιμούσε να κατασκευάζει εκ του μηδενός δάση και πολιτείες στα θεόρατα στούντιο της UFA και άλλων εταιριών, κάτι που χάριζε τη χαρακτηριστική τεχνητή όψη στις περισσότερες ταινίες της περιόδου. Παρά το φανταστικό περιεχόμενο του «Νοσφεράτου», ο χειρισμός αυτός προσέδωσε έναν απροσδόκητο ρεαλισμό στην ιστορία του θρυλικού βρικόλακα που εγκαταλείπει τα Καρπάθια για να γραπώσει με τα γαμψά του νύχια την ψυχή μιας γερμανικής πόλης, σκορπώντας αδιακρίτως το θάνατο στο πέρασμά του.


Αναπόφευκτα, ο «Νοσφεράτου» δεν τρομάζει το σύγχρονο κοινό όπως πιθανότατα τους θεατές του 1922, όμως η απειλητική ατμόσφαιρα διατηρείται ολοζώντανη. Ο Μουρνάου αναγνώριζε την υπεροχή της εικόνας, περιορίζοντας μάλιστα σε σύγκριση με τους συγχρόνους του τη χρήση των μεσότιτλων. Άφηνε το περίτεχνο μοντάζ και την παράλληλη δράση να προκαλέσουν τη μέγιστη εντύπωση, υιοθετώντας πρωτοποριακές τεχνικές, όπως το stop motion και την παρεμβολή αρνητικού φιλμ. Αποκορύφωμα της ραδιούργας σκηνοθεσίας του, η σεκάνς στο καταραμένο πλοίο: της έγερσης του απέθαντου Όρλοκ από το φέρετρό του και της αργής κίνησής του προς τον τελευταίο επιζώντα, σε ένα αριστουργηματικό πλάνο κοντρ-πλονζέ – μια από τις πολλές σκηνές ανθολογίας του φιλμ που αναπαρήγαγε και ο Βέρνερ Χέρτσογκ στο επιβλητικό ριμέικ του 1979.


Παρά την εξόφθαλμη αλλαγή των ονομάτων, χαρακτήρων και τοποθεσιών, ο Μουρνάου κράτησε τη βασική πλοκή του «Δράκουλα» - μεταφέροντας τη δράση από το βικτοριανό Λονδίνο στην καρδιά της μεσαιωνικής Ευρώπης, όπου είχε ρίξει βαριά τη σκιά της η πανούκλα. Οι νεωτερισμοί του ωστόσο υπερβαίνουν τη βαμπιρική μυθολογία, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα: τα σκόρδα, οι σταυροί, η εμμονή με την αιώνια νεότητα και η απουσία ειδώλου στον καθρέπτη και σκιάς βρικόλακα δεν έχουν θέση στον «Νοσφεράτου». Αντίθετα η σκιά του Όρλοκ χρησιμοποιείται αριστοτεχνικά σε ένα απαράμιλλο παιχνίδι σκότους και φωτός. Ταυτόχρονα ο Μουρνάου μετέτρεψε το χάπι εντ σε μια μεγαλειώδη αυτοθυσία, απαλλαγμένη από το νοσηρό ερωτισμό του Στόκερ.
Ο εκτρωματικός βρικόλακας του Μαξ Σρεκ δεν έχει καμία σχέση με τις μετέπειτα ενσαρκώσεις του Δράκουλα ως σεξουαλικά ακαταμάχητου δανδή. Είναι η ενσάρκωση του καθαρού εφιάλτη, προσωποποίηση της αρρώστιας και του θανάτου, απογυμνωμένος από όποια σαγηνευτική όψη του κακού και ρομαντική διάθεση και -γιατί όχι;- ένα πορτρέτο μιας Γερμανίας με ανοιχτές ακόμη τις πληγές του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Οι φήμες ότι κάτω από το γκροτέσκο μακιγιάζ κρυβόταν κάποιος άλλος, διάσημος ηθοποιός που δεν επιθυμούσε να εκτεθεί, ο ίδιος ο Μουρνάου ή ακόμη ένα αληθινό βαμπίρ (υπόθεση που έκανε ταινία ο Ελάιας Μέριγκε στη «Σκιά Του Βρικόλακα») αποτελούν επιπλέον δείγμα της παραδοξολογίας που συνοδεύει τη δημιουργία του «Νοσφεράτου». Ευτυχώς για μας, η αξεπέραστη δύναμή του δε βρίσκεται σε μια τέτοια μεταφυσική εξήγηση.




Πέμπτη 28 Μαΐου 2020

The Phantom Carriage 1921

Korkarlen (1921)
The Phantom Carriage
Η Άμαξα Φάντασμα



Δεν υπάρχει περίπτωση να μελετήσετε την ιστορία των ταινιών horror, την ιστορία του κινηματογράφου γενικότερα, και να μην συναντήσετε το αριστούργημα, όχι μόνο του Σουηδικού, όχι μόνο του Ευρωπαϊκού, αλλά του παγκόσμιου κινηματογράφου, το Korkarlen.1921, (The Phantom Carriage), του σκηνοθέτη Βίκτορ Σγιόστρομ, ο οποίος με την ταινία αυτή όχι μόνο ανέδειξε τον Σκανδιναβικό κινηματογράφο κυρίαρχο της τότε εποχής, αλλά και ο ίδιος έφυγε για το Χόλυγουντ όπου σταδιοδρόμησε μέχρι τις αρχές του 1930. Είναι γνωστό πως αν δεν υπήρχε η αιμορραγία Ευρωπαίων δημιουργών και καλλιτεχνών προς ΗΠΑ, ο Αμερικανικός κινηματογράφος δεν θα ήτο αυτός που είναι σήμερα.
Ο Ingmar Bergman την αποκαλεί την ταινία αυτή «η ταινία των ταινιών»! Την παρακολουθούσε κάθε καλοκαίρι, μόνος του ή με νεαρούς μαθητευόμενους και πάντα παραδέχονταν ότι είναι η κύρια πυγή έμπνευσής του.
Η ταινία, που είναι βασισμένη στο μυθιστόρημα της βραβευμένης με Νόμπελ Selma Lagerlöf, βασίζεται σε αρχαίο σκανδιναβικό μύθο που υποστηρίζει πως ο τελευταίος αμαρτωλός όπου θα πεθάνει την παραμονή πρωτοχρονιάς, καταδικάζεται να γίνει ο αμαξάς που για έναν ολόκληρο χρόνο θα μεταφέρει τους νεκρούς στον άλλο κόσμο, μέχρι να τον αντικαταστήσει την επόμενη παραμονή πρωτοχρονιάς ο επόμενος αμαρτωλός. Ο David Holm που τον υποδύεται ο ίδιος ο Βίκτορ Σγιόστρομ, είναι ένας αυτοκαταστροφικός μέθυσος και χυδαίος αμαρτωλός ο οποίος καθισμένος με άλλους δυο συντρόφους του στο νεκροταφείο χλευάζει τον μύθο τον σχετικό με την άμαξα των ψυχών. Τότε ξαφνικά εμφανίζεται η άμαξα που την οδηγεί ένας φίλος του ο οποίος είχε πεθάνει την προηγούμενη παραμονή πρωτοχρονιάς και ο οποίος του ανακοινώνει ότι ήρθε η ώρα να αντικατασταθεί και αυτός που θα τον αντικαταστήσει δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον David Holm! Πράγματι, ο David κοιτάζοντας γύρω του βλέπει το ίδιο του το πτώμα και τότε συνειδητοποιεί ότι έχει πεθάνει.
Και τότε αρχίζουν τα Φλας-Μπαγκ. Φλας-Μπαγκ μέσα σε Φλας-Μπαγκ.

 Διπλοτυπία εικόνας, κάτι που για πρώτη φορά εμφανίζεται στον κινηματογράφο και ανεβάζει την φήμη του σκηνοθέτη στα ύψη! Μερικοί δήθεν προοδευτικοί θα ειρωνευτούν την ταινία, ότι και καλά παρουσιάζει πολύ θρησκοληψία.

Αλλά πρέπει να λάβουμε υπόψη μας την εποχή που γυρίστηκε. Και στο κάτω-κάτω, όταν παρακολουθούμε με ενδιαφέρον κάποια ταινία τύπου Δράκουλα, που ξέρουμε από την αρχή ότι κάτι τέτοιο δεν υπάρχει, για ποιο λόγο να απορρίψουμε μια ταινία που κατά την άποψή κάποιου είναι θρησκόληπτη, είτε πιστεύουμε στην θρησκεία είτε όχι;
Τελικά το φινάλε θυμίζει Κάρολο Ντίκενς και την Χριστουγεννιάτικοι Ιστορία του.
Η παρούσα ταινία έχει προβληθεί αρκετές φορές στα διάφορα φεστιβάλ βωβού κινηματογράφου της Αθήνας, με συνοδεία ζωντανής μουσικής, αλλά με... Αγγλικούς υπότιτλους. Όσοι από σας ενδιαφέρεστε για την εν λόγο ταινία είστε τυχεροί διότι σας ετοίμασα τους Ελληνικούς μεσότιτλους 
Το DVD της ταινίας το παρήγγειλα στην Γερμανία, οπότε το έλαβα με Γερμανικούς μεσότιτλους τους οποίους και μετέφρασα.






Τετάρτη 27 Μαΐου 2020

Der Golem, Wie Er in Die Welt Kam 1920


Der Golem, Wie Er in Die Welt Kam 1920
Το Γκόλεμ


Σκηνοθεσία: Carl Boese, Paul Wegener
Συγγραφείς: Henrik Galeen, Paul Wegener
Παίζουν: Wegener, Albert Steinrück, Ernst Deutsch, και άλλοι
Είδος: Fantasy, Horror
Διάρκεια: 1h 16min
Μεσότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο


Το Γκόλεμ, (γερμ. τίτλος: Der Golem, wie er in die Welt kam, Το Γκόλεμ, πώς ήλθε στη γη ) είναι γερμανικό κινηματογραφικό έργο του εξπρεσιονισμού του 1920 σε σκηνοθεσία του Πάουλ Βέγκενερ και του Καρλ Μπέζε. Θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα κινηματογραφικά έργα στις κατηγορίες βουβού κινηματογράφου, ταινίες φρίκης, εξπρεσιονισμού καθώς και του γερμανικού κινηματογράφου.


Το Γκόλεμ βασίζεται στον μύθο περί του Ραβίνου Ιούδα Λεβ που έζησε στην Πράγα. Τα επιβλητικά σκηνικά του Χανς Πέλτζιγκ και του Κουρτ Ρίχτερ σε στυλ του εξπρεσιονισμού μεταφέρουν τον θεατή σε μια εποχή του ρομαντισμού. Η ταινία ήταν μια από τις εμπορικότερες παραγωγές του γερμανικού κινηματογράφου, αφού οι αίθουσες ήταν γεμάτες για μήνες, και προβλήθηκε ακόμα και στην Αμερική και στην Κίνα.


Ακολουθούν λεπτομέρειες της υπόθεσης ή του τέλους.
Όταν ο Ραβί Λεβ μελετάει τους αστερισμούς, προαισθάνεται ότι κάποιος σοβαρός κίνδυνος εγκυμονεί απειλώντας το εβραϊκό γκέτο της Πράγας. Αποφασίζει να ζωντανέψει το Γκόλεμ, μια μυθική άβουλη αλλά παντοδύναμη μορφή, που κατά τον μύθο ήταν φτιαγμένη από πηλό. Και πράγματι, ο αγγελιοφόρος Φλόριαν φέρνει τα μαντάτα: ο Αυτοκράτορας έχει εξαγγείλει μέτρα εναντίον των Εβραίων.


Ο Ραβί Λεβ είναι κατατρομαγμένος και αναζητά τον αυτοκράτορα για να του ζητήσει χάρη. Ο αυτοκράτορας τον δέχεται στο παλάτι κατά την διάρκεια μιας εορταστικής τελετής, όταν ξαφνικά γίνεται σεισμός και το παλάτι ταρακουνιέται και είναι έτοιμο να γκρεμιστεί. Ο Ραβί Λεβ φωνάζει το Γκόλεμ που σώζει τον αυτοκράτορα. Ο αυτοκράτορας για να του ανταποδώσει ακυρώνει τα μέτρα κατά των Εβραίων.


Ο Λεβ πάει το Γκόλεμ πίσω στο εργαστήρι του και το αφήνει εκεί, ξεχνάει όμως να το απενεργοποιήσει. Ο Φλόριαν που έχει ερωτευτεί την κόρη του Ραβί, τρυπώνει κρυφά στο σπίτι του Λεβ για να συναντηθεί με την Μίριαμ. Εκεί θα τον ανακαλύψει ο παραγιός του Λεβ και θα διατάξει το Γκόλεμ που ακόμα είναι στο εργαστήριο, να τον κυνηγήσει. Το Γκόλεμ θα σκοτώσει τον Φλόριαν στην πάλη που θα ακολουθήσει και το σπίτι του Λεβ θα πιάσει φωτιά.



Το Γκόλεμ βγαίνει από το σπίτι και αρχίζει να κινείται ανεξέλεγκτο μέσα στην πόλη. Στο δρόμο του γκρεμίζει τα τείχη της πόλης και βγαίνει στα χωράφια. Εκεί αρπάζει ένα κοριτσάκι και το ανεβάζει στον ουρανό. Το κοριτσάκι βλέπει το εβραϊκό αστέρι που έχει το Γκόλεμ κρεμασμένο στο λαιμό. Χωρίς να ξέρει ότι αυτό είναι που του δίνει τη μαγική δύναμη, του το αφαιρεί. Το Γκόλεμ ξεψυχάει χάνοντας τις μαγικές δυνάμεις του και καταρρέοντας άψυχο στη γη.




Κυριακή 24 Μαΐου 2020

Der Student Von Prag. 1913

Der Student Von Prag. 1913
Ο Σπουδαστής της Πράγας


Είδος: Δραματική, Φαντασίας, Τρόμου
Σκηνοθέτες: Paul Wegener και Stellan Rye
Ηθοποιοί: Paul Wegener, Grete Berger, Lyda Salmonova, John Gottowt, Lothar Körner, κ.α. Διάρκεια: 85 λεπτά. Μεσότιτλοι: Asteraki


Αρχικό κείμενο: William Wilson, του Edgar Allan Poe
Στην Πράγα του 1820, ο Balduin (Paul Wegener), ένας φτωχός νεαρός, είναι ο πιο ατίθασος μαθητής και καλύτερος ξιφομάχος στην πόλη. Η άσχημη οικονομική του κατάσταση και η δίχως επιστροφή αγάπη του προς την Κοντέσα Magrit (Grete Berger) τον έχουν φέρει σε βαθιά κατάθλιψη. Μια μέρα, και ενώ πνίγει το πόνο του σε ένα ποτήρι μπύρα, τον προσεγγίζει ο γέρος Scapinelli (John Gottowt) και του λέει πως μπορεί να έχει μια λύση στα προβλήματά του. Ο Scapinelli προσφέρει πλούτο και οτιδήποτε άλλο επιθυμεί στο νεαρό άνδρα, αν αυτός θα υπογράψει το όνομά του σε συμβόλαιο. Ο φοιτητής υπογράφει χωρίς δεύτερη σκέψη, αλλά δεν γνωρίζει την παγίδα στην οποία έχει παρασυρθεί.


Παρόλο που η Berger και ο Wegener ήταν κατά μια δεκαετία μεγαλύτεροι για το ρόλο τους, η ταινία είναι αρκετά αποτελεσματική, αν λάβουμε υπόψη μας τη χρονολογία προβολή της. Χρησιμοποιεί αυθεντικές τοποθεσίες της Πράγας και, χάρη στα περίτεχνα πλάνα του οπερατέρ, η σκηνή που ο Balduin συναντά το δαιμονικό κλώνο του είναι αναμφισβήτητα ανατριχιαστική.


Παρόλο που το "Der Student Von Prag" του 1913 από τον Stellan Rye έχει ξεχαστεί στις μέρες μας, δεν παύει να είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία τρόμου στην ιστορία του κινηματογράφου. Ένας τίτλος που αδίκως κατέχει το "The Birth of a Nation" του Griffith, το οποίο δημιουργήθηκε δύο χρόνια μετά


Ο Balduin, ως ένας νεαρός που προσπαθεί να κλέψει τη γυναίκα ενός άλλου, είναι ίσως ένας από τους πρώτους αντιήρωες του κινηματογράφου, και όπως πάντα ο ρόλος αυτός είναι μια χρυσή ευκαιρία για ηθοποιούς να αναδειχτούν. Ωστόσο η έλλειψη του διαλόγου, λόγω του ότι η ταινία είναι βωβή, δεν έδωσε την ευκαιρία στον Wegener να αξιοποιήσει αυτή την ευκαιρία.



Haxan: Witchcraft Through The Ages 1922


Haxan: Witchcraft Through The Ages 1922
Η μαγεία δια μέσου των αιώνων



Σκηνοθεσία: Benjamin Christensen
Πρωταγωνιστούν: Benjamin Christensen, Clara Pontoppidan, Oscar Stribolt, Astrid Holm, Maren Pedersen.
Είδος: Τρόμου (Βουβή) Διάρκεια: 122 λεπτά
Χώρα Προέλευσης: Σουηδία
Μεσότιτλοι: marba1065

Η συγκεκριμένη ταινία είναι χωρισμένη σε τέσσερα μέρη. Ξεκινά με μια πραγματεία για τις εμφανίσεις δαιμόνων και την ύπαρξη μαγισσών στους πρωτόγονους και μεσαιωνικούς πολιτισμούς, καθώς και την απεικόνιση του ηλιακού συστήματος και της κοινής, τότε, αντίληψης περί κολάσεως. Αυτό επιτυγχάνεται με μια σειρά από φωτογραφίες με αγάλματα, πίνακες ζωγραφικής και ξυλόγλυπτα.
Η συγκεκριμένη ταινία είναι χωρισμένη σε τέσσερα μέρη. Ξεκινά με μια πραγματεία για τις εμφανίσεις δαιμόνων και την ύπαρξη μαγισσών στους πρωτόγονους και μεσαιωνικούς πολιτισμούς, καθώς και την απεικόνιση του ηλιακού συστήματος και της κοινής, τότε, αντίληψης περί κολάσεως. Αυτό επιτυγχάνεται με μια σειρά από φωτογραφίες με αγάλματα, πίνακες ζωγραφικής και ξυλόγλυπτα.

Η συγκεκριμένη ταινία είναι χωρισμένη σε τέσσερα μέρη. Ξεκινά με μια πραγματεία για τις εμφανίσεις δαιμόνων και την ύπαρξη μαγισσών στους πρωτόγονους και μεσαιωνικούς πολιτισμούς, καθώς και την απεικόνιση του ηλιακού συστήματος και της κοινής, τότε, αντίληψης περί κολάσεως. Αυτό επιτυγχάνεται με μια σειρά από φωτογραφίες με αγάλματα, πίνακες ζωγραφικής και ξυλόγλυπτα.
haxan-04Το τελευταίο μέρος της ταινίας εξηγεί πώς οι δεισιδαιμονίες των παλαιών έχουν αποδειχθεί αναληθής από τους επιστήμονες του 1922. Ο Christensen ισχυρίζεται ότι οι περισσότεροι κατηγορούμενοι για μαγεία ήταν ψυχικά άρρωστοι, μια ψυχική κατάσταση που θεωρείτο πλέον ασθένεια. Χρησιμοποιώντας τις υποθέσεις ενός υπνοβάτη και ενός κλεπτομανή, τονίζει το πως θα μπορούσαν να θεωρηθούν περιπτώσεις δαιμονισμένων κατά των Μεσαίωνα. Ολοκληρώνει με ένα ειρωνικό μήνυμα, του πως το κάψιμο στη πυρά έχει αντικατασταθεί με τον εγκλεισμό στη κλινική.
Ο σουηδικός κινηματογράφος είναι κάτι σαν τον αλλόκοτο ξάδερφο μας, ο οποίος κάθεται σε μια γωνία και πειραματίζεται χωρίς να μιλά σε κανένα, αλλά όταν του δίνουμε σημασία καταλαβαίνουμε πως κάνει κάτι καλύτερα από εμάς. Ο Christensen έφερε κάτι στο κινηματογράφο τρόμου που έως τότε δεν υπήρχε: μακρύς πρόλογος, με περισσότερες εικόνες.
Μέχρι τότε ο πρόλογος στις βωβές ταινίες τρόμου ήταν λέξεις και ελάχιστα δευτερόλεπτα κινηματογράφησης. Ο Σουηδός σκηνοθέτης, ωστόσο, αφιερώνει ένα ολόκληρο μέρος του συνολικού χρόνου για να μας καλωσορίσει στη ψυχεδέλεια του.
Ένα ακόμα αξιόλογο στοιχείο είναι το ότι ο Christensen μεταδίδει το μήνυμά του μεταμορφώνοντας το σενάριο σε ντοκιμαντέρ. Όπως έκανε το Blair Witch Project, περίπου 80 χρόνια μετά την μεταφορά του Häxan στη μεγάλη οθόνη.



Παρασκευή 22 Μαΐου 2020

Les vampires (1915)

Les vampires (1915)
Οι Βρικόλακες

Σκηνοθεσία: Louis Feuillade

Σενάριο: Louis Feuillade

Παίζουν: Musidora,  Édouard Mathé, Marcel Lévesque 


Ιστορικά είναι η πρώτη παραγωγή… σήριαλ! Πράγματι. Από 10 επεισόδια αποτελείται η σειρά αυτή. Ως προς τον τίτλο, να μην μπερδευόμαστε και να φανταζόμαστε τίποτε βρικόλακες. Βαμπίρ είναι το όνομα μιας εγκληματικής συμμορίας που δρα στο Παρίσι. Αρχηγός τους είναι ο αρχιβρικόλακας ο οποίος τακτικά εξουδετερώνεται και αντικαθίσταται από νέο στο επόμενο επεισόδιο. Τέσσερις αρχηγοί τελικά παρελαύνουν στα επεισόδια. Ψυχή όμως της συμμορίας  είναι η Irma veb. Το όνομά της είναι αναγραμματισμός της λέξης Vambi. Αυτή συνδέεται και υπηρετεί τους αρχηγούς.  Την υποδύεται η βεντέτα της εποχής Musidora. 

Είναι το φετίχ  της εποχής όπου με το μαύρο κολλητό της κολάν πηδά στις στέγες σαν αγριόγατα, ξεγλιστρά στο σκοτάδι και εξάπτει την φαντασία του ανδρικού πληθυσμού.
Διάσημοι σουρεαλιστές της εποχής πίνουν κρασί στο όνομά της και ομολογούν ότι υπήρξαν θύματα της γοητείας της. Η κοπέλα απετέλεσε πρόδρομο των μετέπιπτα γυναικών «Fam Fatal».  Επισκιάζει τους συμπρωταγωνιστές της, ιδίως τον Édouard Mathé που στον ρόλο του δημοσιογράφου και διώκτη των Vambir Philippe Guérande,  είναι αρκετά άνευρος και μη δυναμικός.


Η ταινία μας παρουσιάζει μια ξεχαρβαλωμένη αστική τάξη, όπου τα Vambir μπαινοβγαίνουν ανενόχλητα από πόρτες, τοίχους, τζάκια κ.λ. Συχνά δε άτομα με περίοπτες θέσεις (δικαστές, αστυνόμοι, παπάδες) είναι μέλη της συμμορίας. Οι δε υποτιθέμενοι καλοί δεν είναι καλλίτεροι από τους κακοποιούς, αν σκεφτούμε και τον φριχτό τρόπο που στο τέλος εξουδετερώνονται τα Vambir.
Η ταινία αυτή θα πρέπει να απετέλεσε έμπνευση για τις μετέπειτα ταινίες: «Δόκτορ Μαμπούζε»
Από τις κόπιες της ταινίας που σώζονται, έχουν παραβιαστεί οι μεσότιτλοι και στην ταινία επάνω έχουν χαραχτεί Αγγλικοί. Έπρεπε λοιπόν να βρω το αυθεντικό Γαλλικό κείμενο και να το μεταφράσω στα Ελληνικά.



01 - The Severed Head


02 - The Ring That Kills

03 - The Red Codebook


04 - The Spectre


05 - Dead Man's Escape


06 - Hypnotic Eyes

07 – Satanas


08 - The Thunder Master


09 - The Poisoner


10 - The Terrible Wedding

Τετάρτη 21 Μαΐου 2014

Das Cabinet des Dr. Caligari (1920)

Das Cabinet des Dr. Caligari (1920)
Το Εργαστήριο του Δρ. Καλιγκάρι



Αναρτήθηκε στο Cahiers du cinema

Το εργαστήρι του Δρ. Καλιγκάρι» είναι γερμανικό ασπρόμαυρο εξπρεσιονιστικό έργο του 1920. Θεωρείται ως έργο-ορόσημο στην ιστορία του κινηματογράφου και ειδικότερα του κινήματος του γερμανικού εξπρεσιονισμού.

Κάποτε σε ένα πανηγύρι εμφανίζεται ένας πλανόδιος μάγος, ο Δρ. Καλιγκάρι με τον υπνοβάτη Τσέζαρε που βρίσκεται σε ύπνο εδώ και 25 χρόνια. Ο μάγος στις παραστάσεις του ξυπνάει τον υπνοβάτη για να απαντήσει στις ερωτήσεις του κοινού. Ένας από τους θεατές, ο Άλαν, τον ρωτάει: «Πόσο θα ζήσω ακόμα;» και ο Τσέζαρε του απαντάει: «Το τέλος σου θα έρθει σύντομα. Απόψε θα πεθάνεις.» Πραγματικά ο θεατής αυτός δολοφονείται την ίδια νύχτα. Από κει και πέρα η μικρή πόλη τρομοκρατείται από μια σειρά μυστηριωδών νυκτερινών δολοφονιών. Η αστυνομία πιάνει έναν μικρολωποδύτη που ομολογεί ότι σκόπευε να δολοφονήσει μια γριούλα, αλλά για τις δολοφονίες είναι αθώος. Ενώ ο Τσέζαρε βρίσκεται νεκρός μετά την αποτυχημένη προσπάθειά του να απαγάγει την νεαρή και όμορφη Τζέην, ο Φράνσις, φίλος του δολοφονημένου θεατή, αρχίζει έρευνες και ανακαλύπτει μια τρομερή αλήθεια, ο μάγος είναι ο διευθυντής του τρελοκομείου της πόλης, που χρησιμοποιεί για ψευδώνυμο το όνομα Δρ. Καλιγκάρι. Ο Δρ. Καλιγκάρι είχε κάνει μια διατριβή με θέμα ένα μύθο του 11ου αι., σύμφωνα με τον οποίο ο ομώνυμος μάγος είχε δημιουργήσει έναν δαίμονα, τον Τσέζαρε. Ο Καλιγκάρι είχε συνεχίσει στην διάρκεια της σταδιοδρομίας του να ασχολείται με τον μύθο αυτό, προσπαθώντας να τον επαναλάβει. Όταν μια μέρα οι γιατροί του τρελοκομείου του έφεραν έναν ασθενή υπνοβάτη που κοιμόταν διαρκώς, ο Δρ. Καλιγκάρι συνειδητοποιεί ότι αυτή είναι μια μοναδική ευκαιρία και αποφασίζει να χρησιμοποιήσει τον υπνοβάτη για να πραγματοποιήσει κρυφά τα σχέδιά του. Ο υπνοβάτης παίρνει το όνομα του πνεύματος Τσέζαρε και γίνεται άβουλος δούλος του Δρ. Καλιγκάρι. Μέσα στον ύπνο του εκπληρώνει τις νυκτερινές δολοφονίες που αυτός του υπαγορεύει. Τελικά ο Φράνσις αποκαλύπτει την αλήθεια και κατορθώνει να πιάσουν τον Δρ. Καλιγκάρι και να τον κλείσουν μέσα στο ίδιο το τρελοκομείο φορώντας του τον ζουρλομανδύα. Το έργο θα έχει όμως μια άλλη, απρόβλεπτη κατάληξη…

Ο Γερμανικός Εξπρεσιονισμός ξεκινά από την ζωγραφική στις αρχές του α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μεταφέρει την αγωνία των καλλιτεχνών για τη μορφή που σταδιακά αποκτά η γερμανική κοινωνία και ο κόσμος γενικότερα. Αργότερα το κίνημα περνά στον κινηματογράφο. Αναπτύσσεται την περίοδο του μεσοπολέμου και εκφράζει παρόμοια συναισθήματα με αυτά της ζωγραφικής. Αντί να θριαμβολογεί και να μιλά για την ηθική που μπορεί το άτομο να επιδείξει, παρουσιάζει ένα κόσμο σκοτεινό, βίαιο και επικίνδυνο. Φανερώνει τη χρεοκοπία της πίστης στη λογική και την επιστήμη και τον τρόμο για τον πόλεμο που έρχεται. Ένα πόλεμο που προκαλεί η κοινωνία της λογικής και της επιστήμης. Για το λόγο αυτό συχνά οι ταινίες προβάλλουν ιστορίες ανθρωποφάγων τεράτων (Νοσφερατου- Μουρνάου) παραφρόνων (Το εργαστήρι του Δρ. Καλιγγάρι) και κοινωνικών αντιπαραθέσεων με μεταφυσικά στοιχεία (Μετρόπολις – Λανγκ).

Ο γερμανικός εξπρεσιονισμός στον κινηματόγραφο έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: 1. Τα σκηνικά, τα κουστούμια και ο φωτισμός είναι ιδιαίτερα εκφραστικά. Μοιάζουν με πίνακες ζωγραφικής. 2. Κάθε πλάνο έχει απόλυτη συμμετρία στη σύνθεση, στη μορφή του ηθοποιού, των ρούχων του και του σκηνικού περιβάλλοντος με αποτέλεσμα τα πλάνα να θυμίζουν περισσότερο έργα ζωγραφικής παρά τον πραγματικό κόσμο. 3. Υπάρχει μόνο μία έντονη πηγή φωτός που μετατρέπει τον χώρο σε επίπεδη επιφάνεια. Με τον τρόπο αυτό δημιουργούνται έντονες φωτοσκιάσεις. Συχνά οι παραμορφωμένες σκιές των ηθοποιών αντικαθιστούν το σώμα. 4. Στόχος των ηθοποιών είναι η κίνηση τους να έρχεται σε αρμονία με το σκηνικό περιβάλλον. Άλλοτε μένουν ακίνητοι και άλλοτε κάνουν ξαφνικές γρήγορες κινήσεις. Οι γκριμάτσες τους προσεγγίζουν το γκροτέσκο. 5. Η αφήγηση στα εξπρεσιονιστικά έργα αναφέρεται στο παρελθόν. Κάποιο πρόσωπο μας αφηγείται μια ιστορία. Ο θεατής γνωρίζει ότι όλο το έργο έχει εξελιχθεί σε κάποιο παλαιότερο χρόνο και τη στιγμή της έναρξης της ταινίας έχει ήδη ολοκληρωθεί και τελειώσει. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι οι παραμορφώσεις που επιτυγχάνονται με τις περίεργες οπτικές γωνίες της κάμερας, τα γωνιώδη σκηνικά και κουστούμια και το φωτισμό της αντίθεσης εκφράζουν μια πραγματικότητα ιδωμένη μέσα από έντονα συναισθήματα.

Η ταινία «Το εργαστήρι του Δρ Καλιγκάρι» εγκαινιάζει το κίνημα του εξπρεσιονισμού στον κινηματογράφο έχοντας τα χαρακτηριστικά γνωρίσματά του. Όλα τα σκηνικά της ταινίας είναι ζωγραφισμένα σε καραβόπανο μαζί με τις σκιές με σκοπό κτίρια και σκηνικός διάκοσμος να χάνουν τον ρεαλιστικό τους χαρακτήρα. Βλέπουμε συνέχεια παράξενα ελικοειδή στενοσόκακα, πόρτες σφηνωμένες στο έδαφος, λοξά παράθυρα με παραμορφωμένα πλαίσια. Οι λοξές γραμμές έχουν ένα καθορισμένο μεταφυσικό νόημα, καθώς προκαλούν αγωνία και φρίκη. Χρησιμοποιούνται ακραίες αντιθέσεις φωτός και σκιάς. Φως και σκιά έχουν μια περιγραφική λειτουργία μέσα στην ταινία καθώς σκιαγραφούν τα σύνορα ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα, το συνειδητό και το ασυνείδητο. Υπάρχει έντονο μακιγιάζ στο πρόσωπο των ηθοποιών, ενώ τα απίθανα κοστούμια τους διογκώνουν τον εξωρεαλιστικό χαρακτήρα των εικόνων. Υπερβολή υπάρχει και στην υποκριτική που φτάνει στα όρια της παντομίμας. Με όλα αυτά τα στοιχεία ο Καλιγκάρι θα επηρεάσει γενιές και γενιές αργότερα.

Το έργο προβάλλεται για πρώτη φορά στις 27 Φεβρουαρίου του 1920. Οι κριτικοί της εποχής του ερμηνεύουν το βαθύτερο νόημα του έργου ως αντίδραση ενάντια στην εξουσία της ηττημένης Γερμανικής αυτοκρατορίας. Με την άνοδο των Ναζί κατηγορείται ως εκφυλισμένη τέχνη και απαγορεύεται το 1933.

Σήμερα έχει αποκατασταθεί και θεωρείται ως έργο σταθμός στην ιστορία του κινηματογράφου, ενώ συνεχίζει να εμπνέει ακόμα και σύγχρονους σκηνοθέτες και σεναριογράφους. 

Και δυο λόγια από μένα:
Ομολογώ ότι παρακολουθώντας την ταινία ξεχνώ ότι πρόκειται για ταινία του βωβού κινηματογράφου. Η παραμικρή βαρεμάρα δεν με έπιασε κατά την διάρκεια της προβολής ενώ όλες μου οι αισθήσεις ήταν συνεχώς σε επιφυλακή. Η ολική ανατροπή που εμφανίζεται στα δύο τελευταία λεπτά της ταινίας είναι κάτι το αξεπέραστο μέχρι σήμερα.
Αν και ήμουν αρχάριος τότε στις μεταφράσεις, ελπίζω να έκανα αρκετά καλή δουλειά με τους μεσότιτλους.